Financial Times: Θα μπορέσουν τα εναλλακτικά μοντέλα καλλιέργειας να υποσκελίσουν τη γεωργία βιομηχανικής κλίμακας;

Η αναγεννητική γεωργία κατάφερε να διπλασιάσει τα εδάφη της μέσα σε μία δεκαετία

Το αυξανόμενο κόστος των γεωργικών εισροών –όπως τα λιπάσματα και τα φυτοφάρμακα– λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, καθώς και η κλιμακούμενη απειλή της κλιματικής αλλαγής, οδηγούν ολοένα και περισσότερους αγρότες σε εναλλακτικές λύσεις, μακριά από τις συμβατικές μεθόδους καλλιέργειας.

Νέο άρθρο των Financial Times δίνει έμφαση στο γεγονός ότι ο αντίκτυπος των μεγάλων κρίσεων έχει προκαλέσει την ταχεία παγκόσμια υιοθέτηση μεθόδων αναγεννητικής γεωργίας, ενώ οι νέες καταναλωτικές προτεραιότητες, που εγκαινίασε η πανδημία COVID-19, μπορούν να ενισχύσουν ακόμα περισσότερο την τάση αυτή.

Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε φέτος στο επιστημονικό περιοδικό Agronomy –την οποία επικαλούνται οι αρθρογράφοι του βρετανικού μέσου–, η παγκόσμια έκταση που τελεί υπό πρακτικές αναγεννητικής γεωργίας σχεδόν διπλασιάστηκε κατά τη δεκαετία 2009-2019, φθάνοντας τελικά να ξεπερνά τα 2 δισ. στρέμματα, και εξαπλώνεται με ετήσιο ρυθμό που ξεπερνά τα 100 εκατ. στρέμματα.

 

Αυξανόμενο καταναλωτικό ενδιαφέρον για βιώσιμες λύσεις

Από την αποκατάσταση των υγρότοπων έως την επαναφορά των απειλούμενων ειδών πτηνών, των αγριολούλουδων και των εντόμων, οι πρακτικές της αναγεννητικής γεωργίας αποσκοπούν στο να απενοχοποιήσουν τον ρόλο της γεωργίας στην περιβαλλοντική κρίση, μετατρέποντάς τη από κύρια αιτία σε λύση του προβλήματος.

Αυτή η στόχευση αποκτά νέα σημασία στη μετά COVID-19 εποχή. «Η πανδημία όχι μόνο ανέδειξε τις αδυναμίες στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων, αλλά επίσης αύξησε την ευαισθητοποίηση των καταναλωτών σχετικά με τις επιπτώσεις των τροφίμων στην υγεία και στο περιβάλλον», αναφέρουν οι συντάκτες του άρθρου των Financial Times.

«Ορισμένοι κορυφαίοι επενδυτές στον τομέα της αγροτεχνολογίας και των επιχειρηματικών κεφαλαίων διαβλέπουν μια σημαντική επενδυτική ευκαιρία, ενώ εταιρείες τροφίμων, όπως η General Mills και η Danone, έχουν υιοθετήσει έναν πιο αναγεννητικό τρόπο γεωργίας – αν και εν μέσω κατηγοριών για greenwashing (σ.σ. παραπλάνηση του κοινού σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνουν για την προστασία του περιβάλλοντος) από τους επικριτές τους».

Πολύς δρόμος ακόμα για να γίνει η αναγεννητική τάση κυρίαρχο μοντέλο

Παρά την αυξανόμενη παγκόσμια υιοθέτηση μεθόδων αναγεννητικής γεωργίας, το ποσοστό της παγκόσμιας καλλιεργήσιμης γης που αξιοποιείται σύμφωνα με αυτές τις αρχές εξακολουθεί να υπολείπεται του 15%, ενώ η απορρόφηση των πρακτικών της παραμένει χαμηλή στην Ευρώπη, στη Ρωσία, στην Ασία και στην Αφρική. Αυτό σημαίνει ότι εξακολουθούν να υπάρχουν μεγάλα περιθώρια βελτίωσης.

Ωστόσο, η απομάκρυνση από τη βαριά γεωργική βιομηχανία δεν θα είναι απλή υπόθεση. «Κατά το πέρασμα των δεκαετιών, η παγκόσμια αποδοχή των εντατικών μεθόδων παραγωγής, οι οποίες εστιάζουν στην αποτελεσματικότητα και στην απόδοση, χρησιμοποιώντας ισχυρά μηχανήματα σε τεράστιες εκτάσεις γης με τη βοήθεια άφθονων συνθετικών λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων, επέτρεψε σε χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Βραζιλία και η Ρωσία να γιγαντωθούν στις εξαγωγές τροφίμων.

Αυτό το είδος γεωργίας θεωρείται από καιρό ως η ραχοκοκαλιά των παγκοσμιοποιημένων αλυσίδων εφοδιασμού τροφίμων και θεωρείται ως αναγκαιότητα για τη μείωση της παγκόσμιας πείνας και τη στήριξη των αυξανόμενων πληθυσμών», επισημαίνουν οι συντάκτες των Financial Times.

Ταυτόχρονα, παρά το αυξανόμενο ενδιαφέρον για βιώσιμες προσεγγίσεις στη γεωργία, το παράδειγμα –προς αποφυγή– της Σρι Λάνκα θα συνεχίσει να ηχεί ως καμπανάκι κινδύνου, πυροδοτώντας δεύτερες σκέψεις, όσον αφορά την προώθηση τέτοιων γενναίων μεταρρυθμίσεων. «Το αποτυχημένο εγχείρημα της Σρι Λάνκα να γίνει η πρώτη εξ ολοκλήρου “βιολογική” χώρα στον κόσμο υπογραμμίζει τους κινδύνους των ξαφνικών αλλαγών στις πρακτικές χωρίς επαρκή προετοιμασία, ενώ τονίζει τη σημασία της εκπαίδευσης και της γνώσης μεταξύ των καλλιεργητών», αναφέρει το άρθρο των Financial Times.

Η συζήτηση περιπλέκεται εξαιτίας των υπολογίσιμων αποκλίσεων μεταξύ των υποστηρικτών των πιο βιώσιμων μοντέλων καλλιέργειας. «Οι επικριτές του κινήματος (ιδιαίτερα οι υποστηρικτές της βιολογικής γεωργίας, που αποκλείει κάθε χρήση χημικών λιπασμάτων, ζιζανιοκτόνων και φυτοφαρμάκων) επισημαίνουν ότι η αναγεννητική γεωργία εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ζιζανιοκτόνα για να σκοτώνει τα ζιζάνια», τονίζουν οι αρθρογράφοι.

Τέλος, οι αγρότες που βασίζονται σε σταθερούς στόχους απόδοσης μπορεί να είναι και εκείνοι επιφυλακτικοί λόγω της εξάρτησης της αναγεννητικής γεωργίας από τον πειραματισμό και τη μεσοπρόθεσμη έως μακροπρόθεσμη ικανότητα να αντέχουν οικονομικά τον κίνδυνο μιας κακής συγκομιδής.