Ειδικοί αναλύουν τις επιπτώσεις της μονοκαλλιέργειας

Εξηγούν γιατί οι αγρότες θα υποχρεωθούν να στραφούν σε πιο βιώσιμα συστήματα

Παρά το γεγονός ότι κατέχουν τη μερίδα του λέοντος στα παγκόσμια τρόφιμα, οι μονοκαλλιέργειες αποτελούν ένα από τα πιο αμφιλεγόμενα χαρακτηριστικά της σημερινής γεωργίας.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι η ανάπτυξη μόνο ενός είδους καλλιέργειας στο χωράφι μπορεί να οδηγήσει σε υποβάθμιση του εδάφους, μειωμένη βιοποικιλότητα και αυξημένο οικονομικό κίνδυνο για τους Ευρωπαίους αγρότες, η Allison Balogh αρθρογραφεί στο περιοδικό Horizon της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναλύοντας τους λόγους που εξακολουθούν να καθιστούν τη μονοκαλλιέργεια ως το πλέον διαδεδομένο γεωργικό μοντέλο.

«Το συγκεκριμένο μοντέλο αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών και επιδημιών παρασίτων, δεδομένου ότι οι μονοκαλλιέργειες στερούνται άλλων ειδών φυτών και ζώων που περιορίζουν την εξάπλωσή τους. Αυτό σημαίνει ότι απαιτούνται μεγαλύτερες ποσότητες φυτοφαρμάκων και ζιζανιοκτόνων, τα οποία μπορούν να μολύνουν ποτάμια και ρυάκια, σε σύγκριση με πιο ποικιλόμορφα γεωργικά συστήματα.

Η εντατική χρήση αγροχημικών ουσιών μειώνει επίσης την ποσότητα των σκουληκιών και των εντόμων που είναι διαθέσιμα στα πουλιά ως τροφή», γράφει η Balogh στο ευρωπαϊκό περιοδικό, το οποίο είναι αφιερωμένο στην έρευνα και στην καινοτομία. Όπως προσθέτει, «η ανάπτυξη της ίδιας καλλιέργειας χρόνο με τον χρόνο μειώνει τη διαθεσιμότητα ορισμένων θρεπτικών συστατικών και υποβαθμίζει το έδαφος».

Εξειδίκευση και κερδοφορία

Η Balogh επικαλείται τα λόγια του καθηγητή Περιβαλλοντικών Ανθρωπιστικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο του Μπέρμινχαμ, Frank Uekotter, ο οποίος επισημαίνει ότι οι μονοκαλλιέργειες πληρούν τρία βασικά κριτήρια που τις καθιστούν εύχρηστες για τους αγρότες: Είναι μεγάλες, επικεντρώνονται σε ένα μόνο προϊόν και απευθύνονται σε απομακρυσμένες εξαγωγικές αγορές. «Η μονοκαλλιέργεια αναδύθηκε, καθώς η πρόσβαση σε πολύ μεγαλύτερες απομακρυσμένες αγορές καθιστούσε όλο και πιο κερδοφόρα την εξειδίκευση. Η εξειδίκευση σήμαινε πιο αποτελεσματική φύτευση και συγκομιδή, λιγότερους τύπους ακριβού εξοπλισμού, λιγότερους εργαζόμενους με εξειδικευμένες γνώσεις για μεμονωμένες καλλιέργειες και ενισχυμένη γνώση μιας αλυσίδας αξίας και μιας εμπορικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένων όλων των κανονισμών και τιμολογίων», τονίζει ο Uekotter. «Οι κρατικές επιδοτήσεις επίσης ευνόησαν το σύστημα μονοκαλλιέργειας», προσθέτει η Balogh.

Παραδοσιακά, οι αγρότες ασκούσαν τη μέθοδο της αμειψισποράς για να διατηρείται η παραγωγικότητα του εδάφους. Ωστόσο, μετά το 1945, η μονοκαλλιέργεια κατέστη ολοένα και πιο διαδεδομένη και πλέον αντιστοιχεί όχι μόνο στο μεγαλύτερο μέρος της τροφής μας, αλλά και σε ένα σημαντικό μερίδιο μη εδώδιμων καλλιεργειών, όπως το βαμβάκι. «Δεδομένου ότι η μονοκαλλιέργεια έχει εξελιχθεί έτσι σε όλο τον κόσμο, θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα όραμα πίσω από αυτήν. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερης κλίμακας πείραμα που έχουν πραγματοποιήσει οι άνθρωποι χωρίς ένα σαφές πλάνο», σημειώνει ο Uekötter.

Οι αγρότες έχουν επενδύσει πολλά στη μονοκαλλιέργεια, τόσο οικονομικά όσο και συναισθηματικά, και το σχέδιό τους έχει λειτουργήσει καλά μέχρι στιγμής.

Όμως, κάτι τέτοιο δεν θα ισχύσει για πολύ ακόμη. «Αυτός ο παγκοσμιοποιημένος τομέας εντατικής γεωργίας θα έχει αρνητικό αντίκτυπο όχι μόνο στο περιβάλλον όσον αφορά την απώλεια βιοποικιλότητας, την υγεία του εδάφους και τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, αλλά και την παραγωγικότητα και τις δαπάνες των αγροκτημάτων», ισχυρίζεται ο Raul Zornoza Belmonte, ειδικός στη βιώσιμη χρήση γης και στη διαφοροποίηση των καλλιεργειών και καθηγητής Γεωργικής Μηχανικής στο Πολυτεχνικό Πανεπιστήμιο της Καρταχένα, στην Ισπανία. Μέσω του πρότζεκτ με τίτλο Diverfarming, ο Zornoza και η ομάδα του αντιμετωπίζουν αυτές τις προκλήσεις, δημιουργώντας ένα δωρεάν διαδικτυακό εργαλείο για την παροχή εξατομικευμένων λύσεων και κατευθυντήριων γραμμών για διαφοροποιημένα συστήματα καλλιέργειας.

Η εφαρμογή περιλαμβάνει μια εργαλειοθήκη για την προσαρμογή των διαφορετικών γεωργικών δραστηριοτήτων και ένα νέο πρωτότυπο μοντέλο μιας βελτιωμένης μηχανής για την άροση του εδάφους.