Επιτραπέζιο ροδάκινο: Αγγίζει το 30% η διαφορά τιμής παραγωγού σε σύγκριση με πέρσι

Σαφώς διαφοροποιημένη σε σχέση με την περσινή παραμένει η σεζόν που βρίσκεται σε εξέλιξη για το επιτραπέζιο ροδάκινο, με τη ζήτηση να χαρακτηρίζεται ικανοποιητική από τις αγορές του εξωτερικού και τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα, έχοντας προσαρμοστεί στην περίοδο της παραγωγής των ποικιλιών με τους μεγάλους όγκους.

Όπως μας είπε ο Ανδρέας Οβεζίκ, διευθυντής του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Νέος Αλιάκμονας», στην Ημαθία, με σημαντική εξαγωγική δραστηριότητα, μετά την κάμψη που παρουσίασαν η κινητικότητα στην αγορά και οι τιμές, πριν από τρεις εβδομάδες, η ζήτηση επανήλθε σε ικανοποιητικά επίπεδα.

Οι τιμές διαμορφώθηκαν στα αναμενόμενα επίπεδα και αυτές τις μέρες κυμαίνονται μεταξύ 28 και 33 λεπτών το κιλό στον παραγωγό, «που σημαίνει 7-8 λεπτά πάνω σε σχέση με πέρσι στις ίδιες ποικιλίες», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά. Συμπλήρωσε, ακόμη, ότι «στο νεκταρίνι είναι πολύ καλύτερα τα πράγματα. Όταν η τιμή πέρσι ήταν 40-45 λεπτά ανάλογα με τις ποιότητες που είχε ο καθένας, φέτος φτάνει μέχρι τα 60 λεπτά η πρώτη ποιότητα με βάση την αξιολόγηση της αγοράς».

 

Μείωση της εσωτερικής απορρόφησης, ενίσχυση εξαγωγών

Από την πλευρά του, ο Νίκος Τσακίδης, διευθυντής του Αγροτικού Συνεταιρισμού Επισκοπής Νάουσας, με εξαγωγές στην Πολωνία και στην Τσεχία, σημείωσε: «Δεν θέλω να μεταφέρω μια αισιοδοξία αστήριχτη, αλλά είναι φανερό ότι είναι μια χρονιά με σαφώς διαφοροποιημένα χαρακτηριστικά σε σχέση με πέρσι».

Η συγκομιδή για το επιτραπέζιο ροδάκινο εξελίσσεται με τις μεσοπρώιμες ποικιλίες στην περιοχή –στη Royal Glory βρίσκονταν πριν από τρεις ημέρες– και ταυτόχρονα συγκομίζεται η μεγάλη ποικιλία των μεσοπρώιμων νεκταρινιών, Big Top.

«Σε κάθε περίπτωση, διαγράφουν καλύτερη εμπορική πορεία, τόσο τα ροδάκινα όσο και τα νεκταρίνια. Υπάρχει μια διαφορά περίπου 10%-15% σε επίπεδο τιμών», σημείωσε ο κ. Τσακίδης. Τόνισε ακόμη ότι η φετινή χρονιά έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά λόγω της γενικότερης κατάστασης που διαμορφώνεται στο φόντο της πανδημίας.

Όπως είπε ενδεικτικά, «εμείς, ως συνεταιρισμός, διακινούμε συνήθως το 50% της παραγωγής που συγκεντρώνουμε στην εγχώρια αγορά και το άλλο 50% στο εξωτερικό. Φέτος, η σχέση αυτή άλλαξε υπέρ των εξαγωγών που καταλαμβάνουν το 70% των ποσοτήτων που διακινούμε, λόγω της ύφεσης που καταγράφεται στον τουρισμό».

Ο ίδιος έκανε λόγο για αισθητή ζήτηση από τις αγορές του εξωτερικού, την οποία αποδίδει αφενός στη μείωση της παραγωγής της Ισπανίας, αφετέρου στο γεγονός ότι τα πήγε καλά η χώρα στη διαχείριση της πανδημίας, δημιουργώντας μια πρόσθετη καλή φήμη για το ελληνικό brand φέτος. Συμπλήρωσε, δε, ότι δεν περιμένει κάποια απότομη κάμψη των τιμών από εδώ και πέρα, εκτός αν συντρέξουν αστάθμητοι παράγοντες.