Έθιμο του Κλήδονα: Μια εορταστική παράδοση που ζει μέσα στους αιώνες

Στην ελληνική παράδοση, ο Ιούνιος, ο πρώτος μήνας του καλοκαιριού, έχει πολλά λαϊκά ονόματα που αντικατοπτρίζουν τις γεωργικές και κοινωνικές δραστηριότητες της εποχής.
Τον αποκαλούν «κερασάρη» λόγω της συγκομιδής των κερασιών, ριγανά λόγω της ρίγανης, σε κάποιες περιοχές λέγεται θεριστής, καθώς σηματοδοτεί την αρχή της συγκομιδής των σιτηρών, ενώ άλλοι τον γνωρίζουν ως «λιοτρόπι», γιατί ο ήλιος βρίσκεται στο ζενίθ του με το θερινό ηλιοστάσιο. Είναι, ωστόσο, ένας μήνας που σηματοδοτεί αλλαγές, προσδοκίες και παραδοσιακές γιορτές, όπως αυτή του Κλήδονα, που συνδέει τη μαντεία με την αναγέννηση της φύσης και την ανθρώπινη ζωή.
Οι ρίζες
Κάθε χρόνο, στις 24 Ιουνίου, η ελληνική παράδοση αναβιώνει σε πολλές περιοχές της χώρας τη γιορτή του Κλήδονα που έχει τις ρίζες της σε αρχαίες δοξασίες και λαϊκές αντιλήψεις, συνδυάζοντας τη μαντεία, τον εξαγνισμό και τη φωτιά, ενώ φέρνει κοντά τις κοινότητες μέσα από δρώμενα γεμάτα συμβολισμό.
«Ο Κλήδονας αποτελεί ένα πανάρχαιο έθιμο με ρίζες βαθιά χαραγμένες στην ελληνική παράδοση. Οι πρώτες αναφορές στην έννοιά του προέρχονται από τον Όμηρο. Η λέξη “η κληδών” σημαίνει μαντικό σημάδι-προφητεία», εξηγεί ο πρόεδρος του Συλλόγου Ανατολικοθρακών Περίστασης και Νομού Πιερίας, Γιώργος Χελιδονόπουλος.
Και συμπληρώνει: «Σύμφωνα με τις ιστορικές αφηγήσεις, τα χρόνια του Βυζαντίου συναντάμε το έθιμο ως λατρεία του Ήλιου, ενώ με τα χρόνια χάνει τον χαρακτήρα της γενικής μαντικής και περιορίζεται στους ερωτικούς χρησμούς», σημειώνει ο κ. Χελιδονόπουλος. Το έθιμο του Κλήδονα, όπως εξελίχθηκε στους αιώνες, κράτησε αυτόν τον συνδυασμό μαντείας και συμβολισμού. Οι παραδόσεις των Ανατολικοθρακών, που συνδέονται με τον Κλήδονα, συνεχίζουν να τιμούν αυτή την αρχαία πρακτική, μεταφέροντας τις μνήμες και την πίστη των προγόνων σε κάθε νέα γενιά.
«Στις ημέρες της γιορτής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και Βαπτιστού, στις 24 Ιουνίου, έπρεπε οι γυναίκες από νωρίς να καθαρίσουν και να περιμένουν τις τύχες τους. Ο συνηθέστερος τρόπος», τονίζει ο κ. Χελιδονόπουλος, «που φανέρωνε ο Άγιος το ριζικό και τις τύχες των ανθρώπων ήταν ο κλήδων, γι’ αυτό ο Άγιος ονομάστηκε και Κληδών. Τις μαντικές παρατηρήσεις ο λαός θα τις στηρίξει στις πηγές της ζωής: Τη φωτιά, τον ήλιο και το νερό, για να προμαντέψει το ριζικό του».
Το έθιμο
Στην Τοπική Κοινότητα Περίστασης στην Πιερία, ο Σύλλογος Ανατολικοθρακών, εδώ και πολλές δεκαετίες, αναβιώνει κάθε χρόνο το έθιμο και γίνεται πιστή αναπαράσταση του δρώμενου με βάση τις μαρτυρίες των γηραιότερων κατοίκων του χωριού. Το έθιμο εξελίσσεται σε δύο φάσεις: Την παραμονή του Αϊ-Γιαννιού, ανύπαντρες κοπέλες πηγαίνουν στο σπίτι μιας γηραιάς γυναίκας και της ζητούν να ετοιμάσουν τον Κλήδονα.
Στη συνέχεια, πηδάνε τις φωτιές, τις οποίες έχουν ανάψει σε γειτονιές και πλατείες και κάθε κορίτσι τις πηδάει τρεις φορές για να μην πάθουν κακό, ενώ ρίχνουν στη φωτιά τα μαγιάτικα στεφάνια τους. «Το πήδημα της φωτιάς από την αρχαιότητα σήμαινε κάθαρση της ψυχής. Οι άνθρωποι πίστευαν ότι τους δίνει δύναμη και τους απαλλάσσει από κάθε κακό», υπογραμμίζει ο πρόεδρος του συλλόγου.
Σύμφωνα με τον ίδιο, ακολουθεί η επόμενη φάση του εθίμου, που περιλαμβάνει τη μαντεία του «αμίλητου νερού». «Την ίδια βραδιά, και μετά τις φωτιές, μια κόρη με το όνομα της Παναγίας, Μαρία, πρωτότοκη και να ζουν οι δύο γονείς της, ντύνεται νύφη και μαζί με άλλες ανύπαντρες κοπέλες πηγαίνουν στο πηγάδι ή σε επτά βρύσες να μαζέψουν το αμίλητο νερό. Το λένε αμίλητο, γιατί μέχρι να πάνε να το φέρουν, να το ετοιμάσουν, να το “κλειδώσουν”, δεν πρέπει να βγει ήχος από τα χείλη τους, ώστε να μη χάσει το νερό τη μαντική δύναμη που του δίνει ο Άγιος. Σε όλη την πορεία υπάρχουν “καλοθελητάδες”, που προσπαθούν να τις κάνουν να μιλήσουν», αναφέρει ο κ. Χελιδονόπουλος για το έθιμο στην Περίσταση.
Ο Αϊ-Γιάννης του Κλήδονα δεν είναι απλώς ένα έθιμο, αλλά μια ζωντανή εμπειρία, που ενώνει τις κοινότητες και φέρνει τις παλιές παραδόσεις στο σήμερα. Σε πολλές περιοχές της χώρας, από την Κρήτη μέχρι τη Μακεδονία και τη Θράκη, το έθιμο εξακολουθεί να γιορτάζεται με σεβασμό και ενθουσιασμό, κρατώντας ζωντανή τη φλόγα της παράδοσης.