Χοιροτροφία: Αναθέρμανση μετά από βαρύ χειμώνα

Οι εξελίξεις στο διεθνές τοπίο δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον εγχώριο κλάδο

xoirotrofia

Σε τροχιά ανάκαμψης έχει μπει τις τελευταίες εβδομάδες ο κλάδος της χοιροτροφίας, μετά από έναν δύσκολο χειμώνα ο οποίος χαρακτηρίστηκε από ιδιαίτερα χαμηλές τιμές, ακολουθώντας αναπόφευκτα την αντίστοιχη πτώση των τιμών που παρατηρήθηκε σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η καθοδική τροχιά που διέγραψε η μέση τιμή στην ΕΕ από τις αρχές του προηγούμενου Δεκεμβρίου, η οποία κράτησε δύο μήνες, με βάση τα σχετικά επίσημα στοιχεία, άρχισε να επηρεάζει τις τιμές για τους Έλληνες παραγωγούς πιο αισθητά μόλις τελείωσε το δεκαπενθήμερο των γιορτών Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου, οπότε και χάθηκαν οι «αντιστάσεις» της εορταστικής κινητικότητας.

Η τιμή που απολάμβαναν οι Έλληνες χοιροτρόφοι διατηρήθηκαν μέσα στις γιορτές στο 1,35 μέχρι και 1,5 ευρώ το κιλό, έχοντας πίσω τους μια θερμή καλοκαιρινή περίοδο, κατά την οποία η τιμή παραγωγού έπιασε το 1,6 ευρώ ζων βάρος. Με το «καλημέρα», όμως, ο Ιανουάριος επεφύλαξε ένα δύσκολο πεντάμηνο με αποκλιμάκωση της τιμής η οποία έφτασε μέσα στον Απρίλη και αρχές Μαΐου και στο 1,05 ευρώ.

Πώς ξεκινάει το καλοκαίρι

Τις τελευταίες 20 μέρες περίπου, η τιμή του εγχώριου χοιρινού κινείται σταθερά ανοδικά. Ήδη γίνεται λόγος για μια σταθερότητα γύρω από τα 1,15-1,2 ευρώ το κιλό ζων βάρος, ακόμα και για 1,25 για κάποιες πράξεις, ενώ οι χοιροτρόφοι εκτιμούν ότι θα πιάσει τα 1,3 την επόμενη εβδομάδα. Ο κλάδος διακρίνει την πρώτη κινητικότητα της καλοκαιρινής περιόδου και οι χοιροτρόφοι έχουν βάσιμες προσδοκίες ότι το καλοκαίρι θα απολαύσουν καλύτερες τιμές, δεδομένης και της αύξησης της κατανάλωσης λόγω τουρισμού. Στον βαθμό, δε, που οι καλές τιμές διατηρηθούν για ένα διάστημα μηνών, οι χοιροτρόφοι ευελπιστούν ότι θα αντισταθμίσουν μέχρι ενός σημείου τις απώλειες του χειμώνα.

Την ίδια στιγμή, πάντως, αντίστροφη πορεία διαγράφει ο παράγοντας του κόστους. Όπως υπογράμμισε ο Γιώργος Κελαϊδίτης, «είναι δεδομένο ότι φέτος θα έχουμε πιο ακριβά δημητριακά. Ήδη έχει ανατιμηθεί η σόγια, η βασικότερη πηγή πρωτεΐνης στο σιτηρέσιό μας, κατά περίπου 30% στο τέλος του πρώτου τριμήνου, καθώς εκτοξεύτηκε στο χρηματιστήριο του Σικάγο. Στα δημητριακά, επίσης, υπάρχουν μηνύματα για ξηρασίες και μικρότερες στρεμματικές αποδόσεις, ακόμα και τα εισαγόμενα αναμένεται να είναι ακριβότερα κατά 5%-10% σε σύγκριση με πέρσι, άρα είναι δεδομένο ότι τα περιθώρια των χοιροτρόφων θα είναι πιο πιεσμένα για τον επόμενο χρόνο».

Φάρμα βαβουράκη: Βιολογικό χοιρινό και πίστη στην παράδοση
Η οργανωμένη χοιροτροφία αριθμεί 45.000-50.000 χοιρομητέρες

Συμβολαιακή χοιροτροφία, όπως συμβολαιακή πτηνοτροφία

«Η οργανωμένη χοιροτροφία αριθμεί 45.000-50.000 χοιρομητέρες. Υπάρχει χώρος και δεδομένα για ανάπτυξη, αρκεί να υπάρξουν επιχειρηματικά σχήματα –όχι απαραίτητα πολύ μεγάλα–, τα οποία θα θελήσουν να τον αναπτύξουν», υποστηρίζει ο κ. Κελαϊδίτης. Σε αυτό το πλαίσιο, δίνει ένα ιδιαίτερο βάρος στη συμβολαιακή χοιροτροφία, λέγοντας χαρακτηριστικά: «υπάρχει ένα κενό όσον αφορά τη συμβολαιακή χοιροτροφία: η ανάπτυξη της παγκόσμιας χοιροτροφίας στηρίζεται στη συμβολαιακή, ειδικά στην Αμερική. Μπορεί να δούμε στο μέλλον μεγάλα σχήματα να κρατούν το κομμάτι της παραγωγής χοιριδίων μέχρι τα 25-30 κιλά και μετά, (όπως στο μοντέλο της πτηνοτροφίας, να το δίνουν πίσω στην καθετοποιημένη μονάδα που κάνει τη σφαγή και την επεξεργασία. Δεν αποκλείεται να δούμε τέτοια σχήματα να προχωρούν και να δίνουν και τέτοιες επιλογές στους μελλοντικούς χοιροτρόφους. Ακόμη δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στη χώρα μας».

Το διεθνές περιβάλλον

Συνολικά στην ΕΕ έχουν αρχίσει να διορθώνονται τα πολύ χαμηλά επίπεδα τιμών των προηγούμενων μηνών, έχοντας καταγράψει τη χαμηλότερη τιμή –ως μέσο όρο των 28– στο τέλος Ιανουαρίου. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι τιμές παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Όπως προκύπτει από το πρόσφατο στατιστικό δελτίο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στις 21 Μαΐου (ημερομηνία τελευταίας αναφοράς τιμών), η μέση τιμή του σφαγίου στην ΕΕ ήταν χαμηλότερη από εκείνη της αντίστοιχης περσινής κατά 18%.

Σχολιάζοντας το τοπίο που διαμορφώνεται στον κλάδο, ο χοιροτρόφος Γιώργος Κελαϊδίτης, οποίος διατηρεί καθετοποιημένη μονάδα στη Χαλκίδα, τόνισε στην «ΥΧ»: «Έχουμε έναν κακό συνδυασμό αύξησης της παραγωγής στο δυτικό ημισφαίριο, λόγω και αύξησης των χοιρομητέρων αλλά και της παραγωγικότητάς τους, με αποτέλεσμα να μιλάμε για μεγάλες ποσότητες. Την ίδια στιγμή, όμως, παρατηρήθηκε ραγδαία μείωση στις εισαγωγές που πραγματοποιεί η Κίνα, οι οποίες την περσινή χρονιά είχαν δώσει ώθηση στην τιμή των προϊόντων και στις εξαγωγές τις προερχόμενες από Ευρώπη και Αμερική. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τιμές έφτασαν τη 18η εβδομάδα του χρόνου να είναι χαμηλότερες κατά 22% περίπου σε σύγκριση με τις αντίστοιχες της περσινής περιόδου. Αυτό είναι το “χαστούκι” που έφαγε η ευρωπαϊκή χοιροτροφία. Επομένως, ήταν μια διόρθωση λίγο πιο έντονη από αυτό που αντέχουν τα περιθώρια της χοιροτροφίας». Την αντιστρόφως ανάλογη εξέλιξη τιμών και παραγωγής επιβεβαιώνουν τα στοιχεία της ΕΕ, σύμφωνα με τα οποία, στο πρώτο δίμηνο του 2018, οι 28 χώρες της ΕΕ αύξησαν κατά μέσο όρο 6,5% την παραγωγή τους, με την Ελλάδα να βρίσκεται στο 8,9%.

Για το φαινόμενο της κυκλικότητας στον κλάδο έκανε λόγο και ο πρόεδρος της Νέας Ομοσπονδίας Χοιροτροφικών Συλλόγων Ελλάδας, Γιάννης Μπούρας, επισημαίνοντας πως «η διεθνής πτώση ακολούθησε, όπως συνηθίζεται, μιας καλής περιόδου, καθώς συνήθως μετά από μια καλή περίοδο, αυξάνεται διεθνώς η παραγωγής. Διανύουμε αυτή την περίοδο και ακολουθούμε κι εμείς αυτή την καμπύλη, μη γνωρίζοντας τι χρονικό ορίζοντα έχει».

Ο κ. Μπούρας, όμως, συμπλήρωσε ότι ειδικά για την εγχώρια χοιροτροφία, το πλήγμα δεν ήταν μόνο οι χαμηλές τιμές. Σημαντική παράμετρος που επιβάρυνε την κατάσταση ήταν η έντονη πτώση της κατανάλωσης, «τέτοια ώστε να αντιμετωπίζουμε δυσκολία ακόμα και σε χαμηλές τιμές να φύγουν τα προϊόντα».

Χωρίς περιστροφές αναφέρθηκε στη διάσταση των εισαγωγών ο αντιπρόεδρος του ΣΕΚ, υπεύθυνος για τη χοιροτροφία, Γιώργος Διδάγγελος, σημειώνοντας ότι «εμείς επηρεαζόμαστε από τις προηγμένες στη χοιροτροφία χώρες της ΕΕ. Όταν πέφτουν εκεί οι τιμές, μπορεί να στέλνουν εδώ τις τελευταίες ποιότητες με τις χαμηλότερες τιμές, οι οποίες για τα δικά μας μέτρα φαντάζουν τιμές ντάμπινγκ. Δηλαδή, όταν ο Ολλανδός κλείσει την 1η, 2η, 3η ποιότητά του και κερδίσει αυτά που είναι να κερδίσει, την 4η ποιότητα, τη χειρότερη, μπορεί να τη στείλει εδώ μόνο με κόστος τα μεταφορικά. Αυτό πιέζει την τιμή και για τη δική μας παραγωγή», τονίζει.