Ελαιόλαδο: Μειωμένες κατά 31% οι εκμεταλλεύσεις στην Ιταλία σε σύγκριση με το 2010

Η πτωτική τάση αποδίδεται στο αυξανόμενο κόστος παραγωγής και στη μεταβαλλόμενη δυναμική του κλάδου

Στην Ιταλία, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων μειώνεται με γοργούς ρυθμούς και η γη συγκεντρώνεται στα χέρια λίγων. Μεταξύ 2010 και 2020, ο αριθμός των ενεργών εκμεταλλεύσεων μειώθηκε από 1,6 σε 1,1 εκατομμύρια. Παρότι η πτωτική τάση στον αριθμό των εκμεταλλεύσεων είναι μια δεδομένη πραγματικότητα τα τελευταία 40 χρόνια, η μείωση της τάξης του 31,2% την περασμένη δεκαετία συνιστά σημαντική επιτάχυνση μιας διαδικασίας που αναδιαμορφώνει τον κλάδο.

Σύμφωνα με την αγροτική έρευνα του Ιταλικού Ινστιτούτου Στατιστικής (ISTAT) για το 2010/2020, ο όγκος των ιταλικών ελαιοκομικών εκμεταλλεύσεων επιβεβαιώνει πιστά την παραπάνω τάση. Την περασμένη δεκαετία, ο αριθμός των ελαιοπαραγωγών μειώθηκε κατά 31%.

Οι συνολικές εκτάσεις ελαιοκαλλιέργειας έχουν επίσης μειωθεί, πέφτοντας από τα 11,2 στα 9,9 εκατ. στρέμματα. Η ελαιοκαλλιέργεια έχει χάσει το 11,5% της ενεργά χρησιμοποιούμενης επιφάνειάς της την τελευταία δεκαετία.

Ο Roberto Gismondi, διευθυντής του τμήματος γεωργικών στατιστικών του Istat, αποδίδει τη μείωση του αριθμού των ελαιοκαλλιεργειών και των ελαιώνων στην εξάπλωση της Xylella fastidiosa σε ορισμένες περιοχές της Απουλίας. «Επιπλέον, έχουμε πολλούς παραγωγούς που εγκαταλείπουν τα εδάφη τους», αναφέρει, μιλώντας στους Olive Oil Times. «Σκεφτείτε τις οικογένειες που κάποτε καλλιεργούσαν δεκάδες ελαιόδεντρα για δική τους χρήση. Πλέον, βλέπουν συχνά το κόστος να υπερβαίνει το όφελος, ενώ και οι τρέχουσες κλιματικές συνθήκες δεν βοηθούν».

Η ελιά παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι της ιταλικής γεωργίας, ωστόσο η ανταγωνιστικότητα από το εξωτερικό επηρεάζει τον κλάδο, όπως επισημαίνει ο Gismondi. «Όταν κοιτάμε τα ελαιόλαδα που διατίθενται στα ιταλικά σούπερ μάρκετ, μπορούμε να δούμε ότι το 80% με 90% δεν προέρχεται από ιταλικές ελιές, ωστόσο πωλούνται επειδή είναι φθηνότερα».

Έντονη τάση συγκέντρωσης, πιο ευάλωτοι οι μικροί

Το διάστημα 2010-2020, οι συνολικές αγροτικές και δυνητικά χρησιμοποιήσιμες εκτάσεις γης μειώθηκαν κατά 21% και 36% αντίστοιχα. Επιπλέον, οι οικογενειακές εκμεταλλεύσεις και οι μονοπρόσωπες εταιρείες υποχώρησαν από το 76% της διαθέσιμης γης, που κατείχαν το 2010, στο 73% το 2020. Στον αντίποδα, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις επεκτάθηκαν από το 14% της γεωργικής επιφάνειας στο 18%. «Ενώ ο αριθμός τους μειώνεται, οι εκμεταλλεύσεις γίνονται μεγαλύτερες, με τη μέση εκμετάλλευση να καλύπτει 110 στρέμματα σε σύγκριση με τα 80 του 2010 και τα 50 του 1982», αναφέρει ο Paolo DeAndreis των Olive Oil Times.

Γενικά, οι μεγαλύτερες αγροτικές επιχειρήσεις έχουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα στις αναταραχές της αγοράς και περισσότερες δυνατότητες για επενδύσεις και καινοτομίες. «Το να είσαι μικρός είναι πιο δύσκολο από ποτέ, καθώς ο ανταγωνισμός από τους ξένους παραγωγούς αυξάνεται συνεχώς και οι αυξανόμενες τιμές των πρώτων υλών είναι επίσης απαιτητικές», δηλώνει ο Gismondi.

«Η γεωργία μας προέρχεται από τα οικογενειακά αγροκτήματα, τα οποία αλλάζουν με την πάροδο του χρόνου. Η πανδημία COVID-19 και ο πόλεμος στην Ουκρανία επιταχύνουν σημαντικά μια διαδικασία συγχώνευσης αγροκτημάτων και συγκέντρωσης της επιχειρηματικότητας».