Έκθεση EPRS: Τι μας δίδαξε η πανδημία COVID-19 για την αγροδιατροφή και τη σχέση μας με τα τρόφιμα

Χρήσιμα συμπεράσματα που αφορούν τη λειτουργία του συστήματος τροφίμων

Οι έντονες «ζυμώσεις» της πανδημίας COVID-19 δεν έχουν επιφέρει εμφανείς αλλαγές μόνο στη στάση των καταναλωτών απέναντι στα τρόφιμα, αλλά και στη γενικότερη θεώρηση πάνω στην αγροδιατροφή. Τις νέες αυτές τάσεις και διαπιστώσεις συνοψίζει η έκθεση της Tarja Laaninen, πολιτικής αναλύτριας της Υπηρεσίας Έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (EPRS), με εστίαση στην ασφάλεια τροφίμων.

Το συμπέρασμά της; Η πανδημία του κορωνοϊού μας έδωσε την ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα τόσο σχετικά με την καταναλωτική συμπεριφορά όσο και για τις ευπάθειες του συστήματος τροφίμων. Αυτή η γνώση πρέπει να αναδειχθεί, προκειμένου να μπορούμε να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, που θα ενισχύσουν την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής αγροδιατροφής.

Πριν από μερικούς μήνες, η προοπτική της καραντίνας ξεσήκωνε ένα κύμα αγορών πανικού που «πλημμύριζε» τα καταστήματα λιανικής. Λίγο αργότερα, το κλείσιμο των συνόρων, η απομόνωση στα σπίτια και το λουκέτο στον κλάδο της εστίασης θα ολοκλήρωναν το παζλ της μεταστροφής της καταναλωτικής συμπεριφοράς. «Οι πανικόβλητοι καταναλωτές προκάλεσαν πρωτοφανείς πιέσεις στα σούπερ μάρκετ όλου του κόσμου.

Κατά καιρούς, τα καταστήματα αναγκάστηκαν να θέσουν περιορισμούς στη μέγιστη δυνατή ποσότητα ενός συγκεκριμένου προϊόντος που θα μπορούσε να προμηθευτεί ένας πελάτης», αναφέρει η Laaninen. «Στη συνέχεια, με τα εστιατόρια να παραμένουν πλέον κλειστά και τους πολίτες να εξασκούν την τηλεργασία, η οικιακή μαγειρική έγινε απαραίτητη, με την εξαίρεση κάποιων περιστασιακών κατ’ οίκον παραγγελιών έτοιμου φαγητού. Το αλεύρι εξαντλήθηκε από τα ράφια των σούπερ μάρκετ, καθώς οι καταναλωτές θέλησαν να καταπιαστούν με σπιτικά αρτοσκευάσματα. Οι πωλήσεις προϊόντων μακράς διάρκειας και κατεψυγμένων τροφίμων αυξήθηκαν», προσθέτει.

Ορισμένες αποκλίσεις μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ έγιναν αισθητές. «Ενώ οι Ιταλοί στράφηκαν στα συσκευασμένα μανταρίνια, τα αποξηραμένα όσπρια και το κρέας κουνελιού, οι Γάλλοι επέλεξαν τα λουκάνικα πουλερικών, τα ζυμαρικά και το ρύζι, ενώ οι Βρετανοί αύξησαν τις αγορές κονσερβοποιημένων κρεάτων, βιταμινών και σούπας. Καθώς τα εστιατόρια έκλεισαν, οι αγορές συρρικνώθηκαν για ορισμένα προϊόντα, όπως τα θαλασσινά και οι πατάτες, που αμφότερα καταναλώνονταν συχνά σε εστιατόρια. Η ζήτηση μετατοπίστηκε μακριά από είδη υψηλότερης αξίας, κλίνοντας προς τα βασικά και έτοιμα για κατανάλωση τρόφιμα που μπορούν να αποθηκευτούν», εξηγεί η Laaninen.

Όσον αφορά τις ανησυχίες σχετικά με τις πιθανότητες μετάδοσης του κορωνοϊού από τα τρόφιμα, αυτές γρήγορα ελαχιστοποιήθηκαν. Ο κίνδυνος μόλυνσης από τρόφιμα ή συσκευασίες πιστεύεται ότι είναι πολύ χαμηλότερος σε σύγκριση με τη μεταδοτικότητα από άτομο σε άτομο.

Ωστόσο, οι αβεβαιότητες που περιβάλλουν τον νέο ιό προκάλεσαν κάποιες διαταραχές στο εμπόριο. «Η άρση των αερομεταφορών προκάλεσε προβλήματα στις εξαγωγές αλλοιώσιμων τροφίμων υψηλής διατροφικής αξίας, όπως τα θαλασσινά, τα φρούτα και τα λαχανικά. Επιπλέον, υπάρχουν παραδείγματα, όπως αυτό της Κίνας, που τον Ιούνιο σταμάτησε πρόσκαιρα τις εισαγωγές ευρωπαϊκού σολομού μετά από αναφορές ότι ο ιός εντοπίσθηκε σε εξοπλισμό που χρησιμοποιείται για τη διαχείριση των ιχθυαποθεμάτων σε μια αγορά του Πεκίνου», αναφέρει η αναλύτρια της EPRS.

Συνειδητοποίηση των ακατάλληλων συνθηκών εργασίας σε κομβικά σημεία της αγροδιατροφής

Παράλληλα, οι συχνά ασφυκτικές συνθήκες εργασίας στις μονάδες συσκευασίας και επεξεργασίας τροφίμων έθεσαν σε υγειονομικό κίνδυνο το εργατικό δυναμικό. Επιπλέον, οι απαιτήσεις κοινωνικής αποστασιοποίησης μείωσαν τον αριθμό των τελωνειακών ελέγχων στα σύνορα. Οι εργαζόμενοι σε υπηρεσίες κατ’ οίκον παράδοσης τροφίμων συνέχισαν να εργάζονται εν μέσω της κρίσης, παραδίδοντας τρόφιμα και αγαθά σε ανθρώπους που βρίσκονταν σε καραντίνα ή αυτοαπομόνωση.

«Η κρίση υπογράμμισε πως αυτοί οι εργαζόμενοι άτυπης απασχόλησης δεν διαθέτουν βασική κοινωνική προστασία, όπως η άδεια ασθενείας επί πληρωμή», τονίζει η Laaninen. «Σε πολλές χώρες, οι μονάδες επεξεργασίας κρέατος είδαν ένα μεγάλο ποσοστό του δυναμικού τους να μολύνεται από τον κορωνοϊό. Αυτά τα περιστατικά ανέδειξαν τις προβληματικές συνθήκες εργασίας στους χώρους αυτούς, όπου τα μέλη του προσωπικού εργάζονται δίπλα-δίπλα χωρίς απόσταση, εν μέσω των δροσερών και υγρών συνθηκών που είναι ευνοϊκές για την εξάπλωση του ιού. Επιπλέον, για την εργασία αυτή απασχολούνται συνήθως χαμηλόμισθοι μετανάστες, που πιέζονται, ώστε να συνεχίσουν να εργάζονται ακόμη και όταν εμφανίζουν συμπτώματα της ασθένειας».

Τέλος, εμφανής έγινε η εξάρτηση του συστήματος τροφίμων από τους εποχικούς αγρεργάτες που έρχονται από το εξωτερικό για να συγκομίσουν πολλά από τα φρούτα και τα λαχανικά της ΕΕ. «Υπολογίζεται ότι 800.000 έως 1 εκατομμύριο εποχικοί εργαζόμενοι προσλαμβάνονται κάθε χρόνο στην ΕΕ, κυρίως στον αγροδιατροφικό τομέα. Επιπλέον, υπάρχουν και οι αδήλωτοι μετανάστες που εργάζονται σε εκμεταλλεύσεις για 14 ή 15 ώρες την ημέρα, με αντίτιμο μόλις τρία ή τέσσερα ευρώ την ώρα. Χωρίς συμβόλαια, δεν έχουν πρόσβαση σε υγειονομική περίθαλψη. Στα στρατόπεδά τους, σπάνια έχουν αξιόπιστη παροχή πόσιμου νερού και ζουν μαζί», υπογραμμίζει η Laaninen.