«Εξολοθρευτής Άγγελος»: Ένα αριστούργημα του σουρεαλιστικού κινηματογράφου, με την υπογραφή του μετρ του είδους

«El Angel Exterminador» / «The Exterminating Angel», 1962
22/08/2025
7' διάβασμα
exolothreftis-angelos-ena-aristourgima-tou-sourealistikou-kinimatografou-me-tin-ypografi-tou-metr-tou-eidous-360585

Το διάστημα από το 1947 έως το 1965, παρά τα εμβόλιμα διαλείμματα με κάποια πολύ σημαντικά γυρίσματα σε Ισπανία και Γαλλία, ο Λουίς Μπουνιουέλ σκηνοθέτησε συνολικά είκοσι ταινίες στο Μεξικό, καθιστώντας τη χώρα της Βόρειας Αμερικής ως τον τόπο στον οποίο βρήκε –εκτός από «καταφύγιο» από το καθεστώς του φασίστα Φρανθίσκο Φράνκο, που επικρατούσε στη γενέτειρά του, Ισπανία– τον πιο παραγωγικό του εαυτό. Ίσως το αποκορύφωμα εκείνης της περιόδου (μαζί με το αδυσώπητα νεορεαλιστικό «Los Olvidados» του 1950) ήταν ο μεταφυσικά κλειστοφοβικός «Εξολοθρευτής Άγγελος» (πρωτ. τίτλος «El Angel Exterminador» / αγγλ. τίτλος «The Exterminating Angel», 1962), μια ταινία που αδιαμφισβήτητα φέρει την υπογραφή του μεγάλου σουρεαλιστή της έβδομης τέχνης και δύσκολα θα μπορούσε να έχει γυριστεί από οποιονδήποτε άλλο γνωστό σκηνοθέτη.

Τα γεγονότα της ταινίας λαμβάνουν χώρα σε μια πολυτελή έπαυλη της Πόλης του Μεξικού, όπου μια ομάδα εύπορων καλεσμένων συγκεντρώνεται για ένα επίσημο δείπνο. Μετά το τέλος της κοινωνικής μάζωξης, οι καλεσμένοι μετακινούνται στο σαλόνι για να συνεχίσουν τη βραδιά. Ωστόσο, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, κανείς τους δεν μπορεί να φύγει από το δωμάτιο – ούτε τη νύχτα, ούτε τις επόμενες ημέρες.

Παρά το γεγονός ότι οι πόρτες είναι ανοιχτές και δεν υπάρχει ορατό εμπόδιο, όλοι μοιάζουν ψυχολογικά αδύναμοι να εγκαταλείψουν τον χώρο του σαλονιού, σαν να τους φράζει την έξοδο κάποιο αόρατο τείχος, ενώ το υπηρετικό προσωπικό έχει αποχωρήσει εσπευσμένα –και εξίσου ανεξήγητα–, πλην του αρχιοικονόμου (δηλαδή του επικεφαλής των υπηρετών και ορκισμένου πειθήνιου οργάνου των αφεντικών του, καθότι διατηρεί μια κάποια εξουσία έναντι των κατωτέρων του), που βρίσκεται και εκείνος παγιδευμένος ανάμεσα στους πλουσίους.

Η άρχουσα τάξη στο στόχαστρο των σατιρικών βελών

Για να καταλάβουμε τι θέλει να πετύχει εδώ ο Μπουνιουέλ πρέπει να ανατρέξουμε στην αμέσως προηγούμενη ταινία του, την αριστουργηματική «Βιριδιάνα» («Viridiana, 1961), η οποία καταδικάστηκε από το Βατικανό και απαγορεύτηκε στην πατρίδα του, την Ισπανία (όπου και γυρίστηκε), ωθώντας τον ίδιο να επιστρέψει στην «αυτοεξορία» του Μεξικού, όπου γύριζε ταινίες καθ’ όλη τη διάρκεια των δεκαετιών του ‘40 και του ‘50.

Ο «Εξολοθρευτής Άγγελος» είναι, μεταξύ άλλων, μια συνέχεια της σφοδρής επίθεσης που είχε εξαπολύσει ο Μπουνιουέλ στο φασιστικό καθεστώς του Φράνκο, με τις ευθείες βολές να κατευθύνονται αυτήν τη φορά στους σαθρούς θεσμούς και στην ευνοημένη από τις εξελίξεις άρχουσα τάξη της χώρας, που είχε συντελέσει στην καταδίκη των προλετάριων, δηλαδή των ηττημένων του Ισπανικού Εμφυλίου (1936-1939).

Υπό αυτήν τη σκοπιά, οι επιφανείς καλεσμένοι σε αυτή την κοινωνική μάζωξη εκπροσωπούν την άρχουσα τάξη στην Ισπανία του Φράνκο, η οποία αφαιρεί τα δικαιώματα και την αξιοπρέπεια του προλεταριάτου (βλ. συμβολισμό που έγκειται στη συντονισμένη αποχώρηση των υπηρετών), τη στιγμή που η ίδια συνεχίζει τις ανιαρές της συζητήσεις και εν συνεχεία κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, δίχως να αντιλαμβάνεται ή να ενδιαφέρεται για το τι πραγματικά συμβαίνει γύρω της· μια συμπεριφορά ενδεικτική της άγνοιας –ή της εθελοτυφλίας– των προνομιούχων.

Στον περιβάλλοντα χώρο της βίλας, όπου διεξάγεται η συνάθροιση, το σημείο είναι περικυκλωμένο από αστυνομικές δυνάμεις, ωστόσο η αστυνομία αδυνατεί να εισέλθει, καθώς εμποδίζεται από έναν αντίστοιχο αόρατο φραγμό. Σε πρώτη ανάγνωση, λοιπόν, έχουμε μια παραβολή για την ασυλία της οποίας χαίρει η άρχουσα τάξη, αλλά και κυρίως τη συναισθηματική της αποκοπή από το δράμα των κατώτερων τάξεων, μέσα από μια ποντιοπιλατική στάση, την οποία υιοθετούν τα προνομιούχα μέλη της κοινωνίας απέναντι στη βία και τα λοιπά εγκλήματα της δικτατορίας του Φράνκο (ο κόσμος έξω από την έπαυλη).

Παρακολουθώντας την τάση των καλεσμένων να μένουν απομονωμένοι στον δικό τους περιχαρακωμένο κόσμο, ο υποψιασμένος θεατής φυσιολογικά θα κάνει τον συγκεκριμένο συνειρμό.

Παγιδευμένοι στη σουρεαλιστική «γυάλα»

Όμως ο Μπουνιουέλ δεν μένει εκεί. Βρίσκοντας πάτημα στην ανιαρή μάζωξη της «καλής» κοινωνίας, παγιδεύει αυτό το ομοιογενές σύνολο μέσα στη σουρεαλιστική του «γυάλα» και ασελγεί πάνω του με το μαγικό του ραδβί (λέγε με σαρδόνια μπουνιουελική σάτιρα), παρασύροντάς το στην αυτοαποδόμηση, καθώς ο ίδιος, σαν άλλος Νέρωνας, παρακολουθεί ικανοποιημένος το υποκριτικό αφήγημα της μπουρζουαζίας να γίνεται παρανάλωμα των ταπεινών ανθρώπινων ενστίκτων.

Το «γλέντι» για τη νίκη ενάντια στην εργατική τάξη είναι μια μόνιμη, πρακτικά αδιέξοδη κατάσταση, η οποία δεν τελειώνει ποτέ, καθιστώντας τους καλοβολεμένους γλεντοκόπους ακρωτηριασμένους από την κοινωνία και αμέτοχους στα κοινά του τόπου, ισόβια καταδικασμένους στο να παρασιτούν, λαμβάνοντας στο πιάτο τους τούς καρπούς των κόπων των εργατών, μη συμμετέχοντας σε καμία διαδικασία και όντας ευάλωτοι σε κάθε αλλαγή.

Ο «Εξολοθρευτής Άγγελος» περιεργάζεται μια άρχουσα τάξη που είναι δέσμια του καθωσπεπισμού της, αιχμάλωτη της υποκρισίας και του πλούτου της, τα οποία δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα περισσότερο από ένα μόνιμο τέλμα. Όταν οι προνομιούχοι συνειδητοποιούν τη κυκλική ματαιότητα της ύπαρξής τους ή όταν απλά στερούνται των κληροδοτηθέντων προνομίων τους, η μάσκα του καθωσπρεπισμού πέφτει σαν ώριμο φρούτο, οι αρχές του Δυτικού πολιτισμού γίνονται βορά στα πρωτόγονα ένστικτα και η κρίση ταυτότητας των αριστοκρατών οδηγεί σε απονενοημένα διαβήματα – μια άνευ όρων παράδοση στην τρέλα και την ψυχολογία του όχλου. Αυτό που διαφαίνεται καθαρά είναι ότι όταν τα ανώτερα στρώματα της κοινωνίας ξαφνικά αποκόπτονται από το οχυρό του κοινωνικού τους στάτους, δεν έχουν το ηθικό ανάστημα (δηλαδή τις αρετές) ώστε να αντεπεξέλθουν στον βαθμό που το καταφέρουν τα κατώτερα στρώματα της κοινωνίας μας. Συνεπώς, εγκαταλείπουν την ευγένεια και τους λοιπούς κοινωνικούς κανόνες και ολισθαίνουν στο χάος, τον πανικό και την παράνοια, αντιδρώντας σπασμωδικά και χάνοντας κάθε έννοια κοινωνικής συνοχής.

Μάλιστα, παρότι οι καλεσμένοι βρίσκουν τελικά τον τρόπο να δραπετεύσουν από τη βίλα, στη συνέχεια εγκλωβίζονται σε έναν νέο φαύλο κύκλο, αυτήν τη φορά μέσα σε μια καθολική εκκλησία. Στην πραγματικότητα, η φυλακή στην οποία παραμένουν παγιδευμένοι δεν είναι κάποιος φυσικός χώρος, αλλά οι βαθιά ριζωμένες συμπεριφορές, προκαταλήψεις και –επιπλέον, σύμφωνα με τη σκηνή του φινάλε– θρησκόληπτες πεποιθήσεις.

Η ταινία προβάλλεται στα θερινά σινεμά σε 4K ψηφιακή αποκατάσταση από τις 24 Ιουλίου, σε διανομή της New Star

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: