Δρ. Δ. Τσιτσάμης, Πρόεδρος της ελληνικής εταιρείας Logistics Β. Ελλάδος: «Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της εφοδιαστικής αλυσίδας είναι αυξημένο και πολυδιάστατο»

Σε κομβικό σημείο για επενδύσεις και ανάπτυξη υποδομών logistics αναδεικνύεται η Κεντρική Μακεδονία. Η στρατηγική θέση της περιοχής, με πρόσβαση σε λιμενικές, οδικές και σιδηροδρομικές μεταφορές, συγκεντρώνει το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον του κλάδου της εφοδιαστικής αλυσίδας. Με νέες εγκαταστάσεις να προγραμματίζονται σε Σίνδο, Καλοχώρι και Άγιο Αθανάσιο, και με την αξιοποίηση του πρώην στρατοπέδου Γκόνου ως εμπορευματικού κέντρου, το μέλλον του κλάδου φαίνεται ιδιαίτερα δυναμικό. Πώς, όμως, διαμορφώνονται οι τάσεις της αγοράς και ποια είναι τα επόμενα βήματα για την ενίσχυση της εφοδιαστικής αλυσίδας στη Βόρεια Ελλάδα; Σε αυτά και άλλα ερωτήματα απαντά ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Logistics Β. Ελλάδος, Δρ Δημήτριος Τσιτσάμης.
Κ. Τσιτσάμη, υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της εφοδιαστικής αλυσίδας στην περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας; Και εάν ναι, πού εστιάζεται;
Το επενδυτικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της εφοδιαστικής αλυσίδας στην Κεντρική Μακεδονία είναι αυξημένο και πολυδιάστατο. Ένα παράδειγμα είναι η επένδυση της Dimand στον Άγιο Αθανάσιο, όπου σχεδιάζεται να δημιουργηθεί μεγάλο logistics center στη Βόρεια Ελλάδα, σε στρατηγική τοποθεσία κοντά στο λιμάνι και την πόλη, αλλά και την Εγνατία Οδό. Παράλληλα, υλοποιούνται ή σχεδιάζονται επενδύσεις σε περιοχές με παράδοση στα logistics, όπως η Σίνδος και το Καλοχώρι. Επιπλέον, ο Αναπτυξιακός Νόμος Ν. 4887/2022 έχει λειτουργήσει ως ισχυρός μοχλός κινητοποίησης κεφαλαίων στον τομέα. Στον α’ κύκλο, εντάχθηκαν 68 επενδυτικά σχέδια στον τομέα των logistics σε όλη τη χώρα, εκ των οποίων τρία αφορούν την Κεντρική Μακεδονία, με μέσο ύψος επένδυσης 25 εκατ. ευρώ. Οι ενισχύσεις μπορούν να φτάσουν έως και 75%, ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης και την περιοχή υλοποίησης, γεγονός που ενθαρρύνει στρατηγικές εγκαταστάσεις εκτός του αστικού ιστού.
Οι υφιστάμενες υποδομές σε χώρους logistics καλύπτουν τις ανάγκες ή υπάρχει πίεση για νέες;
Οι υφιστάμενες υποδομές logistics στη Βόρεια Ελλάδα δεν καλύπτουν τις αυξημένες και διαφοροποιημένες ανάγκες της σύγχρονης αγοράς. Η πλειονότητα των αποθηκών είναι μικρής κλίμακας, περιορισμένων δυνατοτήτων και τεχνολογικά ξεπερασμένες. Οι εξελίξεις στις διεθνείς εφοδιαστικές αλυσίδες, η στροφή από το μοντέλο «just-in-time» στο «just-in-case» και η ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου έχουν αυξήσει ραγδαία τη ζήτηση για μεγαλύτερους, σύγχρονους, αυτοματοποιημένους χώρους με χαμηλό ενεργειακό αποτύπωμα.
Ιδιαίτερα πιεστική είναι η ανάγκη για ψυχρή εφοδιαστική αλυσίδα (cold chain). Λιγότερο από το 10% των αποθηκευτικών εγκαταστάσεων διαθέτει θερμοκρασιακά ελεγχόμενους χώρους, γεγονός που περιορίζει σοβαρά τη δυνατότητα εξυπηρέτησης φαρμακευτικών προϊόντων, ευπαθών τροφίμων και άλλων ευαίσθητων φορτίων. Παράλληλα, παρατηρείται έντονη ζήτηση για ειδικούς αποθηκευτικούς χώρους για επικίνδυνα φορτία (ADR), όπως χημικά και εύφλεκτα υλικά.
Ποιες είναι οι προοπτικές για νέα έργα logistics και εμπορευματικών κέντρων στη Βόρεια Ελλάδα;
Οι προοπτικές είναι θετικές, με έργα στρατηγικής σημασίας να βρίσκονται σε φάση ωρίμανσης ή σχεδιασμού. Ξεχωρίζει η προγραμματισμένη μετατροπή του πρώην στρατοπέδου Γκόνου σε Εμπορευματικό Κέντρο (ΕΚ) διεθνούς εμβέλειας και πολυτροπικού χαρακτήρα. Πρόκειται για ένα έργο που προβλέπει την αξιοποίηση έκτασης 672 στρεμμάτων, με στόχο τη διασύνδεση σιδηροδρομικών, οδικών και θαλάσσιων μεταφορών και τη δημιουργία μονάδων ελαφράς μεταποίησης, συσκευασίας, τυποποίησης και ποιοτικού ελέγχου.
Επιπλέον, εξετάζεται η επέκταση της ΒΙΠΕ Σίνδου κατά 2.000-2.500 στρέμματα, λόγω περιορισμένης διαθεσιμότητας γης, ενώ η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας προωθεί την κατασκευή της συνδετικής Σίνδου, ενός κρίσιμου οδικού άξονα που θα βελτιώσει την κυκλοφοριακή ροή και την πρόσβαση στη βιομηχανική ζώνη. Μαζί με την αναβάθμιση της 6ης προβλήτας του λιμένα Θεσσαλονίκης, αυτά τα έργα μπορούν να δημιουργήσουν ένα νέο, ολοκληρωμένο περιφερειακό οικοσύστημα logistics.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος των logistics στην περιοχή;
Η κατάσταση του σιδηροδρομικού δικτύου είναι ίσως το μεγαλύτερο εμπόδιο. Λειτουργεί με υποδομές προηγούμενων δεκαετιών, με ανεπαρκείς συνδέσεις και χωρίς αξιόπιστη σύνδεση με κρίσιμα κέντρα logistics στην Κεντρική Ευρώπη. Παρά τις δυνατότητες του λιμανιού, η απουσία αξιόπιστης ενδοχώρας περιορίζει τη διατροπικότητα.
Το θεσμικό πλαίσιο παραμένει κατακερματισμένο, με ασυνέχειες στον σχεδιασμό και την υλοποίηση πολιτικής. Η απουσία μακροπρόθεσμου, σταθερού στρατηγικού σχεδίου με χρονοδιαγράμματα και δείκτες απόδοσης καθιστά δύσκολο τον συντονισμό δημόσιων και ιδιωτικών παρεμβάσεων.
Επιπλέον, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που κυριαρχούν στον τομέα, δυσκολεύονται να εκσυγχρονίσουν τον στόλο τους λόγω υψηλού κόστους και περιορισμένης πρόσβασης σε χρηματοδότηση. Τέλος, η πολύπλοκη και χρονοβόρα αδειοδότηση για ειδικούς χώρους, όπως για την ψυχρή αλυσίδα ή τα επικίνδυνα φορτία, καθυστερεί κρίσιμες επενδύσεις και δημιουργεί αβεβαιότητα.
Ποιες είναι οι ευκαιρίες για την ανάπτυξη του κλάδου και τα οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες;
Η γεωγραφική θέση της Βόρειας Ελλάδας, σε συνδυασμό με την παρουσία του λιμένα Θεσσαλονίκης και τη γειτνίαση με τα Βαλκάνια, προσφέρει μοναδικές ευκαιρίες για την ανάδειξή της σε logistics hub της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Η επέκταση του λιμένα, η αναβάθμιση υποδομών και οι νέες επενδύσεις σε logistics centers δημιουργούν τις προϋποθέσεις για διαρκή ανάπτυξη.
Ιδιαίτερα ελπιδοφόρα είναι η σύνδεση του κλάδου logistics με τον αγροδιατροφικό τομέα, που αποτελεί πυλώνα της περιφερειακής οικονομίας. Η Κεντρική Μακεδονία διαθέτει ισχυρή πρωτογενή παραγωγή και εξαγώγιμα προϊόντα υψηλής ποιότητας. Ωστόσο, η απουσία εξειδικευμένων υποδομών, όπως ψυχόμενες αποθήκες, διαλογητήρια, υποδομές τυποποίησης, περιορίζει την προστιθέμενη αξία και την εξωστρέφεια. Η δημιουργία αγροδιατροφικών logistics hubs, συνδεδεμένων με το δίκτυο μεταφορών, μπορεί να ενισχύσει τον πρωτογενή τομέα και να δώσει ώθηση σε όλη την τοπική οικονομία.
Τα οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες είναι ουσιαστικά: Δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, ενίσχυση της παραγωγής, ανάπτυξη εξαγωγών και αύξηση του ΑΕΠ. Με συντονισμένες παρεμβάσεις και επιμονή στην υλοποίηση των έργων, η Βόρεια Ελλάδα μπορεί να περάσει από τη φάση του χαμένου δυναμικού, σε αυτήν της στρατηγικής αξιοποίησης.