Η ελληνική μπανάνα και η θέση της στην ευρωπαϊκή παραγωγή

banana

Την ακτινογραφία της ευρωπαϊκής παραγωγής, εμπορίας και κατανάλωσης μπανάνας δημοσίευσε σε έκθεσή της η Γενική Διεύθυνση Γεωργίας (DG AGRI) της Κομισιόν. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η χώρα μας εμφανίζει τη μικρότερη παραγωγή. Μάλιστα, μέχρι στιγμής, δεν έχει υπερκεράσει την παραγωγή ούτε της κατά πολύ μικρότερης σε έκταση Κύπρου, η οποία φαίνεται ότι έχει αναγνωρίσει τις προοπτικές του προϊόντος, παράγοντας ετησίως σχεδόν τις τριπλάσιες σε σχέση με την Ελλάδα μπανάνες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν, η Ελλάδα το πρώτο τρίμηνο του 2017 παρήγαγε συνολικά 518 τόνους μπανάνες, ενώ την πρώτη θέση στην ευρωπαϊκή παραγωγή κατέχει η Ισπανία με 149.621 τόνους. Ακολουθούν η Γαλλία με 45.461 τόνους (οι 29.740 τόνοι παρήχθησαν στη Μαρτινίκα και οι 15.721 τόνοι στη Γουαδελούπη) και η Πορτογαλία με 4.708 τόνους.

Μια θέση πριν από τη χώρα μας βρίσκεται η Κύπρος που, παρά το μικρό της μέγεθος, έχει καταφέρει να ξεπεράσει σε παραγωγή την Ελλάδα, αφού το πρώτο τρίμηνο του 2017 παρήγαγε 1.600 τόνους. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 2017 η συνολική ευρωπαϊκή παραγωγή μπανάνας αναμένεται να ανέλθει στους 655.644 τόνους. Οι εκτιμήσεις για την Ισπανία κάνουν λόγο για παραγωγή, η οποία αναμένεται στους 417.621 τόνους, για τη Γαλλία στους 212.150 τόνους, για την Πορτογαλία στους 21.387 τόνους και για την Κύπρο στους 3.840 τόνους. Η Ελλάδα εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσει συνολικά τους 1.646 τόνους (Διάγραμμα 1).

Όσον αφορά το σύνολο των εξαγωγών της ΕΕ σε μπανάνες, αυτές –σύμφωνα με τα στοιχεία της Κομισιόν– καλύπτονται κατά συντριπτική πλειοψηφία, περίπου 70%, από χώρες της Λατινικής Αμερικής και κατά 20% περίπου από χώρες τις Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (African, Caribbean and Pacific – ACP-region). Ειδικότερα, το 2016, οι εισαγωγές από τη Λατινική Αμερική έφτασαν τους 4.262.951 τόνους, σημειώνοντας ρεκόρ δεκαετίας, ενώ οι εισαγωγές από τις χώρες της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, επίσης, κατέγραψαν ρεκόρ, φτάνοντας τους 1.166.993 τόνους. Η κύρια χώρα της Λατινικής Αμερικής από την οποία εισάγει η ΕΕ δεν είναι άλλη από το Εκουαδόρ (το 2016 εισήγαγε 1.298.616 τόνους) και ακολουθούν η Κολομβία (με 1.288.756 τόνους), η Κόστα Ρίκα (1.126.044 τόνους), ο Παναμάς (200.087 τόνους), το Περού (115.338 τόνους), η Γουατεμάλα (98.409 τόνους) και το Μεξικό (72.417 τόνους).

Ανάμεσα στις χώρες της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού πρώτη στην κατάταξη είναι η Δομινικανή Δημοκρατία, η οποία το 2016 εξήγαγε στην ΕΕ 374.942 τόνους και ακολουθεί το Καμερούν (με 297.058 τόνους), η Ακτή Ελεφαντοστού (308.169 τόνους), το Μπελίζ (71.741 τόνους), το Σουρινάμ (49.739 τόνους) και η Γκάνα (57.856 τόνους).

Όσον αφορά την κατανάλωση μπανάνας επί ευρωπαϊκού εδάφους –σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Κομισιόν–, επίσης, παρουσιάζει αυξητική πορεία, αφού το 2016 έφτασε τους 6.116.933 τόνους (το 2015 άγγιξε τους 5,8 εκατ. τόνους και το 2014 τους 5,6 εκατ. τόνους).

Τέλος, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι τιμές χονδρικής του προϊόντος στις ευρωπαϊκές χώρες όπου καλλιεργούνται μπανάνες, αφού η Ελλάδα, παρά τη μικρή παραγωγή, κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις, με αυτές να κυμαίνονται για φέτος από τα 87 έως τα 89 λεπτά το κιλό (σ.σ. η πρώτη τιμή αφορά τις μπανάνες που εξάγονται και φέτος αναμένεται να φτάσουν τους 354 τόνους, ενώ η δεύτερη αυτές που πωλούνται στην εγχώρια αγορά).

paragogi-mpananaΌσον αφορά την Κύπρο –σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία–, η τιμή δεν ξεπερνά τα 41 λεπτά το κιλό (η Κύπρος καταναλώνει το σύνολο της παραγωγής της). Την ίδια στιγμή, στην Ισπανία, η τιμή παραγωγού κυμαίνεται στα 69-80 λεπτά το κιλό (για την ισπανική αγορά και τις εξαγωγές αντίστοιχα), ενώ στην Πορτογαλία στα 69-93 λεπτά το κιλό. Κατά μέσο όρο, οι τιμές παραγωγού στην ΕΕ κυμαίνονται από 64 έως 72 λεπτά το κιλό.