Βρίσκεται σε κίνδυνο το μέλλον της ελληνικής αμπελουργίας;

Οι αριθμοί δεν λένε ποτέ ψέματα. Σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Οργανισμού Οίνου και Αμπέλου (OIV), η παγκόσμια παραγωγή κρασιού κινήθηκε πέρσι στα χαμηλότερα επίπεδα από το 1961, ενώ παρατηρήθηκε και πτώση 10% σε σχέση με το 2022.
Μάλιστα, στην Ελλάδα, αυτή η μείωση έφτασε το -37% (σ.σ. η ιστορικά μικρότερη παραγωγή), αφού η συγκομιδή ήταν ιδιαίτερα περιορισμένη λόγω των ισχυρών βροχοπτώσεων κατά τη διάρκεια της άνοιξης, που προκάλεσαν περονόσπορο, καθώς και των αυξημένων θερμοκρασιών και της ξηρασίας κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, που επηρέασαν έντονα τα αμπέλια.
Για να ρίξουμε ακόμη περισσότερο φως στην ελληνική πραγματικότητα, αξίζει να αναφέρουμε ότι, σύμφωνα με στοιχεία του Κλαδικού Εθνικού Αγροτικού Συνεταιρισμού Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ), αυτήν τη στιγμή η καθαρή διαφορά καλλιεργήσιμων εκτάσεων μεταξύ των περιόδων 1990/1991 και 2022/2023 ανέρχεται σε -171.155 στρέμματα, ενώ από την περίοδο 2014/2015 έως την περίοδο 2022/2023 οι εκτάσεις με ΠΟΠ καλλιέργειες μειώθηκαν κατά 9,32%, με ΠΓΕ αυξήθηκαν κατά 11,69%, ενώ αυτές χωρίς συστήματα ποιότητας μειώθηκαν κατά 37,05%.
Την ίδια στιγμή, εντός της τελευταίας οκταετίας (από την 1/1/2016, την έναρξη δηλαδή του νέου καθεστώτος αδειών φύτευσης), εγκαταλείφθηκαν 35.300,5 στρέμματα (-5,51%), με τα μεγαλύτερα ποσοστά εγκατάλειψης να παρουσιάζουν οι περιφέρειες Πελοποννήσου (-7,55%) και Κρήτης (-7,41%).
«Τα στοιχεία που υπάρχουν είναι πολύ ανησυχητικά. Η αμπελοκαλλιέργεια οινοποιήσιμων σταφυλιών, παρουσιάζει αρνητικά δεδομένα τις τελευταίες δεκαετίες», επισημαίνει η Κωνσταντίνα Σπυροπούλου, πρόεδρος της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ). «Αυτό το γεγονός, αφενός, αγγίζει ένα πλήθος αμπελουργών της τάξεως των 149.000 ατόμων, και, αφετέρου, είναι δύσκολα αναστρέψιμο», καταλήγει.
Πώς, όμως, μπορεί να αντιστραφεί το αρνητικό πρόσημο που παρατηρείται; Ο κ. Παρασκευάς Κορδοπάτης, διευθυντής της Κεντρικής Συνεταιριστικής Ένωσης Αμπελοοινικών Προϊόντων (ΚΕΟΣΟΕ), θεωρεί, μιλώντας στην «ΥΧ», ότι η συζήτηση πρέπει να στραφεί στα οικονομικά κίνητρα που θα βοηθήσουν να οδηγηθούμε σε μεγάλες –πάνω από 70 στρέμματα– εκμεταλλεύσεις.
«Πρέπει να πριμοδοτηθεί η πρώτη εγκατάσταση νέων γεωργών και να σταματήσει ο κατακερματισμός της γης. Πρέπει να αποκτήσουν δικαίωμα προαγοράς αυτοί που είναι δίπλα σε αμπελοτεμάχια, ώστε να αυξήσουν την εκμετάλλευσή τους. Πρέπει να δημιουργηθούν κίνητρα για την αγορά γης, όπως τα εξαιρετικά χαμηλά, σχεδόν μηδενικά, επιτόκια, να εξετασθούν τα κριτήρια χορήγησης νέων αδειών φύτευσης, να τεθεί ζήτημα φορολογίας και μεταβιβάσεων», δηλώνει κατηγορηματικά.
«Θα πρέπει όλοι μαζί να εργαστούμε συντεταγμένα ώστε να συνεχίσει η αμπελοκαλλιέργεια και στο μέλλον», συμφωνεί η κα. Σπυροπούλου.
Όσον αφορά, δε, τους παραγωγούς, ούτε εκεί η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική, με τους αριθμούς να δείχνουν μείωση της τάξεως του 4,72% μεταξύ 2015 και 2023 (7.362 άτομα λιγότερα), παρότι στις ηλικίες κάτω των 40 ετών υπάρχει αυξητική μεταβολή κατά +36,04% για το 2023. Παρ’ όλα αυτά, όπως μας εξηγεί και ο κ. Κορδοπάτης, τα νούμερα αυτά δεν είναι αρκετά.
«Για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της ηλικιακής ύφεσης, χρειάζονται περισσότερα κίνητρα στους νέους ανθρώπους για να ασχοληθούν με τη γεωργία γενικότερα και με την αμπελουργία ειδικότερα. Βλέπουμε ότι μεταξύ των νέων γεωργών πολύ λίγοι επιλέγουν την αμπελοκαλλιέργεια. Για να σας δώσω μια τάξη μεγέθους, στα 400 άτομα είναι δύο, τρεις ή τέσσερις αυτοί που την επιλέγουν ως πρώτη καλλιέργεια», διαπιστώνει.
Κρίσεις και προκλήσεις
Οι περιβαλλοντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κλάδος είναι τεράστιες, με την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη να ευθύνονται για πολλά από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αμπελουργοί παγκοσμίως, όπως οι πρώιμες συγκομιδές σταφυλιών που γίνονται όλο και πιο συχνές, η υψηλότερη περιεκτικότητα σε σάκχαρα στα σταφύλια και τα ανεβασμένα επίπεδα αλκοόλ, καθώς και οι αλλαγές στα αρώματα των κρασιών.
«Τον Σεπτέμβριο του 2023, όταν είχαμε τα οριστικά στοιχεία από τις δηλώσεις παραγωγής των οινοποιών, διαπιστώσαμε μια πτώση της τάξεως σχεδόν του 40% στην παραγωγή», μας λέει ο κ. Κορδοπάτης, επισημαίνοντας ότι «αυτό οφείλεται στα κλιματικά δεδομένα που είχαμε την άνοιξη και στις αρχές του περασμένου καλοκαιριού. Η κλιματική αλλαγή είναι ένα θέμα που θα μας απασχολήσει σοβαρά στο αμέσως επόμενο διάστημα. Για παράδειγμα, όταν στο παρελθόν παρέμβαιναν 3-4 φορές με φυτοπροστατευτικά στον αμπελώνα και τώρα αναγκάζονται να παρεμβαίνουν 10-12 φορές, καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει τρομερό πρόβλημα».
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα ο ελληνικός αμπελώνας και τα αδιέξοδα στα οποία έχει περιέλθει τεκμηριώνουν την αδήριτη ανάγκη για την εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου Στρατηγικού Σχεδίου
«Την κλιματική αλλαγή τη βιώνουμε τα τελευταία 2-3 χρόνια», επιβεβαιώνει στην «ΥΧ» και ο Χρήστος Πουλτσίδης, αμπελουργός, γεωπόνος και ιδιοκτήτης της Οινοποιίας Πουλτσίδη στις Νέες Καρυές Λάρισας, για να συνεχίσει: «Κάνει τώρα τα πρώτα της βήματα και βλέπουμε τις πρώτες επιπτώσεις – ήδη έχει ξεκινήσει η μετατόπιση καλλιεργειών. Είναι, βέβαια, λίγο νωρίς να προβλέψουμε τα αποτελέσματα, αλλά σίγουρα θα είναι άσχημα. Και, ναι, ως παραγωγοί, αλλά και ως οινοποιοί ανησυχούμε πολύ».
Αλλά και ο Γιάννης Παπαδόπουλος, οινοποιός και ιδιοκτήτης του κτήματος Τέχνη Οίνου στο Μικροχώρι Δράμας, συμφωνεί ότι «η κυριότερη πρόκληση της αμπελουργίας στη χώρα μας είναι η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή», για να σημειώσει πως η αναζήτηση προς μια βιώσιμη αμπελουργία «μας οδήγησε σε νέες φυτεύσεις στα βορινότερα σημεία του νομού Δράμας. Εκμεταλλευόμενοι τη γεωγραφική ποικιλομορφία της περιοχής μας, σχεδιάζουμε και υλοποιούμε την εγκατάσταση αμπελώνων σε υψόμετρα που αγγίζουν τα 1.100 μέτρα».
Η απουσία κερδοφορίας στις αμπελουργικές εκμεταλλεύσεις, που οφείλεται στις χαμηλές τιμές εξαγοράς της σταφυλικής παραγωγής –σε επίπεδα μάλιστα όμοια με αυτά της δεκαετίας του 1990–, στο δραματικά αυξημένο κόστος παραγωγής της τελευταίας τετραετίας, ιδιαίτερα εξαιτίας των διαδοχικών κρίσεων, στην απουσία αποτελεσματικών πολιτικών, αλλά και στην απροθυμία των κατόχων αμπελουργικών εκμεταλλεύσεων να ενταχθούν σε συλλογικά σχήματα ώστε να δημιουργηθούν οικονομίες κλίμακος και να αντιμετωπιστεί εν μέρει το πρόβλημα του κατακερματισμού, αποτελούν μερικά ακόμη από τα προβλήματα που απασχολούν τον κλάδο και, δυστυχώς, δυσκολεύουν την εξέλιξή του.
Φλέγοντα ζητήματα είναι, επίσης, η παραοικονομία, που αναιρεί κάθε προσπάθεια ρύθμισης των τιμών με βάση τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης, αλλά και οι ανεπαρκείς διαδικασίες πιστοποίησης και ελέγχου της πρώτης ύλης, που απορρέουν, εκτός των άλλων, από την έλλειψη αξιοπιστίας και την ασυμφωνία των βάσεων δεδομένων που παρακολουθούν τον πρωτογενή τομέα (Αμπελουργικό Μητρώο, ΟΣΔΕ, Δηλώσεις Συγκομιδής).
Ο κ. Πουλτσίδης δεν κρύβει ότι ένα από τα βασικά προβλήματα είναι οι χαμηλές τιμές που παίρνουν οι παραγωγοί για τα σταφύλια τους. «Είναι αδύνατον να επιβιώσουν έτσι. Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο παραγωγός και ο οινοποιός, ο πρωτογενής τομέας και η μεταποίηση είναι κομμάτια της ίδιας αλυσίδας. Η σχέση τους και η επιβίωσή τους είναι αλληλένδετες», υποστηρίζει.