Άρδευση και λίπανση, ένας συνδυασμός με πολλαπλά οφέλη

του Άγγελου Δημητρακόπουλου, λέκτορα καθηγητή Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Τμήμα Γεωπονίας

Τα κοκκώδη λιπάσματα μέχρι και σήμερα είχαν χαμηλή αποδοτικότητα σε σύγκριση με το οικονομικό τους αποτέλεσμα. Το μέγιστο της παραγωγής που μπορούν να δώσουν φτάνει έως το 60%, με σοβαρά όμως μειονεκτήματα ως προς την επιβάρυνση του περιβάλλοντος.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα δημιουργούν τα νιτρικά και, φυσικά, υπάρχουν και δυσκολίες ως προς τη χρήση τους σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης των καλλιεργειών. Η αναγκαιότητα της καλύτερης διαχείρισης των λιπασμάτων και φυσικά της αποτελεσματικότητας ώθησε τον τομέα της σύγχρονης έρευνας και της τεχνολογίας στην ανάδειξη των υδατοδιαλυτών λιπασμάτων.

Στο κομμάτι της υδρολίπανσης, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη στη σύνδεση της άρδευσης με τη λίπανση. Το διαθέσιμο νερό που υπάρχει στην εκμετάλλευση, η ποιότητα του αρδευτικού νερού όσον αφορά κυρίως την αγωγιμότητα και το pH, αλλά και η μηχανική σύσταση του εδάφους αποτελούν τους βασικούς παράγοντες, τους οποίους θα πρέπει να τους συνδυάσουμε με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στο μικροκλίμα της περιοχής.

Η τεχνική της υδρολίπανσης χρειάζεται την υποστήριξη ενός σύγχρονου μηχανολογικού εξοπλισμού με αυτοματοποιημένη χρήση, ώστε να πετύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα, εφαρμόζοντας τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνολογίες. Η εφαρμογή αυτών των τεχνικών για τη χρήση των υδατοδιαλυτών λιπασμάτων απαιτεί και ένα σύγχρονο γνωστικό πεδίο εφαρμογών, ώστε οι αποδόσεις να φτάσουν στον μέγιστο βαθμό.

Τα βασικά μέρη ενός σύγχρονου συστήματος υδρολίπανσης

Η κεφαλή άρδευσης αποτελεί την καρδιά ενός πετυχημένου συστήματος υδρολίπανσης και πρόκειται για το βασικότερο εξάρτημα. Μέσα από αυτήν περνάει όλο το νερό άρδευσης και θα πρέπει αυτός ο μηχανισμός να βρίσκεται σε συνεχή λειτουργία χωρίς προβλήματα.

Βασική υποχρέωση του χρήστη είναι η πιστή συντήρηση και η χρήση αυστηρά με βάση τους κανόνες λειτουργίας του. Συνήθως, τα προβλήματα που συναντά η κεφαλή έχουν σχέση με την ποιότητα νερού. Οι ξένες ύλες που υπάρχουν μέσα στο νερό δημιουργούν έμφραξη στο αρδευτικό σύστημα, με αποτέλεσμα πολλές φορές τη δυσλειτουργία του. Η σωστή συντήρηση αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ορθής διαχείρισης όλων των εξαρτημάτων και ειδικά των φίλτρων.

Σημαντικό ρόλο, επίσης, στην ορθή λειτουργία του συστήματος άρδευσης έρχεται να παίξει και ο τύπος του λιπαντήρα που θα χρησιμοποιήσουμε. Στην αγορά συνήθως υπάρχουν τρεις τύποι. Ο πρώτος αφορά το κλειστό δοχείο διαφορικής πίεσης, ο δεύτερος είναι ο λιπαντήρας Venturi και ο τρίτος τύπος αφορά τις δοσομετρικές αντλίες, οι οποίες μπορούν να δεχτούν και συστήματα αυτοματισμού. Η επιλογή του κατάλληλου λιπαντήρα από τους αγρότες γίνεται κυρίως με οικονομικά κριτήρια και λιγότερο με τεχνικά.

Δίνοντας ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για μία περίπτωση ενός αρδευτικού συστήματος, οι δύο πρώτοι τύποι μπορούν να βρεθούν στην αγορά από 70 έως 150 ευρώ, ενώ στην περίπτωση του τρίτου τύπου, δηλαδή της δοσομετρικής αντλίας, η τιμή μπορεί να ξεπεράσει ακόμα και τα 2.000 ευρώ με συστήματα αυτοματοποίησης. Η διαφορά είναι εμφανής ως προς το οικονομικό σκέλος, αλλά η αποτελεσματικότητα ως προς τη διαχείριση των υδατοδιαλυτών λιπασμάτων μέσω ακόμη και του κινητού τηλεφώνου είναι πολύ καλύτερη.

Σημαντικός παράγοντας η γνώση

Οι γνώσεις και οι απαιτήσεις γύρω από το θέμα της καλλιέργειας, όπως επίσης και η ποιότητα του αρδευτικού νερού σε συνδυασμό με τα λιπάσματα που θα χρησιμοποιήσουμε θα καθορίσουν και τον βαθμό επιτυχίας αυτών μας των επιλογών. Τα λιπάσματα, ανάλογα με την ιδιότητά τους, παρουσιάζουν μία κινητικότητα μέσα στο φυτό.

Το άζωτο, το κάλιο και το νάτριο αποτελούν τα περισσότερο ευκίνητα στοιχεία μέσα στους ιστούς του φυτού. Ο φώσφορος, το θείο, το χλώριο και το μαγνήσιο παρουσιάζουν μία μέτρια κινητικότητα και πρέπει να προσεχθούν αναλόγως. Το σωστό pH του διαλύματος πρέπει να κυμαίνεται από 5,3 έως 5,8 και η ηλεκτρική αγωγιμότητα να είναι κοντά στο 1,5 dS/m, ώστε να έχουμε καλύτερα αποτελέσματα κατά την εφαρμογή. Τέλος, για τα δυσκίνητα, όπως είναι ο χαλκός και ο σίδηρος, πρέπει να αυξάνουμε την αγωγιμότητα περίπου στο 2,5 dS/m, για να γίνονται περισσότερο αφομοιώσιμα από τα φυτά.

Συνδυάζοντας τους κανόνες άρδευσης, όπως είναι ο χρόνος και η ποσότητα νερού που θα δώσουμε στα φυτά, θα οδηγηθούμε στις μέγιστες αποδόσεις στις καλλιέργειες.

Ανάλογα με τη μηχανική σύσταση των εδαφών, προσδιορίζουμε και την υδατοϊκανότητα, σε αυτή την περίπτωση εφαρμόζουμε κανόνες άρδευσης ανάλογα με τον τύπο των εδαφών και τις καλλιέργειες που θα εγκαταστήσουμε.