Ένοχη η ΚΑΠ για την εκμετάλλευση των παράνομων μεταναστών στη γεωργία

Οι αποτελεσματικότερες λύσεις για την άμβλυνση των φαινομένων εκμετάλλευσης

Πριν από μερικές ημέρες, 164 χώρες επικύρωσαν το Οικουμενικό Σύμφωνο του ΟΗΕ για τη Μετανάστευση στο Μαρακές. Ωστόσο, όλα επισκιάστηκαν από τις έντονες αντιδράσεις των ΗΠΑ, αλλά και αρκετών κρατών-μελών της ΕΕ (σ.σ. Αυστρία, Ουγγαρία, Ιταλία, Πολωνία και Σλοβακία), που με την άρνησή τους να το υπογράψουν, κατέστησαν ξεκάθαρο ότι οι προοπτικές ορθολογικής, συλλογικής και βιώσιμης διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος εξακολουθούν να υποσκάπτονται.

Προς το παρόν, ο στόχος του ανωτέρω συμφώνου να καθορίσει τις αρχές για την ασφαλή και ομαλή διαχείριση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, μοιάζει πολύ μακρινός για την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο. Αυτό που πολλοί ίσως δεν φαντάζονται, είναι ότι η αγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης θεωρείται ένας από τους υπευθύνους για τις ιδιαίτερα επικίνδυνες συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών που εισέρχονται παράνομα στη Γηραιά ήπειρο σε αναζήτηση εργασίας.

Η ρίζα του προβλήματος

Επίκαιρη έκθεση του Κέντρου Robert Schuman του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας αναλύει αυτή την πτυχή, εστιάζοντας στην τάση της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής να ευνοεί την παραγωγή ευρείας κλίμακας και μεγάλης απόδοσης. Μια τέτοια συνθήκη συντελεί στην πτώση των τιμών παραγωγού και φέρνει σε μειονεκτική θέση τους μικροκαλλιεργητές. Σε συνδυασμό με τις αθέμιτες πρακτικές των αλυσίδων λιανικής, οι οποίες εξωθούν τους παραγωγούς σε έναν άτυπο αγώνα μείωσης των τιμών των αγαθών τους, οι ανωτέρω πιέσεις αναγκάζουν ακόμα και τους πιο καλοπροαίρετους αγρότες να μειώσουν τα κόστη εργασίας.

Είναι δηλαδή η διάρθρωση της ευρωπαϊκής αγροδιατροφής τέτοια, που πολλές φορές καθιστά μονόδρομο την προσφυγή στην εκμετάλλευση μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού με κάθε πιθανό τρόπο.

Αυτή η ευρέως διαδεδομένη κατάσταση απαντάται σε πιο εκτεταμένο βαθμό στη νότια Ευρώπη. Κάπως έτσι, ανυποψίαστοι καταναλωτές αγοράζουν αγροδιατροφικά προϊόντα που παράγονται και συλλέγονται υπό ιδιαίτερα δύσκολες –και ορισμένες φορές απάνθρωπες– συνθήκες.

Το παράδειγμα –προς αποφυγή– της Ιταλίας

Η μελέτη εκθέτει τις παρατυπίες που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία του αγροτικού τομέα της Ιταλίας. Στη γείτονα χώρα, ο ούτως ή άλλως υψηλός αριθμός των μεταναστών που δουλεύουν ως αγρεργάτες έχει σημειώσει υπολογίσιμη άνοδο κατά την τελευταία δεκαετία, ωστόσο, κατά παράδοξο τρόπο, οι άδειες εισόδου έχουν μειωθεί.

Στην Ιταλία, η έλλειψη του αριθμού εργατικών χεριών καλύπτεται όλο και περισσότερο από τους μετακινούμενους εργαζόμενους της ΕΕ, τους παράνομους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο. Οι μισθοί των αγρεργατών εξακολουθούν να καταβάλλονται κυρίως κάτω από το τραπέζι, με τους μετανάστες να προσλαμβάνονται με συμβάσεις ορισμένου χρόνου, που αντικατοπτρίζουν μόνο ένα μικρό μέρος των πραγματικών ωρών εργασίας τους. Πολλοί εργοδότες απευθύνονται σε «πιάτσες» μεσαζόντων και «αρχιεργολάβων», οι οποίοι τους εξασφαλίζουν εργαζομένους και επιβλέπουν την εργασία τους. Είναι αυτοί οι κύκλοι που «εμπορεύονται» τους παράνομους μετανάστες και τους εκμεταλλεύονται με κάθε τρόπο, υποχρεώνοντάς τους να βρίσκονται κάτω από άθλιες συνθήκες διαβίωσης. Οι τελευταίοι είναι πολύ δύσκολο να ξεφύγουν από τα δίχτυα τέτοιων οργανώσεων, καθώς φοβούνται –για ευνόητους λόγους– να καταφύγουν στις αρμόδιες αρχές.

Μπορεί οι κοινοτικές και οι εθνικές νομοθεσίες να περιλαμβάνουν συστήματα προστασίας για τα θύματα εκμετάλλευσης και να τα ενθαρρύνουν να καταγγέλλουν τις καταχρηστικές και τις παράνομες πρακτικές των εργοδοτών, ωστόσο η εφαρμογή τους είναι ιδιαίτερα ισχνή. Πρακτικά, ο αριθμός των ατόμων που έχουν πρόσβαση σε αυτό το είδος προστασίας είναι εξαιρετικά περιορισμένος.

Η ανάγκη ενός μοντέλου αγροτικής παραγωγής με ηθικές αξίες

Η μελέτη, που διενεργήθηκε για λογαριασμό του Ιδρύματος Ανοικτής Κοινωνίας, συνοδεύεται από ορισμένες συστάσεις για την άμβλυνση των φαινομένων εκμετάλλευσης μεταναστών στην ευρωπαϊκή γεωργία. Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, η λήψη κατασταλτικών μέτρων προκειμένου να εμποδίζεται η πρόσληψη παράνομων μεταναστών είναι μια προσπάθεια που είναι καταδικασμένη να αποτύχει εάν δεν έχουν αντιμετωπιστεί πρώτα τα προβλήματα που οδήγησαν τους εργοδότες σε τέτοιες ενέργειες.

Οι προτάσεις κυμαίνονται από την εισαγωγή κινήτρων στο σύστημα επιδοτήσεων της ΚΑΠ, έτσι ώστε να ανταμείβονται οι αγρότες που παρέχουν στους εργαζομένους τους κατάλληλες συμβάσεις και αμοιβές, μέχρι την απαγόρευση επίμαχων αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στον τομέα του λιανικού εμπορίου. Προτείνεται επίσης η θέσπιση συστημάτων πιστοποίησης (όπως στα βιολογικά τρόφιμα) που θα παρέχουν πληροφορίες για τις εργασιακές συνθήκες, ικανοποιώντας τις ολοένα αυξανόμενες «φωνές» για την ανάγκη τήρησης ενός κώδικα ηθικής και δεοντολογίας στην αγροτική παραγωγή.

Κόντρα σε όσα πιστεύουν όσοι βρίσκονται «έξω από τον χορό», η αδήλωτη εργασία δεν αποτελεί βασικό πόλο έλξης για τη μεγάλη πλειοψηφία των επίδοξων μεταναστών. Οι περισσότεροι μετανάστες, όπως και οι περισσότεροι Ευρωπαίοι πολίτες, θα προτιμούσαν να έχουν κανονικές συμβάσεις, να πληρώνουν φόρους και να επωφελούνται από τις κοινωνικές υπηρεσίες στις οποίες –πρόκειται να– συνεισφέρουν, αντί να πληρώνονται «μαύρα» για να δουλεύουν με τις ώρες στο χωράφι, υπό το άγρυπνο βλέμμα των αρχιεργολάβων και εν μέσω επικίνδυνων συνθηκών. Επίσης, σίγουρα δεν θα διακινδύνευαν τις ζωές τους προκειμένου να φθάσουν σε χώρες όπως η Ιταλία και στη συνέχεια να ζητήσουν διεθνή προστασία, εάν έφταναν εκεί νόμιμα, ως κανονικοί μετανάστες. Ίσως λοιπόν οι ηγέτες των κρατών μελών της ΕΕ θα έπρεπε να αφήσουν για λίγο στην άκρη την αντιμεταναστευτική ρητορική και τις σκέψεις για περισσότερα τείχη και ηλεκτροφόρα σύρματα, και να εστίαζαν στην κατάρτιση ενός αποτελεσματικού σχεδίου απορρόφησης μεταναστών την ευρωπαϊκή γεωργία…