Έλλειψη οργάνωσης και επαγγελματισμού φρενάρουν την παραγωγή φακής

Τι λέει η μεταποίηση και το εμπόριο; Γιατί η φακή δεν βρίσκει τη θέση που της αξίζει στην εσωτερική αγορά, αλλά ούτε στο εξωτερικό;

faki-fito-paragogi

Η συλλογή της φακής έχει σχεδόν ολοκληρωθεί σε όλη τη χώρα. Οι κλιματολογικές συνθήκες επηρέασαν την παραγωγή, με αποτέλεσμα οι συλλεχθείσες ποσότητες να εμφανίζουν αισθητή μείωση. Οι παραγωγοί υποστηρίζουν ότι η μείωση αυτή θα φτάσει στο 25% σε σύγκριση με πέρυσι. Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος, η χώρα θα αναγκαστεί να εισάγει μεγάλες ποσότητες φακής, καθώς η εγχώρια παραγωγή δεν μπορεί να καλύψει τη ζήτηση. Παρόλα αυτά, οι Έλληνες παραγωγοί εμφανίζονται αδύναμοι να υπερκεράσουν τις οργανωτικές και παραγωγικές τους αδυναμίες για να κερδίσουν ένα μεγαλύτερο μέρος της εγχώριας αγοράς. Μπορεί η διατροφική αξία της φακής να είναι αναγνωρισμένη και να αποτελεί ένα από τα αγαπημένα και δημοφιλή πιάτα της ελληνικής κουζίνας, όμως ούτε η πολιτεία ούτε οι παραγωγοί έχουν δώσει τη δέουσα σημασία.

«Η παραγωγή φακής στην περιοχή μας είχε μεγάλες διακυμάνσεις στις αποδόσεις», σχολιάζει ο Θανάσης Μακρυγιάννης, παραγωγός από το Βούζι Δομοκού. «Υπήρξαν περιπτώσεις όπου οι αποδόσεις έπεσαν και κάτω από τα 30 κιλά το στρέμμα. Κερδισμένοι ήταν οι παραγωγοί που δεν επηρεαστήκαν από τις εναλλαγές των θερμοκρασιών, με αποτέλεσμα να ξεπεράσουν τα 120 κιλά. Ως προς το θέμα των τιμών, λόγω των εισαγωγών, οι έμποροι αγοράζουν ακόμη και με 65 λεπτά από το χωράφι. Προσπαθούμε να πουλήσουμε την παραγωγή μας, στηριζόμενοι στην ιδιαίτερη ταυτότητά της φακής και στην εξαιρετική της ποιότητα. Η φακή Βουζίου κρατά την τιμή, με αποτέλεσμα να φτάνουμε και στα 1,9 ευρώ το κιλό. Ωστόσο, πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι ο καθαρισμός από τις πέτρες και η διαλογή από ξένους και υποδεέστερους σπόρους ανεβάζουν σημαντικά το κόστος. Σε αυτή την περίπτωση, το κόστος κυμαίνεται από 50 έως 120 ευρώ ο τόνος».

Μια άλλη εικόνα από την περιοχή της Θήβας μάς μεταφέρει ο Δημήτρης Σαμπάνης:

«Οι στρεμματικές αποδόσεις της φακής κυμαίνονται από 100 έως 200 κιλά, ανάλογα με το χωράφι, την περιποίηση και τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην περιοχή. Η φετινή χρονιά, λόγω των μεγάλων βροχοπτώσεων κατά τη διάρκεια της συγκομιδής, δεν πήγε καθόλου καλά. Η απόδοση έπεσε κάτω από 60 κιλά το στρέμμα και αυτό θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στο εισόδημά μας. Ως προς το θέμα της τιμής, προσπαθούμε να κρατήσουμε την ποιότητα, στηριζόμενοι σε ελληνικές ποικιλίες, όπως είναι η Σάμος και η Αθηνά. Δεν έχουμε μεγάλες διακυμάνσεις στις τιμές και κρατάμε στα 1,5 ευρώ το κιλό. Το μεγάλο μας πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε οργανωθεί σε ένα σύγχρονο επιχειρηματικό σχήμα, ώστε η παραγωγή μας να έχει μια δυνατή και αναγνωρισμένη τοπική ποιοτική ταυτότητα».

Τι λέει η μεταποίηση και το εμπόριο

Η έλλειψη οργανωμένης παραγωγικής βάσης, με ουσιαστικό επαγγελματισμό, οδηγεί την καλλιέργεια στην εσωστρέφεια, με αποτέλεσμα η φακή να μη βρίσκει τη θέση που της αξίζει στην εσωτερική αγορά, αλλά ούτε στο εξωτερικό. Αυτό είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Δήμος Κατσής, γεωπόνος και διευθύνων σύμβουλος της Agroland ΑΕ από τις Σοφάδες Καρδίτσας: «Θέλουμε να προσφέρουμε στην αγορά ένα προϊόν υψηλής διατροφικής αξίας και ποιοτικά ανώτερο. Αυτό, για να επιτευχθεί, απαιτεί μια ομογενοποιημένη πρακτική των παραγωγών, ώστε να εχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα.

Γιατί η φακή δεν βρίσκει τη θέση που της αξίζει στην εσωτερική αγορά, αλλά ούτε στο εξωτερικό;Δυστυχώς, οι παραγωγοί βλέπουν την καλλιέργεια ως συμπληρωματική στο εισόδημά τους, με αποτέλεσμα αυτή να μην ανταποκρίνεται στα μεγέθη που θέλουμε και αυτό φυσικά επηρεάζει την τιμή του προϊόντος και κατ’ επέκταση το εισόδημα του παραγωγού. Μια από τις βασικές προϋποθέσεις της ομογενοποίησης της παραγωγής είναι και η χρήση του πολλαπλασιαστικού υλικού που χρησιμοποιούμε σε συνδυασμό με τις νέες τεχνολογίες . Οι πιστοποιημένοι σπόροι μας δίνουν τη δυνατότητα να καταγράφουμε τα χαρακτηριστικά που θέλουμε ώστε να κατατάξουμε και ποιοτικά την παραγωγή. Σε αυτό το θέμα μεγάλο ρόλο μπορεί να παίξει και η γενετική βελτίωση των εγχωρίων ποικιλιών οι οποίες παρουσιάζουν μία «κόπωση» και πολλές φορές οι αποδόσεις τους είναι οριακές».

Λίγα λόγια για τη φακή

Η φακή εντάσσεται στις ξερικές καλλιέργειες και αξιοποιώντας αυτό το πλεονέκτημα η ποιότητα του προϊόντος που παράγεται είναι ανώτερης βαθμίδας. Καλλιεργείται κυρίως σε ορεινές και ημιορεινές περιοχές αξιοποιώντας φτωχά και άγονα εδάφη. Το φυτό είναι μονοετή και η σπορά ξεκινά το φθινόπωρο με χρόνο συγκομιδής τον Ιούνιο. Καλλιεργείται σχεδόν στο σύνολο της χώρας μας χωρίς όμως να καλύπτει τις εγχώριες ανάγκες και το μεγαλύτερο ποσοστό εισάγεται από το εξωτερικό. Δεν έχει ιδιαίτερες καλλιεργητικές απαιτήσεις διότι όλες οι εργασίες στο χωράφι γίνονται με μηχανικά μέσα. Ο ρόλος της στην βελτίωση της γονιμότητας των εδαφών είναι σημαντικός με αποτέλεσμα τη μείωση των εισροών σε αζωτούχα λιπάσματα. Σε συνδυασμό με την ολοκληρωμένη διαχείριση και την εφαρμογή αμειψισποράς επιτυγχάνεται σημαντικά ο έλεγχος των ζιζανίων.