Οι βιοδιεγέρτες και η χρήση τους στα κηπευτικά: Τα οφέλη και οι όροι επιτυχίας

του Παναγιώτη Καλοζούμη, υποψήφιου διδάκτορα
του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών

Η έρευνα γύρω από τους βιοδιεγέρτες έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια. Τα σκευάσματα με βιοδιεγέρτες εφαρμόζονται σε κηπευτικές, δενδροκομικές και ανθοκομικές καλλιέργειες και έχουν κύριο σκοπό να προσφέρουν στους αγρότες λύσεις τόσο για την αύξηση της παραγωγής (ή της ανθοφορίας για τα καλλωπιστικά φυτά), όσο και για τη μείωση του χορηγούμενου νερού και των λιπασμάτων που εφαρμόζονται στην εκάστοτε καλλιέργεια.

Τι ορίζεται ως βιοδιεγέρτης

Με βάση τον du Jardin (2015), «ένας βιοδιεγέρτης φυτών μπορεί να είναι οποιαδήποτε χημική ουσία ή μικροοργανισμός που, όταν εφαρμόζεται σε φυτά, αυξάνει την αποδοτικότητα χρήσης των θρεπτικών, ενισχύει την άμυνα των φυτών σε αβιοτικές καταπονήσεις ή/και βελτιώνει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των παραγόμενων προϊόντων μέσω μηχανισμών, οι οποίοι δεν σχετίζονται με τη συγκέντρωση των θρεπτικών που μπορούν να περιέχονται στον βιοδιεγέρτη».

Από τη στιγμή που αναφερόμαστε μάλιστα και σε χημικές ουσίες, αλλά και σε μικροοργανισμούς, θα μπορούσαμε περαιτέρω να διαχωρίσουμε τους βιοδιεγέρτες σε δύο υποκατηγορίες, τους χημικούς και τους μικροβιακούς.

Οι κυριότερες κατηγορίες χημικών βιοδιεγερτών είναι τα εκχυλίσματα φυκιών, τα σκευάσματα πρωτεϊνών και αμινοξέων, οι χουμικές ουσίες, τα εκχυλίσματα φυτών ή ορισμένες ανόργανες ενώσεις που δεν λογίζονται ως απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία (λ.χ. αλουμίνιο, κοβάλτιο, σελήνιο κ.ά.). Οι μικροβιακοί βιοδιεγέρτες μπορούν να είναι ωφέλιμα βακτήρια ή μύκητες.

Τέλος, όσον αφορά τα σκευάσματα που προωθούν την άμυνα, με βάση τους πρόσφατους κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2019/1009), συγκαταλέγονται πλέον στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα (ΦΠΠ), ενώ παλαιότερα αναφέρονταν ως βιοδιεγέρτες.

Οι ευεργετικές τους ιδιότητες

Η εφαρμογή των βιοδιεγερτών μελετάται εκτενώς από πολλούς ερευνητές σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι έχουν παρατηρήσει θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη και στην παραγωγή των φυτών, στην ανάπτυξη της ρίζας, στην αύξηση της χλωροφύλλης και των καροτενοειδών στα φύλλα, στην επίδραση και στη βελτιστοποίηση της ορμονικής ισορροπίας των φυτών, στην αύξηση της ανοχής στην αβιοτική καταπόνηση, στη γονιμοποίηση και στην καρπόδεση, καθώς και στη μείωση των καρπών που πέφτουν πρόωρα από το φυτό.

Όσον αφορά τα καλλωπιστικά φυτά, μπορούν επίσης να αυξήσουν τη βιομάζα και να προωθήσουν την άνθιση.

Οι βιοδιεγέρτες προτείνονται σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και σε υδροπονικά συστήματα καλλιέργειας, όπου τα φυτά αναπτύσσονται κάτω από βέλτιστες συνθήκες θρέψης. Ο κυριότερος λόγος χρήσης τους στα υδροπονικά συστήματα είναι η προσπάθεια μείωσης του νερού και των λιπασμάτων που χορηγούνται στην καλλιέργεια.

Στα ανοιχτά υδροπονικά συστήματα, όπου ένα ποσοστό του χορηγούμενου θρεπτικού διαλύματος απορρέει και καταλήγει στο περιβάλλον, η επιτυχής μείωση του νερού και των λιπασμάτων μέσω της χρήσης βιοδιεγερτών θα μπορούσε να αποτελέσει μια ιδανική λύση.

Όσον αφορά τα κλειστά συστήματα υδροπονίας, όπου το θρεπτικό διάλυμα αντί να απορρέει ανακυκλώνεται, οι βιοδιεγέρτες θα μπορούσαν να προσφέρουν αντοχή στην αυξημένη αλατότητα που εμφανίζεται σε πολλές περιπτώσεις.

Παρ’ όλα αυτά, η χρήση των βιοδιεγερτών θέλει προσοχή, διότι πολλά σκευάσματα υπόσχονται μια μεγάλη πληθώρα θετικών αποτελεσμάτων, ενώ ταυτόχρονα προτείνονται για χρήση σε εντελώς διαφορετικά φυτά και με εντελώς διαφορετικό τρόπο καλλιέργειας.

Ο ρόλος του Γεωπονικού Πανεπιστημίου στη μελέτη των βιοδιεγερτών

Το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει πραγματοποιήσει έρευνες τόσο με χημικούς, όσο και με μικροβιακούς βιοδιεγέρτες, για να επιβεβαιώσει τυχόν θετικές επιδράσεις στα φυτά, καθώς και να κατανοήσει καλύτερα τους ακριβείς μηχανισμούς δράσης αυτών στα φυτά.

Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα TOMRES είναι ένα από τα προγράμματα στο οποίο συμμετείχε το Εργαστήριο Κηπευτικών Καλλιεργειών, το οποίο επικεντρώθηκε στην αύξηση της ανοχής της ντομάτας στη συνδυασμένη καταπόνηση νερού και θρεπτικών στοιχείων. Η εφαρμογή βιοδιεγερτών είναι μία μέθοδος που μελετήθηκε εκτενώς για τη δυνατότητα εφαρμογής της σε φυτά ντομάτας, τα οποία καλλιεργούνταν με μειωμένες εισροές νερού και λιπασμάτων.

Δοκιμάστηκαν διαφορετικά μικροβιακά στελέχη, τα οποία προωθούν την ανάπτυξη των φυτών, τα λεγόμενα PGPR, καθώς και χημικοί βιοδιεγέρτες, προερχόμενοι από εκχυλίσματα φυκιών, φυτορμόνες ή ανόργανες ενώσεις.

Ενδιαφέροντα αποτελέσματα υπήρξαν στην καλλιέργεια της ντομάτας, όπου η χρήση βιοδιεγερτικών βακτηρίων αύξησε τη βιομάζα των φυτών, δηλαδή την ανάπτυξη του φυτού, ενώ με τη χρήση ενός χημικού βιοδιεγέρτη παρατηρήθηκε και αυξημένη πρώιμη παραγωγή. Βέβαια, οι μελέτες στην καλλιέργεια της ντομάτας έδειξαν πως η τελική παραγωγή εξαρτάται κυρίως από τη χορήγηση νερού και θρεπτικών στα φυτά και η χρήση βιοδιεγερτών δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη χρήση λιπασμάτων ή να μειώσει τις ανάγκες των φυτών σε νερό.

Ο κάθε βιοδιεγέρτης περιέχει μια ποικιλία διαφορετικών ουσιών, που για τις περισσότερες δεν είναι γνωστός ακόμη ο μηχανισμός δράσης τους στα φυτά και στους μικροοργανισμούς. Γι’ αυτό και πολλές φορές δεν είναι εύκολο να γνωρίζει κάποιος ποια θα είναι τα τελικά οφέλη σε μία καλλιέργεια, ειδικά όταν οι συνθήκες ανάπτυξης των φυτών διαφοροποιούνται από αγρό σε αγρό.

Τα πρώτα συμπεράσματα

Κάθε βιοδιεγέρτης που μελετάται θα πρέπει, με βάση τις ενδείξεις του, να επικεντρώνεται, κατά κύριο λόγο, σε ένα φυτό, ή το πολύ σε μια οικογένεια φυτών, για την αντιμετώπιση ενός παράγοντα καταπόνησης ή για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου αποτελέσματος. Οι επόμενες έρευνες θα μπορέσουν να επιβεβαιώσουν τα οφέλη της κάθε ουσίας και έτσι να αποκαλύψουν σκευάσματα, που θα μπορούν να προτείνονται ως λύσεις για έναν παραγωγό.

Τα σκευάσματα με βιοδιεγέρτες εφαρμόζονται σε κηπευτικές, δενδροκομικές και ανθοκομικές καλλιέργειες και έχουν κύριο σκοπό να προσφέρουν στους αγρότες λύσεις τόσο για την αύξηση της παραγωγής, όσο και για τη μείωση του χορηγούμενου νερού και των λιπασμάτων.