Να σταματήσει η πληθυσμιακή «αιμορραγία» της ελληνικής υπαίθρου

Ανήσυχοι οι Θεσσαλοί δήμαρχοι από τα αποτελέσματα της απογραφής

«Καμία έκπληξη! Αυτό που ζούμε τα τελευταία χρόνια, η ερήμωση της υπαίθρου δηλαδή, αποτυπώθηκε και επίσημα από την απογραφή που διενήργησε η Στατιστική Υπηρεσία. Εάν δεν γίνει κάτι άμεσα, το χάσμα μεταξύ των 5-6 μεγάλων πόλεων της χώρας και της περιφέρειας θα μεγαλώσει και θα είναι μη αναστρέψιμο».

Αυτά δηλώνουν οι δήμαρχοι του θεσσαλικού κάμπου, εκδηλώνοντας την ανησυχία τους για το φαινόμενο της αστυφιλίας, το οποίο αποτυπώθηκε με τα πλέον μελανά χρώματα στην πρόσφατη απογραφή πληθυσμού, καθώς η σχετική μείωση κυμαίνεται στην περιφέρεια από 10% έως 17%.

Εν αναμονή πρωτοβουλιών της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδος, ως προς τη διαμόρφωση προτάσεων προς την πολιτεία για πολιτικές και έργα υποδομής που θα σταματήσουν αυτή την αφαίμαξη, οι δήμαρχοι του κάμπου καταθέτουν στην «ΥΧ» τις δικές τους προτάσεις, οι οποίες βασίζονται κυρίως στην αλλαγή των κριτηρίων χρηματοδότησής τους από την κεντρική διοίκηση, ώστε αυτή να μη γίνεται αποκλειστικά με πληθυσμιακά κριτήρια.

Σήμερα, οι δήμοι είναι χωρισμένοι στις παρακάτω κατηγορίες: 0-10.000 κάτοικοι, 10.000-20.000 κάτοικοι, 20.000 έως 100.000 και η τελευταία κατηγορία 100.000 κάτοικοι και πάνω. Με βάση αυτό το πληθυσμιακό κριτήριο δίνονται οι χρηματοδοτήσεις των ΣΑΤΑ, ΚΑΠ κ.λπ. Αρκετοί αυτοδιοικητικοί του κάμπου εισηγούνται αλλαγή στην κατηγοροποίηση, στο παρακάτω μοντέλο: 0-10.000 κάτοικοι, 10.000-20.000, 20.000 έως 30.000 ή 35.000 όπου θα εντάσσονται οι περισσότεροι δήμοι της Θεσσαλίας και θα είχαν μια ισότιμη κατανομή κονδυλίων, η τέταρτη κατηγορία να είναι έως 100.000 κατοίκους και η πέμπτη από 100.000 και πάνω.

Όπως εξηγούν στην «ΥΧ» δήμαρχοι αγροτικών περιοχών, λόγω της αναβάθμισης του οδικού δικτύου μεταξύ πρωτευουσών των νομών και μεγάλων πόλεων, αρκετοί γεωργοί και κτηνοτρόφοι έφεραν τη μόνιμη κατοικία τους στις μεγαλουπόλεις προκειμένου να έχουν πρόσβαση οι οικογένειές τους σε σχολεία, Κέντρα Υγείας και παιδικές χαρές και σε σύντομο χρόνο να μεταβαίνουν στις μονάδες τους για να εργαστούν. Άλλα προβλήματα που εντοπίζονται είναι ότι δήμοι, όπως η Ελασσόνα με 1.200.000 στρέμματα ή το Κιλελέρ με 960.000 στρέμματα, εκ των οποίων τα 650.000 καλλιεργήσιμα, λαμβάνουν την ίδια σχεδόν χρηματοδότηση με έναν μικρό δήμο της Αττικής που έχει τον ίδιο πληθυσμό.

Οι προτάσεις του προέδρου της ΠΕΔ

Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Θεσσαλίας και δήμαρχο Κιλελέρ (με έντονο αγροτικό πληθυσμό), Αθανάσιο Νασιακόπουλο, «το πρόβλημα της αστυφιλίας και τα αποτελέσματα τη απογραφής είναι ανησυχητικά, γι’ αυτό και ως πρόεδρος της ΠΕΔ έχω αναλάβει πρωτοβουλίες για να θεσπιστούν ποιοτικά κριτήρια που θα δίνουν τη δυνατότητα στους δήμους να χρηματοδοτούνται σύμφωνα με τις πραγματικές τους ανάγκες και όχι με πληθυσμιακά κριτήρια.

Υιοθετώντας το πληθυσμιακό κριτήριο ως κύριο και βασικό κριτήριο κατανομής πόρων, καταλήγουμε σε μια στρεβλή ανάπτυξη των ήδη ανεπτυγμένων και οικονομικά ισχυρών μεγάλων αστικών κέντρων και σε υποβάθμιση των μικρών περιφερειακών δήμων που αντιμετωπίζουν ούτως ή άλλως έντονα και πολυποίκιλα προβλήματα». Και προσθέτει: «Φυσικά, πρέπει να ληφθούν μέτρα για το δημογραφικό και για τη μείωση της υπογεννητικότητας. Η πολιτεία οφείλει να θεσπίσει κίνητρα στα νέα ζευγάρια, δίνοντας οικονομικά βοηθήματα, ώστε οι νέοι γονείς να μπορούν να αντιμετωπίσουν με σχετική ευκολία τουλάχιστον τα πρώτα έξοδα, που για τους περισσότερους είναι δυσβάσταχτα».

Συνοψίζοντας τις προτάσεις του, οι οποίες υιοθετούνται από πολλούς συναδέλφους του,
ο κ. Νασιακόπουλος σημειώνει: «Κατανομή πόρων στην αυτοδιοίκηση με ποιοτικά κριτήρια ανάλογα με τις ανάγκες του τόπου και όχι μόνο με το πληθυσμιακό κριτήριο. Συνεργασία κράτους και αυτοδιοίκησης για τη δημιουργία μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων με ειδική επιδοματική πολιτική στους περιφερειακούς δήμους. Οικονομική ενίσχυση στους νέους γονείς για να αντιμετωπίσουν τα πρώτα και σε πολλές περιπτώσεις αβάσταχτα έξοδά τους. Δημιουργία βασικών πρώτων υποδομών που θα εξασφαλίζουν σύγχρονες συνθήκες για την υγεία, την παιδεία και τον πολιτισμό».