Δύσκολα χωνεύεται το 50άρι από τους βαμβακοπαραγωγούς

cotton-vamvaki-agora
Ουσιαστική πρόοδο στις συνομιλίες ΗΠΑ - Κίνας περιμένει για να πειστεί η αγορά

Με ανώμαλη προσγείωση για την πλειοψηφία των βαμβακοπαραγωγών ισοδυναμούν τα 50 λεπτά το κιλό για παράδοση στο εκκοκκιστήριο ή τα 47 λεπτά για παραλαβή από το χωράφι στα οποία «κάθεται», όπως όλα δείχνουν, η μπίλια των φετινών τιμών για το σύσπορο.

Τα νούμερα αυτά απέχουν αρκετά από τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί στη διάρκεια του καλοκαιριού και οι οποίες παρουσίαζαν περίπου ως «καπαρωμένα» τα 55 λεπτά το κιλό, δίχως μάλιστα να αποκλείουν και τιμές με πρώτο ψηφίο το «6». Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι από τότε άλλαξαν πολλά στη διεθνή αγορά και η αναμπουμπούλα που προκάλεσε ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας ήρθε κι έδεσε με τις οικονομικές δυσχέρειες που αντιμετωπίζει η γειτονική Τουρκία, χώρα που αποτελούσε παραδοσιακό αγοραστή του ελληνικού βαμβακιού.

Ξεθύμανε το θετικό κλίμα

Στο χρηματιστήριο, η ευφορία που δημιούργησε η προσωρινή ανακωχή Ουάσινγκτον – Πεκίνου ξεθύμανε γρήγορα, καθώς η αγορά διαπιστώνει τώρα ότι όχι μόνο οι συνομιλίες μεταξύ των δύο πλευρών εξελίσσονται με πολύ αργούς ρυθμούς, αλλά και ότι, σε αντίθεση με τη σόγια, οι αναφορές στο βαμβάκι –τόσο δημοσίως όσο και στα επίσημα ή μη κείμενα– είναι… ανύπαρκτες. Σε αυτό το φόντο και με την αβεβαιότητα να επανακάμπτει, οι τιμές, αφού φλέρταραν για λίγο με τα 80 σεντς/λίμπρα, επανήλθαν στο στενό εύρος των 76- 79 σεντς όπου κινούνται από την έναρξη σχεδόν της εγχώριας εκκοκκιστικής σεζόν. Μάλιστα, αυτή την εβδομάδα υπό την πίεση των πωλητών, η αγορά «βίωσε» τρία διαδοχικά αρνητικά κλεισίματα, με την τιμή για τα προθεσμιακά του Μαρτίου να διαμορφώνεται την Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου στα 76,71 σεντς/λίμπρα.

Στο 30% οι φορτώσεις

Σύμφωνα με εκτιμήσεις εκκοκκιστών, μέχρι στιγμής έχει πωληθεί το 40% του ελληνικού βαμβακιού, ενώ οι φορτώσεις δεν ξεπερνούν το 30%. «Από τους συνολικά 300.000 τόνους εκκοκκισμένου της φετινής χρονιάς, οι εξαγωγές της χώρας μας υπολογίζονται σε 75.000 τόνους. Για τα ελληνικά δεδομένα και για την περίοδο που μιλάμε, πρόκειται για απειροελάχιστες ποσότητες», λέει στην «ΥΧ» επιχειρηματίας του χώρου. Λόγω και της εορταστικής περιόδου, οι νέες εμπορικές πράξεις είναι αυτό το διάστημα περιορισμένες, ωστόσο, δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι από τις αρχές του χρόνου η κινητικότητα θα αυξηθεί. Το πριμ, πάντως, επί των χρηματιστηριακών τιμών (σ.σ. μηνός Μαρτίου), που λαμβάνει το ελληνικό λευκό βαμβάκι, εξακολουθεί να μην ξεπερνά το 1 σεντς.

Η τελευταία έκθεση του USDA (Δεκέμβριος 2018) αναθεώρησε πτωτικά τις εκτιμήσεις για την παγκόσμια παραγωγή από τα 119,4 στα 118,7 εκατ. δέματα, με τη μείωση στην κατανάλωση, ωστόσο, να αναμένεται ακόμα μεγαλύτερη (από 126,9 σε 125,6 εκατ. δεμάτια). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αναθεωρηθεί προς τα πάνω και, πιο συγκεκριμένα, κατά 583.000 δέματα, η εκτίμηση για τα αποθέματα που τώρα υπολογίζονται σε 73,2 εκατ. δέματα.

Δεμένη η κατανάλωση με την παγκόσμια ανάπτυξη

Η μεγαλύτερη μείωση στην παραγωγή –σε σχέση πάντα με την προηγούμενη έκθεση Νοεμβρίου του USDA– αφορά το Πακιστάν (-600.000 δεμάτια, από 8 σε 7,4 εκατ. δέματα), την Κίνα (-500.000 δέματα (από 27,5 σε 27 εκατ. δέματα), την Ινδία (-500.000 δέματα από 28 σε 27,5 εκατ.), την Τουρκία (-200.000, από 4,5 σε 4,3 εκατ.).

Η επί τω χείρω αναθεωρημένη πρόβλεψη για την παγκόσμια κατανάλωση οφείλεται πιθανότατα στις πρόσφατες, ελαφρώς πιο απαισιόδοξες, προβλέψεις για την παγκόσμια ανάπτυξη τόσο το 2018 όσο και το 2019. Ειδικότερα, το ΔΝΤ εκτιμά τώρα ότι η μεγέθυνση της παγκόσμιας οικονομίας το 2019 δεν θα ξεπεράσει το 3,7%, από 3,9% που ανέμενε στις εκτιμήσεις του Απριλίου.

Η αβεβαιότητα που εξακολουθεί να περιβάλλει την έκβαση της διαμάχης ΗΠΑ – Κίνας παίζει, επίσης, τον ρόλο της, όπως και η μειωμένη κατανάλωση που αναμένεται σε Κίνα (-1 εκατ. δέματα, από 42,5 εκατ. σε 41,5 εκατ.), Πακιστάν (από 10,8 σε 10,6 εκατ. δέματα) και Τουρκία (-100.000 δέματα, από 7,1 σε 7 εκατ. τόνοι).

Πάντως, το USDA εκτιμά ότι οι τιμές του βαμβακιού, αν και σαφώς χαμηλότερες από τα επίπεδα του καλοκαιριού, παραμένουν σε σχετικά ελκυστικά επίπεδα, ειδικά αν συγκριθούν με εκείνες ανταγωνιστικών καλλιεργειών. Συνεπεία αυτού, θεωρεί ότι για την επόμενη σεζόν 2019-2020 θα πρέπει να αναμένεται μια αύξηση στις καλλιεργούμενες εκτάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο, χωρίς ωστόσο αυτό να συνεπάγεται απαραίτητα και αύξηση παραγωγής (αστάθμητος παράγοντας ο καιρός).