«Καίνε» Κρήτη τα στοιχεία: Το 75% των κυψελών δηλωνόταν βιολογικό

«Καμπανάκι» για την αύξηση του αριθμού κυψελών που δηλώθηκαν στη βιολογική μελισσοκομία στην Κρήτη «χτύπησε» το τελευταίο διάστημα στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ, γεγονός που οδήγησε στην απόφαση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστα Τσιάρα, να μπει «φρένο» στην καταβολή των επιδοτήσεων και να γίνουν διασταυρωτικοί έλεγχοι.
Την ίδια στιγμή, μεγάλη αίσθηση έχουν προκαλέσει συγκεκριμένες δηλώσεις του υπουργού, στη σκιά του σκανδάλου των πλαστών επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ, αφού, όπως χαρακτηριστικά υποστήριξε, ενόψει των εντατικών ελέγχων που αναμένεται να ξεκινήσουν, έχει ήδη διαπιστωθεί ένα πρώτο «κύμα αποχωρήσεων» από τα προγράμματα βιολογικής κτηνοτροφίας και μελισσοκομίας, προτού οι παραγωγοί βρεθούν αντιμέτωποι με τις συνέπειες ενδεχόμενων παρατυπιών τους.
Αναλυτικά, ο κ. Τσιάρας επεσήμανε ότι έχουν καταγραφεί περιπτώσεις παραγωγών που είτε ακυρώνουν τη σύμβασή τους με τον πιστοποιητικό οργανισμό –προαπαιτούμενο για την ένταξη στο πρόγραμμα– είτε δηλώνουν την πρόθεσή τους να αποσύρουν την αίτησή τους.
Με αφορμή τις παραπάνω εξελίξεις και τους ισχυρισμούς Τσιάρα, η «ΥΧ» πραγματοποίησε κρούσεις σε επικεφαλής συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών σχημάτων, θέλοντας να διαπιστώσει αν πράγματι καταγράφεται κάποια τάση μαζικής αποχώρησης και σε ποιες περιοχές.
Κρήτη
Πηγές του ΥΠΑΑΤ τονίζουν με νόημα στην «ΥΧ» ότι «αν αθροίσουμε το σύνολο των κυψελών στην Κρήτη, φαίνεται ότι τα 3/4 είναι βιολογικά!». Οι αρμόδιοι επισημαίνουν, επίσης, ότι η Κρήτη παρουσιάζει μεγάλη απόκλιση σε αριθμό κυψελών για το τρέχον πρόγραμμα της βιολογικής μελισσοκομίας, σε σύγκριση με τη δεύτερη κατά σειρά μελισσοκομική ζώνη, που είναι η Κεντρική Μακεδονία – Θεσσαλία.
Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό –όπως αποκαλύπτουν οι ιθύνοντες– ότι το σύνολο των κυψελών στη χώρα είναι περίπου 2 εκατ. κυψέλες, εκ των οποίων το 1,5 εκατ. κυψελών φαίνεται να είναι… βιολογικό! Η εξέλιξη αυτή σήμανε συναγερμό στο ΥΠΑΑΤ, που έχει «παγώσει» εδώ και μία εβδομάδα την καταβολή των επιδοτήσεων για τα τρέχοντα προγράμματα βιολογικής μελισσοκομίας και κτηνοτροφίας, προκειμένου να γίνουν διασταυρωτικοί έλεγχοι. Η ανακοίνωση του ΥΠΑΑΤ οδηγεί αρκετούς παραγωγούς να υπαναχωρούν από τις αιτήσεις τους στη βιολογική μελισσοκομία και κτηνοτροφία.
Εντατικούς ελέγχους από το 2022 ζητούν οι Κρητικοί μελισσοκόμοι
Εντατικούς ελέγχους από το 2022 και μετά για τις ενισχύσεις στη βιολογική μελισσοκομία ζητούν μελισσοκόμοι της Κρήτης, οι οποίοι εξηγούν στην «ΥΧ» ότι στο τρέχον πρόγραμμα της βιολογικής μελισσοκομίας δικαιούχοι βάσει του προγράμματος μοίρασαν τις κυψέλες σε άλλα άτομα (π.χ. μέλη των οικογενειών τους), με αποτέλεσμα να αυξάνεται κατακόρυφα ο αριθμός των δικαιούχων των επιδοτήσεων.
Οι μελισσοκόμοι αναφέρουν πως οι επαγγελματίες του κλάδου ανεβάζουν τα τελευταία χρόνια τα τιμολόγιά τους στο mydata του υπουργείου Οικονομικών, γεγονός που διευκολύνει –όπως λένε– τη διαδικασία των ελεγκτικών μηχανισμών της πολιτείας, ώστε να βάλει «φρένο» στους επιτήδειους.
«Και εμείς ακούμε από εσάς, τα μέσα ενημέρωσης, σχετικά με τις αιτήσεις για τη βιολογική μελισσοκομία. Ο υπουργός κάτι δεν είχε υπολογίσει καλά. Στην προηγούμενη Δράση 11 για τα βιολογικά για τα έτη 2022 – 2024 είχαν μπει πάρα πολύ λίγοι μελισσοκόμοι στο πρόγραμμα. Πολλοί μελισσοκόμοι όχι μόνο στην Κρήτη, αλλά σε όλη την Ελλάδα, είδαν ότι πήραν πάρα πολλά χρήματα όσοι μπήκαν στα βιολογικά το 2022. Και τώρα μπήκαν και έκαναν χαρτιά όλοι. Τώρα, θα μου πείτε εύλογα, υπάρχει τόσο μεγάλη αύξηση και μελισσών και παραγωγών; Τι έγινε μετά και έχουμε τόσες πολλές αιτήσεις;», διερωτάται ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Ηρακλείου Κρήτης, Στέλιος Μανωλίτσης.
Ο ίδιος διευκρινίζει ότι με το «Πρόγραμμα Βιολογικής Μελισσοκομίας 70», που τρέχει τώρα, «το υπουργείο ανακοίνωσε ότι οι δικαιούχοι θα πάρουν ενισχύσεις ανάλογα με τέσσερις κατηγορίες και με βάση πόσες κυψέλες έχουν. Δηλαδή, η πρώτη κατηγορία ενισχύσεων είναι από 20 κυψέλες μέχρι 110, η δεύτερη κατηγορία από 111 κυψέλες μέχρι 200, η τρίτη από 201 κυψέλες μέχρι 300 και η τέταρτη κατηγορία από 301 κυψέλες και πάνω. Τι έγινε, λοιπόν, σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις; Για παράδειγμα, ένας μελισσοκόμος, που είχε 1.500 κυψέλες, τις μοίρασε και τις έβαλε σε 4-5 άτομα. Έβαλε, δηλαδή, στη γυναίκα του 500 κυψέλες, στις κόρες του 500 και έβαλε και του γιου του άλλες 500 κυψέλες. Έτσι φαίνονται περισσότεροι δικαιούχοι από μία οικογένεια».
Και συμπληρώνει: «Από την άλλη, σίγουρα υπάρχουν και επιτήδειοι. Παντού και πάντα υπάρχουν κάποιοι που έχουν βάλει μελίσσια χωρίς να είναι παραγωγοί. Είμαστε 22.000 μελισσοκόμοι και τώρα, στο ΟΣΔΕ του 2025, εκτιμώ ότι θα φτάσουμε τους 30.000 μελισσοκόμους σε όλη την Ελλάδα».
Ο κ. Μανωλίτσης προσθέτει ότι θα πρέπει οι έλεγχοι να ενταθούν και να φτάσουν έως το 2022: «Εμείς –και οι συνδικαλιστές, αλλά και όλοι οι επαγγελματίες μελισσοκόμοι– λέγαμε όλα αυτά τα χρόνια, από το 2022 –που είδαμε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά– να γίνουν έλεγχοι. Πιέζαμε να γίνουν έλεγχοι στα μέλια που έμπαιναν ανεξέλεγκτα στην Ελλάδα, να γίνουν έλεγχοι σε αυτούς που δηλώνουν ότι έχουν πολλές μέλισσες. Και αυτό φυσικά δεν γινόταν. Και τώρα δεν είναι εύκολο να γίνει».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η μόνη λύση είναι «να πάνε οι αρμόδιοι πίσω, δύο, τρία ή και τέσσερα χρόνια και να δουν τα έσοδα-έξοδα. Ένας επαγγελματίας μελισσοκόμος δεν μπορεί να έχει μόνο παραγωγή μελιού ή να έχει μόνο έξοδα. Πρέπει να τα συνδυάσουν και επειδή τα τελευταία 3-4 χρόνια όλα μας τα τιμολόγια –και των εσόδων και των εξόδων– είναι ανεβασμένα στο mydata στο υπουργείο Οικονομικών, είναι πολύ εύκολο να μπορούν να τα ελέγξουν».
Και καταλήγει, συνοψίζοντας: «Η Κρήτη βάλλεται από όλες τις πλευρές και για τη μελισσοκομία της. Εμείς θέλουμε να γίνουν εντατικοί έλεγχοι και να ενισχύονται οι πραγματικοί παραγωγοί».
Στα 166 εκατ. ευρώ είχαν φτάσει οι αιτήσεις για τη βιολογική μελισσοκομία Σε αριθμούς που ξεπερνούν κάθε όριο και λογική αναφέρθηκε στις πρόσφατες δηλώσεις του ο ΥπΑΑΤ, Κ. Τσιάρας, αναφορικά με τη βιολογική μελισσοκομία, επιβεβαιώνοντας εμμέσως ότι το μέτρο οδηγήθηκε σε προσωρινό «πάγωμα» καταβολών λόγω της ασύλληπτης υπερβολής που καταγράφηκε στις αιτήσεις. Όπως ανέφερε για τη βιολογική μελισσοκομία σε πρόσφατη συνέντευξή του σε εκπομπή του «MEGA» ο κ. Τσιάρας, «ενώ ο προϋπολογισμός είχε αυξηθεί στα 18 εκατ. ευρώ (σ.σ. υπερδιπλάσιος σε σχέση με το περσινό αντίστοιχο μέτρο), το συνολικό ποσό των αιτούμενων ενισχύσεων εκτοξεύτηκε στα 166 εκατ. ευρώ. «Καταλαβαίνετε ότι εδώ έχει ξεπεραστεί κάθε όριο και λογική», σχολίασε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι ανάλογη εικόνα παρατηρείται και στη βιολογική κτηνοτροφία, όπου επίσης έχουν «παγώσει» οι πληρωμές. Στο πλαίσιο των αποκαλύψεων, ο υπουργός προανήγγειλε ότι ειδική ομάδα ελέγχου έχει ήδη αναλάβει δράση, με τη συμμετοχή της ΑΑΔΕ και της Οικονομικής Αστυνομίας. |
Τι ισχύει πραγματικά με το «κύμα» αποχωρήσεων από τα προγράμματα Βιολογικών
Αναλυτικά η κατά τόπους εικόνα
Σύμφωνα με την εικόνα που σχηματίσαμε, οι δηλώσεις Τσιάρα απηχούν μόνο μεμονωμένες τάσεις σε περιοχές όπως η Κρήτη, όπου πράγματι διαπιστώνεται μαζικό κύμα εξόδου από τα προγράμματα Βιολογικών, ενώ και σε άλλα μέρη δεν λείπουν και οι καταγγελίες για επιτήδειους, που φέρονται να έχουν προσπαθήσει να λάβουν επιδότηση με κάθε λογής τεχνάσματα.
Στερεά Ελλάδα: Ερασιτέχνες και «αλεξιπτωτιστές» εκμεταλλεύονται τις αδυναμίες των ελεγκτικών μηχανισμών
Προβληματισμένοι για την πορεία της μελισσοκομίας στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας δηλώνουν οι επαγγελματίες του κλάδου. Η μέχρι τώρα εικόνα δείχνει ότι οι μηχανισμοί ελέγχου της διακίνησης του μελιού δεν είναι αποτελεσματικοί και οι επιτήδειοι προσπαθούν με διάφορους τρόπους να εκμεταλλευθούν τις αδυναμίες και να τις αξιοποιήσουν προς όφελός τους. Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και οι ενισχύσεις για τη βιολογική μελισσοκομία. Η απουσία επαρκών ελέγχων δημιουργεί πρόσφορο έδαφος για εκμετάλλευση των σχετικών προγραμμάτων. Όπως μας ενημερώνει ο Γιώργος Παπιώτης, μελισσοκόμος από τη Λιβαδειά, στο πρόγραμμα της βιολογικής μελισσοκομίας έχει ενταχθεί σημαντικός αριθμός μελισσοκόμων μέσω αίτησης σε πιστοποιητικούς οργανισμούς. Ωστόσο, κάποιοι από αυτούς εγκαταλείπουν την προσπάθεια πριν ενταχθούν, καθώς δεν πρόκειται να λάβουν τις προβλεπόμενες ενισχύσεις.
Διαβάθμιση και κατηγοριοποίηση δημιουργούν ζητήματα
Η διαβάθμιση του αριθμού κυψελών ανά μελισσοκόμο προκαλεί σημαντικά προβλήματα στους επαγγελματίες του κλάδου, πολλοί από τους οποίους στρέφονται σε εναλλακτικές λύσεις. Το ανώτατο όριο ενίσχυσης είναι οι 300 κυψέλες· πέρα από αυτό, δεν παρέχεται καμία ενίσχυση.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά μελισσοκόμος: «Εγώ διαθέτω 600 μελίσσια και το πρόγραμμα με αναγκάζει να μεταβιβάσω τις υπόλοιπες 300 κυψέλες σε κάποιο άλλο μέλος της οικογένειας ή σε άλλο πρόσωπο για να μπορέσω να επωφεληθώ από την ενίσχυση». Συνομιλώντας και με άλλους μελισσοκόμους, οι οποίοι επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, επιβεβαιώνεται ότι η κατάσταση είναι σοβαρή. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι ίδιες κυψέλες δηλώνονται δύο ή και τρεις φορές, ώστε οι επιτήδειοι να εξασφαλίζουν όσο το δυνατόν περισσότερα χρήματα από εθνικές ή ευρωπαϊκές ενισχύσεις. Τέτοιου είδους επιτήδειοι, διαθέτοντας ελάχιστες ή ακόμη και ανύπαρκτες κυψέλες, εισάγουν μέλι από το εξωτερικό και το παρουσιάζουν ως ελληνικό.
Θεσσαλία: Στενεύουν τα περιθώρια για απάτες
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κτηνοτροφικών Συλλόγων Θεσσαλίας, Δημήτρης Μπαλούκας, χαρακτηρίζει αρκετά διδακτική την υπόθεση με την απόσυρση των αιτήσεων συμμετοχής στη βιολογική κτηνοτροφία, καθώς, «όπως αποδείχθηκε, όταν η πολιτεία θέλει να εφαρμοστεί η νομοθεσία και τα προβλεπόμενα από αυτήν, τότε τα περιθώρια απάτης από τους επιτήδειους στενεύουν».
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «αν η απόφαση του ΥπΑΑΤ, κ. Τσιάρα, λαμβανόταν προ ετών, προφανώς θα αποφεύγονταν περιστατικά ανάλογα με αυτά των παράνομων επιδοτήσεων από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ή αν ήταν υποχρεωτική η κατάθεση του Αριθμού Ταυτότητας Ακινήτου (ΑΤΑΚ) στις δηλώσεις ΟΣΔΕ, όπως συμβαίνει φέτος, τότε σίγουρα τα προηγούμενα χρόνια θα είχε μπει μία τάξη στο μπάχαλο των επιδοτήσεων».
Κεντρική Μακεδονία: Συγκεχυμένη η εικόνα, διίστανται οι απόψεις
Από τον Νομό Κιλκίς, ο πρόεδρος του Αγροτοκτηνοτροφικού Συλλόγου Παιονίας, Θωμάς Καρυπίδης, σημειώνει ότι και στην περιοχή του έχουν παρατηρηθεί περιστατικά αποχωρήσεων από τα προγράμματα βιολογικής κτηνοτροφίας και μελισσοκομίας. «Έχουμε κτηνοτρόφους, αλλά και μελισσοκόμους που αποχωρούν από τα βιολογικά, κυρίως επειδή ανησυχούν για το νέο καθεστώς ελέγχου. Αυτό, βέβαια, γίνεται σε όλη την Ελλάδα. Πώς είναι δυνατόν να έχει κάποιος βιολογική κτηνοτροφία, όταν η παραγωγή της βιολογικής δεν επαρκεί; Ούτε το 10% δεν έχουμε στην Ελλάδα. Όλα γίνονται για να πάρουν τις έξτρα επιδοτήσεις. Σε ό,τι αφορά τη μελισσοκομία, τα δικά μας βουνά γέμιζαν από μεταφερόμενα μελίσσια, τα οποία, όμως, ήταν χωρίς μέλισσες, ή υπήρχαν πολύ λίγες στις κυψέλες», λέει χαρακτηριστικά ο κ. Καρυπίδης.
Νίκος Δημόπουλος, πρόεδρος Κτηνοτροφικού Συλλόγου Καβάλας: «Αυτός που είναι νόμιμος δεν πρέπει να φοβάται τίποτα»
Ο ίδιος επισημαίνει ότι ορισμένοι παραγωγοί φοβούνται αν ανήκουν σε εταιρεία που δεν τους έλεγξε ποτέ, γιατί αγνοούν τη διαδικασία, ενώ δεν θα έπρεπε. «Επί της ουσίας, η εταιρεία ελέγχει τις ζωοτροφές, τι τάισε ο κτηνοτρόφος όλη τη χρονιά και τι διατηρεί στην αποθήκη. Δεν πραγματοποιεί κάποια ανάλυση στα ζώα», επεξηγεί. Ο κ. Δημόπουλος τονίζει με νόημα ότι έχει πολύ λίγα δικαιώματα ως «χαμηλόμισθος» κτηνοτρόφος. «Τα χρήματα για τη βιολογική κτηνοτροφία έχουν πέσει κάτω από το μισό συγκριτικά με την περίοδο πριν από το 2022», τονίζει και εξηγεί ότι στη βιολογική κτηνοτροφία αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κόστος και μικρότερη παραγωγή συγκριτικά με τη συμβατική εκτροφή, καθώς οι ζωοτροφές είναι ακριβότερες. Σημειώνει, δε, ότι στα Οικολογικά Σχήματα καλούνται να μοιραστούν την ίδια πίτα, επομένως όσο περισσότεροι είναι τόσο λιγότερα είναι τα χρήματα, ενώ αντίθετα όταν πληρωνόταν από πρόγραμμα, το ποσό διαμορφωνόταν ανάλογα με τα στρέμματα και ήταν σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος. Τέλος, ο ίδιος υπενθυμίζει ότι στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης οι κτηνοτρόφοι παίρνουν λιγότερα χρήματα συγκριτικά με άλλες περιοχές για τον ίδιο αριθμό ζώων, γιατί τους αναλογεί λιγότερος βοσκότοπος, θέμα που επανειλημμένα έθιξαν με επιστολές τους και στο ΥΠΑΑΤ, τονίζοντας την ανισομερή κατανομή ενισχύσεων κατά χωρική ενότητα, με συνέπεια την απώλεια ενισχύσεων εκατομμυρίων ευρώ. |
«Το πρόβλημα ξεκινά από την κτηνοτροφία και όχι από τη μελισσοκομία»
Ωστόσο, εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η εικόνα που μεταφέρουν κάποιοι μελισσοκόμοι. Ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Ν. Θεσσαλονίκης, Κωνσταντίνος Γεωρτσιάκος, ισχυρίζεται πως όσους μελισσοκόμους γνωρίζει αυτοί περιμένουν να εγκριθούν για να ενταχθούν στο νέο πρόγραμμα και ότι δεν υπάρχουν προβλήματα από πλευράς τους με τους ελέγχους.
«Όλα αυτά που αναφέρονται για αιτήσεις αποχωρήσεων δεν είναι σοβαρά πράγματα, γιατί αφορούν χρήματα που θα δοθούν, εάν εγκριθούν. Εγώ, στη διαδικασία της ένταξης, είχα περάσει τέσσερις ελέγχους μέσα σε έναν μήνα. Το πρόβλημα ξεκινά από την κτηνοτροφία και όχι από τη μελισσοκομία. Είναι 22.000 οι μελισσοκόμοι σε όλη την Ελλάδα, ένας μικρός κλάδος, και θέλουν να τον μπλέξουν ότι έχει κάνει σκάνδαλα;», αναρωτιέται ο κ. Γεωρτσιάκος και καταλήγει, λέγοντας ότι πιστεύει πως όλα είναι καπνοί σε παραπέτασμα για να κρυφτούν τα κενά.
Πρόεδρος ΣΕΚ: «Οι κτηνοτρόφοι περιμένουν να ενταχθούν κανονικά»
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) και πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Δημητριακών και Κτηνοτροφικών Προϊόντων Καστοριάς, Δημήτρης Μόσχος, τονίζει πως δεν έχει γίνει καμιά αποχώρηση κτηνοτρόφου ή μελισσοκόμου από τον συνεταιρισμό του. «Περιμένουν να ενταχθούν κανονικά. Έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία και είναι στην αναμονή. Από όσους έχουν αιτηθεί στον συνεταιρισμό, δεν ήρθε κανείς να πει ότι αποχωρώ», διαβεβαίωσε ο κ. Μόσχος.
Δυτική Ελλάδα: Καμία τάση εξόδου από τα προγράμματα
Παρά τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστα Τσιάρα, περί «πρώτου κύματος αποχωρήσεων» από τα προγράμματα βιολογικής κτηνοτροφίας και μελισσοκομίας, η πραγματικότητα στη Δυτική Ελλάδα είναι εντελώς διαφορετική.
Σύμφωνα με πληροφορίες από γεωτεχνικούς συμβούλους, αγροτικούς συλλόγους και συνεταιρισμούς σε Αιτωλοακαρνανία, Αχαΐα και Ηλεία, δεν καταγράφεται καμία μαζική αποχώρηση παραγωγών. Αντιθέτως, η πλειοψηφία των ενδιαφερομένων παραμένει ενεργή, παρά τις καθυστερήσεις και τις δυσκολίες. Το μικρό ποσοστό παραγωγών που, τελικά, αποσύρει το ενδιαφέρον του δεν φαίνεται να το πράττει λόγω φόβου ελέγχων, αλλά εξαιτίας της παρατεταμένης αδράνειας του προγράμματος.
Η πρόσκληση για το εν λόγω μέτρο έχει προδημοσιευθεί ήδη από τον Ιούνιο του 2024 και, έναν χρόνο μετά, δεν έχει προχωρήσει ουσιαστικά, δημιουργώντας εύλογη ανασφάλεια στους παραγωγούς.Παράλληλα, έντονη είναι η δυσαρέσκεια και στους παραγωγικούς φορείς της περιοχής, καθώς καταγγέλλεται ότι το κράτος καθυστερεί σημαντικά στις πληρωμές για προηγούμενες δράσεις βιολογικής κτηνοτροφίας και μελισσοκομίας. Η απογοήτευση των παραγωγών της Δυτικής Ελλάδας δεν σχετίζεται με την εντατικοποίηση των ελέγχων, αλλά με τη γενικότερη ασυνέπεια και αδράνεια της πολιτείας. Οι ισχυρισμοί περί «κύματος αποχωρήσεων» δεν ανταποκρίνονται στην τοπική εικόνα και δημιουργούν στρεβλές εντυπώσεις για τις πραγματικές αιτίες αποστασιοποίησης μεμονωμένων παραγωγών.
Πελοπόννησος: Ελάχιστες οι αποχωρήσεις βιοκαλλιεργητών
Αμελητέο είναι το ποσοστό των αποχωρήσεων βιοκαλλιεργητών μελισσοκόμων, αλλά και κτηνοτρόφων από το σχετικό πρόγραμμα, προκειμένου να μην εμπλακούν στους ελέγχους που θα ακολουθήσουν λόγω σκανδάλου ΟΠΕΚΕΠΕ.
Όπως δηλώνει ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συνεταιρισμού Αρκαδίας, Σταύρος Δημάκος, «μέχρι στιγμής, δεν έχει καταγραφεί τάση αποχώρησης βιοκαλλιεργητών. Οι όποιες αποχωρήσεις, που φαίνεται να είναι λίγες, αφορούν παλιούς βιοκαλλιεργητές μελισσοκόμους, που αντικαθίστανται από νέους. Όσα αναφέρονται έχουν περισσότερο σχέση με το κλίμα των ημερών παρά με την πραγματικότητα».
«Προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων»
Από την πλευρά του, ο Γιώργος Λάγιος, τέως πρόεδρος του Συλλόγου Μελισσοκόμων Μεσσηνίας, Αρκαδίας και Λακωνίας, διευκρινίζει ότι «οι αποχωρήσεις αφορούν κάποιους που νόμιζαν ότι είναι πολύ εύκολα τα πράγματα, αλλά στην πορεία αποφάσισαν να αποχωρήσουν. Σε ό,τι αφορά τον ΟΠΕΚΕΠΕ και τον συνδυασμό του σκανδάλου με τις αποχωρήσεις, που είναι ελάχιστες, μάλλον πρόκειται για προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων. Θα μας πάρει η μπάλα όλους τώρα. Να γίνουν έλεγχοι για να πάρει ο καθένας ό,τι δικαιούται».
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι οι έλεγχοι πρέπει να γίνονται «για να μην υπάρχουν περιθώρια εξαπάτησης», συμπληρώνοντας ότι «οι μελισσοκόμοι δεν έχουν πολλά περιθώρια, ενώ, σε ό,τι αφορά τη βιολογική κτηνοτροφία, στην Πελοπόννησο είναι είδος προς εξαφάνιση, αφού, όπως μας ενημέρωσαν από την Αργολίδα, το κόστος εκτροφής δεν έχει αφήσει περιθώρια ανάπτυξης του κλάδου. Συνεπώς, δεν υπάρχει περίπτωση συσχετισμού με τις δηλώσεις που έχουν γίνει».
Δημήτρης Σκόκας, γραμματέας Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος: «Να αποφεύγουμε τις γενικεύσεις» Ο γραμματέας της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος, Δημήτρης Σκόκας, μιλώντας στην «ΥΧ», εκφράζει την απογοήτευσή του για τα μηνύματα που εξέπεμψαν οι δηλώσεις Τσιάρα, σχετικά με τις μαζικές αποχωρήσεις από το πρόγραμμα της βιολογικής μελισσοκομίας, σημειώνοντας τα εξής: «Οι μαζικές αποχωρήσεις από το πρόγραμμα δεν σχετίζονται μόνο με τους ελέγχους, που επιτέλους θα γίνουν πριν από τις πληρωμές και το οποίο αποτελούσε πάγιο αίτημα της Ομοσπονδίας, αλλά και με τον λανθασμένο σχεδιασμό του προγράμματος από την αρχή, κάτι που παραδέχτηκε η ηγεσία του υπουργείου στη συνάντηση που είχαμε μαζί της. Τα 18 εκατομμύρια ευρώ πρόκειται να διατεθούν βάσει μοριοδότησης (σ.σ. στα 90 μόρια εκτιμάται ο κρίσιμος αριθμός) σε 400-500 δικαιούχους. Από τους συνολικά 4.000 δικαιούχους, που ακούγεται ότι υπέβαλαν αίτηση, όσοι δεν πρόκειται να επιδοτηθούν, δεν έχει νόημα να παραμένουν δεσμευμένοι στο πρόγραμμα. Να σημειωθεί ότι ακόμη περιμένουμε την απάντηση στο ερώτημα που καταθέσαμε στο ΥΠΑΑΤ για τον ακριβή αριθμό των αιτήσεων που έχουν υποβληθεί και σε πόσες κυψέλες αντιστοιχούν αυτές. Σίγουρα, κάποιοι αποχώρησαν από το πρόγραμμα φοβούμενοι τους ελέγχους, αλλά πρέπει να αποφεύγουμε τις γενικεύσεις. Μας ενοχλεί που ενώ είμαστε θύματα ενός άδικου συστήματος, καθώς λαμβάνουμε ελάχιστες επιδοτήσεις, κάποιοι πάνε να μας συνδέσουν με τους πρωταγωνιστές των σκανδάλων του ΟΠΕΚΕΠΕ και να μας μετατρέψουν σε εξιλαστήρια θύματα». |
Έλεγχοι: «Έχει βουίξει ο τόπος περί πλαστών πιστοποιητικών», λένε παράγοντες της αγοράς
Οι φορείς πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων θέλουν να ξεκαθαρίσει το τοπίο
Έχει βουίξει ο τόπος για το πώς δίνονται τα πιστοποιητικά βιολογικής μελισσοκομίας, αλλά πέρα από διαπιστώσεις και απλές ενδείξεις, απτές αποδείξεις δεν υπάρχουν για πλαστά έγγραφα ή απουσία ελέγχων από την πλευρά των φορέων πιστοποίησης βιολογικών προϊόντων. Αυτό τουλάχιστον λένε στην «ΥΧ» παράγοντες της αγοράς, που θέλουν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. Οι ίδιοι, όμως, έχουν απευθυνθεί στο ΥΠΑΑΤ, εφιστώντας την προσοχή των αρμοδίων εδώ και περίπου ενάμιση χρόνο, με αιχμή:
- Τον χαμηλό αριθμό προσωπικού και
- το χαμηλό κόστος πιστοποίησης, που εμφανίζουν ορισμένοι φορείς και έχουν αποκτήσει σημαντικό μερίδιο της αγοράς με αυτές τις μεθόδους.
Μάλιστα, επικροτούν την απόφαση του ΥΠΑΑΤ να προχωρήσει σε ενδελεχή έλεγχο των αιτήσεων για το νέο πρόγραμμα ενίσχυσης της βιολογικής μελισσοκομίας, στο οποίο παρουσιάζεται πολύ μεγάλη αύξηση ενδιαφερομένων από την Κρήτη. Απευθύνουν, δε, έκκληση προς πάσα κατεύθυνση: «Δεν πρέπει να καούν μαζί με τα ξερά και τα χλωρά».
Τρία χρόνια ισχύει ο νέος κανονισμός
Από την πλευρά του, σε επώνυμη επιστολή σχετικά με τα ευρύτερα ζητήματα, που αντιμετωπίζει η ελληνική βιολογική γεωργία, ο πρόεδρος του φορέα πιστοποίησης «Φυσιολογική», Κωνσταντίνος Ιγνατιάδης, θέτει ακόμα μία παράμετρο: «Ο σαρωτικός, διαχρονικά ανακεφαλαιωτικός, σχολαστικός Κανονισμός 848/2018 ΕΕ ανέλαβε δράση μόλις πριν από τρία χρόνια. Και αυτό μετά από μία σχεδόν 7ετούς διάρκειας νομοπαρασκευαστική κυοφορία. Όλοι πίστευαν πως με την εφαρμογή του ο 848/2018 ΕΕ θα επέβαλλε επιτέλους μια “σωστή βιολογική γεωργία” σε όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ».
Και συμπληρώνει πως «ήδη στο σύντομο αυτό διάστημα εφαρμογής, μπορεί άνετα να διαπιστώσει κανείς ότι ο εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια –από πολλές απόψεις– διαβρωμένος τρόπος ελέγχου-πιστοποίησης στη βιολογική γεωργία και, κυρίως, στην ελληνική εκδοχή της, έγινε ακόμη χειρότερος. Ειδικά και όσον αφορά στη βελτίωση της “εσωτερικής ποιότητας”, δηλαδή της καθαυτό διαδικασίας βιολογικής παραγωγής».
Ο ίδιος καταγγέλλει στο τέλος της επιστολής: «Ο απροκατάληπτος αναγνώστης εύκολα μπορεί να αντιληφθεί γιατί ο “ελληνικός βιολογικός αγροτροφικός τομίσκος” επί εδώ και 35 χρόνια λειτουργούσε ψευδεπίγραφα, υποκριτικά εξαπατητικά, με αποτέλεσμα η βιολογική γεωργία, εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες να καταντήσει ένα πανενωσιακό θέατρο ψεύδους και παραλογισμού, που παίζεται από τις “πάνω” μέχρι τις “κάτω” βαθμίδες του κατά επίφαση συστήματος».
Και καταλήγει: «Βεβαίως, με προεξάρχοντες και άμεσους πρωταγωνιστές τούς ΟΕΠ (σ.σ. φορείς πιστοποίησης), τα ποικίλα μεσαζοντικά “γραφεία”, μέχρι κάτω τον τελευταίο “διαθέσιμο και πρόθυμο” –αν πρόκειται έστω και για 1 ευρώ παραπάνω επιδότηση– “δήθεν βιοπαραγωγό”».