Αυτό το άρθρο είναι 96 μηνών

Αγριόχοιροι και λαγοί: Δύσκολα κυνήγια

16/09/2016
10' διάβασμα
agriochoiroi-kai-lagoi-dyskola-kynigia-50946

Σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές σε όλη τη χώρα κατευθύνονται αυτές τις ημέρες οι Έλληνες κυνηγοί, καθώς από χθες, Πέμπτη 15 Σεπτέμβρη, ξεκίνησε η περίοδος για το κυνήγι –ανάμεσα σε άλλα– του αγριόχοιρου και του λαγού.

Και τα δύο θηρεύσιμα είδη που επιλέξαμε να παρουσιάσουμε αυτή την εβδομάδα έχουν τις ιδιαιτερότητές τους, αλλά και τις δυσκολίες τους. Ο λόγος για τον αγριόχοιρο που χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή από τους κυνηγούς και για τον λαγό, που ξέρει να κρύβεται, αλλά και να ξεφεύγει από τους… διώκτες του.

Το κυνήγι του λαγού

Το λαγοκυνήγι είναι το πιο παραδοσιακό κυνήγι στην Ελλάδα, αλλά και το αρχαιότερο. Είναι πολύ δύσκολο και πολυσύνθετο, αλλά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, γι’ αυτό και παραμένει από τα πρώτα στην προτίμηση των κυνηγών. Ο λαγός συναντάται, κυρίως, σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές και σε μικρότερο βαθμό στους κάμπους. Χρειάζεται μέρη για να μπορεί να τρέφεται, να φωλιάζει και να αναπαραχθεί, αλλά και για να κρύβεται.

Καλά καρτέρια για τους κυνηγούς θεωρούνται τα μονοπάτια, τα οποία διασχίζουν το δάσος. Ο λαγός, κατά τη δίωξη, τα χρησιμοποιεί για να μπορεί να αλλάζει την πορεία του ευκολότερα, αλλά και πιο γρήγορα. Βέβαια, είναι δύσκολο να κυνηγήσεις λαγό χωρίς ένα καλό λαγόσκυλο, το οποίο θεωρείται ίσως το βασικότερο «εργαλείο» για την τελική έκβαση.

Για να καρποφορήσει το κυνήγι του λαγού, ο κυνηγός πρέπει να αφιερώσει χρόνο και να έχει αντοχές, γιατί η ανίχνευσή του απαιτεί πολύ περπάτημα. Έτσι, για τη… δίωξη του λαγού, ο κυνηγός πρέπει να ξέρει το βουνό, να έχει επιμονή και υπομονή ώστε να τον περιμένει, αλλά και το λαγόσκυλο πρέπει να έχει όλα τα προσόντα για να μπορέσει να κυνηγήσει με επιτυχία. Βέβαια, δεν είναι απίθανο μετά από τόσο κόπο και τόσες ώρες που θα… ξοδευτεί στο κυνήγι, ο κυνηγός τελικά να γυρίσει με άδεια χέρια, όχι γιατί δεν υπάρχει το θήραμα, αλλά γιατί απλά αυτό έχει κρυφτεί.

Ο αγριόχοιρος

ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΙ ΚΑΙ ΛΑΓΟΙ: Δύσκολα κυνήγιαΟ αγριόχοιρος είναι ένας είδος θηράματος που η εξάπλωσή του έχει πάρει τρομακτικές διαστάσεις. Πρόκειται για ένα είδος, που ο πληθυσμός του είναι πλέον δύσκολο να θεωρηθεί ότι κυμαίνεται σε ανεκτά επίπεδα, ενώ απ’ όπου περάσει προκαλεί ζημιές και καταστροφές. Συναντάται σε μεγάλο βαθμό σε Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρο, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα και Σάμο, ενώ το τελευταίο διάστημα έχει κάνει την εμφάνισή του σε Πελοπόννησο και Λέσβο (στο όρος Όλυμπος). Επειδή το κάθε κυνήγι έχει την ιδιαιτερότητά του, έτσι και ο αγριόχοιρος έχει τη δική του. Δεν μπορεί να το κυνηγήσει μόνο ένας άνθρωπος μαζί με τον σκύλο του. Το κυνήγι του αγριόχοιρου είναι ομαδικό και προϋποθέτει η ομάδα να έχει πολλές αρετές, μια και χρειάζεται πρώτα απ’ όλα να υπάρχει συνεννόηση μεταξύ των μελών. Πρώτον, στην ομάδα απαιτείται να υπάρχει αρχηγός, δηλαδή ένας άνθρωπος που θα συντονίζει και θα καθοδηγεί τους υπόλοιπους. Αυτός θα έχει την ευθύνη, αλλά και την ικανότητα να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο θα στηθούν τα καρτέρια, αλλά και πώς τα σκυλιά θα καταφέρουν να οδηγήσουν τους αγριόχοιρους στα καρτέρια. Όπως είναι φυσικό, οι κυνηγοί θα πρέπει να προσέχουν σε μεγάλο βαθμό, προκειμένου να αποφύγουν τυχόν ατυχήματα.

Απελευθερώσεις πέρδικας στην Ήπειρο

Σχεδόν έναν μήνα πριν ξεκινήσει το κυνήγι της πέρδικας την 1η Οκτώβρη, η Ε’ Κυνηγετική Ομοσπονδία Ηπείρου προχώρησε πριν από λίγες μέρες σε απελευθέρωση δεκάδων ζευγαριών ορεινής πέρδικας, που αναπαράγονται στο εκτροφείο της Ομοσπονδίας. Πρόκειται για την πρώτη απελευθέρωση που πραγματοποιήθηκε από την Ομοσπονδία. Στους τέσσερις νομούς της Ηπείρου και σε έξι-επτά περιοχές κάθε νομού, απελευθερώθηκαν περίπου πέντε με έξι ζευγάρια ορεινής πέρδικας.

Από καταμετρήσεις που έγιναν και δημοσιεύτηκαν σε εγκεκριμένα επιστημονικά περιοδικά (αποδεκτές και από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Περιβάλλοντος) ο πληθυσμός της ορεινής πέρδικας στην Ελλάδα εκτιμάται γύρω στα 100.000 αναπαραγωγικά ζευγάρια. «Ο πληθυσμός του είναι πολύ μεγάλος και δεν μπορούμε να πούμε ότι κινδυνεύει. Απλώς σε κάποιες περιοχές λόγω ανθρωπογενών και βιολογικών παραγόντων εκλείπει. Εμείς προσπαθούμε να την επαναφέρουμε σε αυτές τις περιοχές. Σκοπός μας είναι να αυξήσουμε την κυνηγετική κάρπωση, να είναι ικανοποιημένοι οι κυνηγοί που θα βγουν για πέρδικα», μας λέει ο Ηλίας Παπάς, δασολόγος, θηραματολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της Ε’ Κυνηγετικής Ομοσπονδίας Ηπείρου.

Σε ό,τι αφορά τις απελευθερώσεις που έγιναν, ο κ. Παπάς μας είπε ότι η Ομοσπονδία αυτό που έκανε είναι «στις περιοχές που απελευθερώσαμε να πληρούνται τουλάχιστον τρεις βασικές προϋποθέσεις που χρειάζεται το θήραμα. Να υπάρχει νερό, τροφή και κάλυψη. Εάν υπάρχουν αυτές οι προϋποθέσεις, τότε το θήραμα ή το είδος της άγριας πανίδας που απελευθερώνεται έχει αυξημένες πιθανότητες να επιβιώσει, να μείνει στην περιοχή και να αναπαραχθεί. Εμείς προσπαθήσαμε με κάποιες ήπιες βελτιωτικές παρεμβάσεις να καλύψουμε αυτές τις ανάγκες του θηράματος πριν το απελευθερώσουμε σ’ αυτές τις περιοχές. Επί της ουσίας, βελτιώσαμε τον παράγοντα που ήταν σε έλλειψη και γι’ αυτό λέμε ότι θα έχει καλές πιθανότητες για να μπορέσει να επιβιώσει. Αυτό το προσέξαμε και θεωρώ ότι θα έχουμε αναπαραγωγική επιτυχία. Όμως, η φύση είναι φύση και έχει τους δικούς της νόμους και κανόνες».

Κλιματική αλλαγή και αποδημητικά πουλιά

Αλλάζουν οι χρόνοι μετανάστευσης

ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΙ ΚΑΙ ΛΑΓΟΙ: Δύσκολα κυνήγιαΑλλαγές στις εποχές κατά τις οποίες τα μεταναστευτικά πουλιά αποδημούν από το ένα σημείο της Γης στο άλλο προκαλεί η κλιματική αλλαγή. Αυτό αναφέρει το National Science Foundation (NSF) σε πρόσφατη έρευνά του, η οποία βασίζεται σε δεδομένα τηλεπισκόπησης από ραντάρ επιτήρησης των καιρικών συνθηκών τόσο εναέριων όσο και επίγειων. «Οι δείκτες παρουσιάζουν τις κινήσεις εκατομμυρίων αποδημητικών πτηνών», λέει ο βιολόγος του πανεπιστημίου της Οκλαχόμα, Jeff Kelly. «Η κατανόηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, που συνδέονται με τη μετανάστευση των αποδημητικών πτηνών, μπορούν να αποτελέσουν το κλειδί για την πρόβλεψη μελλοντικών αλλαγών, που θα επέλθουν στην πανίδα διάφορων περιοχών του πλανήτη», σημειώνει ο J. Kelly, που συμμετείχε στην εκπόνηση της έρευνας. Όπως ο ίδιος προσθέτει, «οι νέες πηγές δεδομένων, όπως αυτές που προκύπτουν από τις μηχανές επιτήρησης του καιρού, θα μας επιτρέψουν την ανάπτυξη ενός δείκτη της μετανάστευσης των πτηνών». Ο συνδυασμός των νέων αυτών πηγών δεδομένων παρέχει νέες ιδέες για το πώς και το πότε συμβαίνουν οι μεταναστεύσεις.

Ο κυνηγός είναι συνυφασμένος με την ύπαιθρο. Στα ορεινά παραμεθόρια χωριά της Ελλάδας, ειδικά τον χειμώνα, ο μοναδικός επισκέπτης που μπορεί κάποιος να συναντήσει δεν είναι άλλος από τον κυνηγό. Μάλιστα, τα περισσότερα από αυτά τα απομακρυσμένα και με λίγους κατοίκους χωριά, συντηρούνται οικονομικά από τη δραστηριότητα των κυνηγών.

Οι λάτρεις του κυνηγιού συντηρούν και ενισχύουν τα πρατήρια, τα ξενοδοχεία, τα καταστήματα που εφοδιάζονται τον εξοπλισμό τους, τις ταβέρνες και τα καφενεία και βάζουν με τον τρόπο τους το δικό τους λιθαράκι τους, ώστε να μην ερημωθούν τα χωριά. Μάλιστα, δεν είναι λίγα τα μαγαζιά, ειδικά τα καφενεία στα ορεινά χωριά, που ανοίγουν μόνο τρεις ημέρες την εβδομάδα (Τετάρτη, Σάββατο και Κυριακή), τις ημέρες δηλαδή που επιτρέπεται το κυνήγι για ορισμένα θηρεύσιμα είδη.

Ιχνηλάτες και σκύλοι φέρμας, οι συγκυνηγοί

Ο κυνηγός είναι δύσκολο να κυνηγήσει διάφορα είδη θηραμάτων, όπως λαγό, πέρδικα, αγριόχοιρο και μπεκάτσα, χωρίς να έχει και τον κατάλληλο σκύλο, που να πληροί όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις με βάση τη ράτσα του. Ο σκύλος είναι ο συνοδηγός, είναι ο συγκυνηγός, είναι με άλλα λόγια το ταίρι του κυνηγού. Παλαιότερα, βέβαια, υπήρχαν κάποιοι άνθρωποι, οι οποίοι κυνηγούσαν ακολουθώντας τα ίχνη του θηράματος, οι λεγόμενοι ιχνηλάτες. Σήμερα, ιχνηλάτες είναι οι σκύλοι ειδικοί για τριχωτά και οι σκύλοι φέρμας για πουλιά εδαφόβια.

Θηλαστικά, δενδρόβια και άλλα

ΑΓΡΙΟΧΟΙΡΟΙ ΚΑΙ ΛΑΓΟΙ: Δύσκολα κυνήγιαΓια τον μεγαλύτερο όγκο των θηρεύσιμων ειδών η κυνηγετική περίοδος άρχισε χθες, Πέμπτη 15 Σεπτέμβρη. Μεταξύ αυτών, είναι όλα τα θηλαστικά (αγριοκούνελο, λαγός, αγριόχοιρος, αλεπού και πετροκούναβο), καθώς και τα δενδρόβια και εδαφόβια πτηνά (όπως φάσα, αγριοπερίστερο, τσίχλα, κοτσύφι, ορτύκι, τρυγόνι κ.ά.), αλλά και τα υδρόβια και παρυδάτια πτηνά (όπως σφυριχτάρι, σουβλόπαπια κ.ά.).

Ανθή Γεωργίου

ΓΡΑΦΕΙ: