Η καλλιέργεια βίκου και τριφυλλιού

Σύμφωνα με το πρώτο Οικολογικό Σχήμα (Eco-scheme) του Στρατηγικού Σχεδίου της Ελλάδας για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική από το έτος 2023, η «χρήση προσαρμοσμένων ειδών και ποικιλιών», συμπεριλαμβανομένων του κριθαριού μικρού βιολογικού κύκλου, ψυχανθών και αρωματικών /φαρμακευτικών φυτών για ζωοτροφές, επιδοτείται από 52,2 έως και 84,4 ευρώ ανά στρέμμα («ΥΧ», Φύλλο 367, Παρασκευή 11 Νοεμβρίου 2022).

Συγκεκριμένα, προτείνεται η αντικατάσταση απαιτητικών σε νερό καλλιεργειών, όπως το καλαμπόκι ή το βαμβάκι με τις προαναφερόμενες καλλιέργειες, με ιδιαίτερη έμφαση στα ψυχανθή και κυρίως στην καλλιέργεια του βίκου. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, θα αναφερθούμε στο παρόν άρθρο στην καλλιέργεια του βίκου και του τριφυλλιού, καθώς αυτά τα είδη των ψυχανθών αποτελούν δυναμικές καλλιέργειες στη χώρα μας.

των Νικόλαου Ε. Κορρέ, αναπληρωτή καθηγητή, Τμήμα Γεωπονίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων,
Κώστα Ζήση, Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό, Τμήμα Γεωπονίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων,
Χαράλαμπου Κουτσούκη, Εργαστηριακό Διδακτικό Προσωπικό, Τμήμα Γεωπονίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων

Βίκος (Vicia sativa L.)

Ο βίκος είναι ένα ψυχανθές με μεγάλη προσαρμοστικότητα στις εδαφοκλιματικές συνθήκες της Ελλάδας. Αποτελεί ίσως το πλέον κατάλληλο φυτό για συστήματα αμειψισποράς σε ξηρικούς αγρούς κυρίως μετά τη συνεχή καλλιέργεια σιτηρών. Επίσης, είναι άριστη τροφή για τα ζώα και μπορεί να συγκαλλιεργηθεί με σιτηρά, κυρίως βρώμη με τις όψιμες ποικιλίες του βίκου. Οι ποικιλίες Όμηρος, Φίλιππος, Αλέξανδρος, Ζέφυρος, Καλλιρόη, Ίστρος κ.ά. παρουσιάζουν πολύ καλή προσαρμοστικότητα στις ελληνικές συνθήκες.

Προετοιμασία της σποροκλίνης και κατεργασία εδάφους

Κατά την προετοιμασία της σποροκλίνης, κύριο μέλημα αποτελεί η ορθή διαχείριση των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας, καθώς η παρουσία τους μπορεί να μειώσει την απόδοση του βίκου, αλλά και να δυσκολέψει την κατεργασία του εδάφους από τα γεωργικά μηχανήματα.

Συνιστάται η ενσωμάτωση των υπολειμμάτων της προηγούμενης καλλιέργειας στο έδαφος με τη χρήση υνιοφόρου αρότρου, καλλιεργητή ή δισκοσβάρνας. Το συμβατικό όργωμα πραγματοποιείται συνήθως μετά τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου ή αμέσως μετά τη συγκομιδή της προηγούμενης καλλιέργειας και η εφαρμογή του εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως η δομή του εδάφους, την προηγούμενη καλλιέργεια, την ύπαρξη ζιζανίων κ.ά.

Εποχή σποράς, ποσότητα σπόρου, αποστάσεις γραμμών σποράς και βάθος σποράς

Η εποχή της σποράς του βίκου λαμβάνει χώρα είτε το φθινόπωρο είτε την άνοιξη. Η φθινοπωρινή σπορά πραγματοποιείται μεταξύ 15 Οκτωβρίου έως και τις 15 Νοεμβρίου, ενώ η ανοιξιάτικη από Φεβρουάριο μέχρι τέλη Μαρτίου. Η ποσότητα του σπόρου εξαρτάται από το βάρος των 1.000 κόκκων, το μέγεθος του σπόρου και από τις συνθήκες που επικρατούν κατά τη σπορά. Σε μονοκαλλιέργειες βίκου χρησιμοποιούνται 17 κιλά σπόρου/στρέμμα όταν η καλλιέργεια προορίζεται για σποροπαραγωγή, 13-15 κιλά σπόρου/στρέμμα όταν πρόκειται για μονοκαλλιέργεια με σκοπό την παραγωγή σανού, 10 κιλά σπόρου/στρέμμα όταν ο βίκος προορίζεται για συγκαλλιέργεια με σανοδοτικό σκοπό.

Όταν η καλλιέργεια προορίζεται για χλωρή λίπανση, χρειάζονται 10 κιλά σπόρου/στρέμμα, ενώ σε συστήματα αμειψισποράς 15 κιλά σπόρου ανά στρέμμα. Ο τρόπος σποράς για την παραγωγή σανού γίνεται με σπαρτική μηχανή σιτηρών σε γραμμές, αφού όμως πρώτα επιλεγεί ο δίσκος με τη σωστή διάμετρο οπής.

Ο βίκος, επίσης, μπορεί να σπαρθεί στα πεταχτά με το χέρι, ή με λιπασματοδιανομέα. Στην περίπτωση της συγκαλλιέργειας, η σπορά γίνεται χωριστά για το κάθε είδος με τις γραμμές σποράς κάθετα η μία στην άλλη όταν χρησιμοποιείται σπαρτική μηχανή. Οι αποστάσεις σποράς είναι 20-25 εκατοστά μεταξύ των γραμμών με βάθος σποράς 3-5 εκατοστά.

Λίπανση

Η λίπανση του βίκου εξαρτάται από την ποικιλία, τη γονιμότητα του εδάφους, την κατεύθυνση της καλλιέργειας και την παρουσία αζωτοδεσμευτικών βακτηρίων στο έδαφος. Οι απαιτήσεις του βίκου σε λίπανση, κυρίως άζωτο, είναι μηδαμινές, καθώς το φυτό δεσμεύει το ατμοσφαιρικό άζωτο λόγω της συμβιωτικής σχέσης με αζωτοδεσμευτικά βακτήρια που βρίσκονται στη ρίζα του.

Κατά την έναρξη της καλλιέργειας, αν το έδαφος δεν έχει καλλιεργηθεί άλλη φορά με ψυχανθές, είναι απαραίτητος ο εμβολιασμός του σπόρου με τα κατάλληλα αζωτοβακτήρια (Rhizobium leguminosarum), ώστε να αυξηθεί η απόδοση της καλλιέργειας σε βιομάζα, λοβούς και σπόρο.

Σε άγονα εδάφη, συνιστάται βασική λίπανση με 2-3 μονάδες αζώτου ανά στρέμμα, έτσι ώστε να ενισχυθεί η καλλιέργεια στο νεαρό στάδιο ανάπτυξης μέχρι την έναρξη της αζωτοδέσμευσης. Ενδείκνυται η λίπανση με κάλιο, εφόσον διαπιστωθεί η έλλειψή του στον αγρό, ενώ η προσθήκη φωσφόρου (6 κιλά P2O5 ανά στρέμμα) συντελεί στην ανάπτυξη πλούσιου ριζικού συστήματος.

Επιφανειακή λίπανση στον βίκο δεν εφαρμόζεται, ενώ η διαφυλλική λίπανση, όταν αυτή ενδείκνυται, ευνοεί την ποσοτική και ποιοτική παραγωγή τόσο σε βιομάζα όσο και σε σπόρο.

Συγκαλλιέργεια

Όπως αναφέρθηκε, ο βίκος συμμετέχει με επιτυχία σε συστήματα συγκαλλιέργεια με σιτηρά. Στα γόνιμα εδάφη, η ποσοστιαία αναλογία σιτηρού είναι 30%-40%, με το υπόλοιπο να είναι βίκος. Σε φτωχά εδάφη, η αναλογία σε σιτηρό είναι μικρότερη, περίπου 15%-20%.

Τα πλεονεκτήματα της συγκαλλιέργειας βίκου με σιτηρά περιλαμβάνουν: α) την αποφυγή του πλαγιάσματος και τη μείωση των απωλειών κατά τη συγκομιδή, β) τη μεγαλύτερη απόδοση σε φυτική μάζα (σανό ή ενσίρωμα) του συγκαλλιεργούμενου μείγματος ανά μονάδα επιφάνειας (15%-30% αύξηση στη συγκαλλιέργεια βίκου με κριθάρι, ενώ στη συγκαλλιέργεια βίκου-βρώμης η αύξηση της απόδοσης σε φυτομάζα είναι 30%-35% σε σχέση με τη μονοκαλλιέργεια του βίκου). Παρ’ όλα αυτά, ενδεχομένως η ποιότητα του σανού της συγκαλλιέργειας ως πρωτεϊνούχος ζωοτροφή να είναι μειωμένη σε σχέση με αυτήν της μονοκαλλιέργειας βίκου.

Ο βίκος ως χλωρή λίπανση

Ο βίκος θεωρείται από τα πλέον κατάλληλα φυτά για χλωρή λίπανση, επειδή α) έχει την ικανότητα να δεσμεύει ατμοσφαιρικό άζωτο και να το διαθέτει στην επόμενη καλλιέργεια και β) αυξάνει την οργανική ουσία του εδάφους με την ενσωμάτωση της βιομάζας του στο έδαφος.

Τριφύλλι (Trifolium spp.)

Το τριφύλλι αναπτύσσεται σε μεγάλη ποικιλία εδαφών, αρκεί το έδαφος να στραγγίζει καλά, αν και για βέλτιστα αποτελέσματα ενδείκνυται να επιλέγονται γόνιμοι αγροί. Οι αποδόσεις σε χλωρή βιομάζα κυμαίνονται μεταξύ 2-2,5 τόνων το στρέμμα, αν και το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής διατηρείται υπό μορφή σανού με υγρασία κάτω από 20%. Οι αποδόσεις σε ξερή βιομάζα κυμαίνονται περίπου στον 1,5 τόνο ανά στρέμμα. Στη συνέχεια, θα αναφερθούμε σε τρία βασικά είδη τριφυλλιού και στις καλλιεργητικές τεχνικές η εφαρμογή των οποίων εξασφαλίζει την επιτυχή εγκατάσταση της καλλιέργειας.

 

Λειμώνιο τριφύλλι

Προετοιμασία εδάφους για καλλιέργεια

Η προετοιμασία της σποροκλίνης για την καλλιέργεια του λειμώνιου τριφυλλιού ξεκινά με άροση, κατά προτίμηση το φθινόπωρο, ακολουθούμενη με ελαφριές καλλιεργητικές εργασίες του εδάφους.

Δεν συνιστάται φρεζάρισμα για τον ψιλοχωματισμό του εδάφους, ενώ για τη συμπίεση του εδάφους μπορεί να πραγματοποιηθεί ένα ελαφρό κυλίνδρισμα, το οποίο όμως πρέπει να αποφεύγεται σε υγρά εδάφη.

Σπορά, λίπανση και άρδευση

Συνιστάται φωσφορική λίπανση με ποσότητα 6 κιλά P2O5 ανά στρέμμα πριν από τη σπορά και με την ίδια ποσότητα τα επόμενα έτη, κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η σπορά γίνεται σε γραμμές που απέχουν μεταξύ τους 25 εκατοστά για χορτοδοτική καλλιέργεια και 40-45 εκατοστά για καλλιέργεια σποροπαραγωγής. Η ποσότητα σπόρου κυμαίνεται από 1 έως 2 κιλά ανά στρέμμα, ανάλογα με την ακρίβεια της σπαρτικής μηχανής, που χρησιμοποιείται. Η ανοιξιάτικη σπορά (Φεβρουάριος-Μάρτιος) θεωρείται πλεονεκτικότερη της φθινοπωρινής (Σεπτέμβριος).

Το λειμώνιο τριφύλλι συγκαλλιεργείται με αγρωστώδη, κυρίως με χειμερινά σιτηρά. Στη χώρα μας, για την εγκατάσταση τεχνητών λειμώνων σε αρδευόμενες περιοχές, συνιστώνται μείγματα λειμώνιου τριφυλλιού με φεστούκα ή δακτυλίδα. Συνιστάται να πραγματοποιούνται αρδεύσεις όταν οι βροχοπτώσεις δεν είναι επαρκείς, για τη διευκόλυνση του φυτρώματος, μέχρι την εγκατάσταση της καλλιέργειας συνήθως κάθε 15 ημέρες και αργότερα μία ή σπανιότερα δύο αρδεύσεις στο διάστημα μεταξύ δύο κοπών.


Έρπον τριφύλλι

Προετοιμασία εδάφους

Επειδή οι σπόροι του έρποντος τριφυλλιού είναι πολύ μικροί, απαιτείται καλή προετοιμασία του εδάφους. Προϋπόθεση για την εγκατάσταση της καλλιέργειας είναι το ισοπεδωμένο, ψιλοχωματισμένο και συμπαγές έδαφος.

Σπορά, λίπανση και άρδευση

Η σπορά μπορεί να γίνει νωρίς το φθινόπωρο (Σεπτέμβριος) ή νωρίς την άνοιξη (15 Φεβρουαρίου-20 Μαρτίου). Προτιμότερη θεωρείται η πρώιμη ανοιξιάτικη σπορά. Σε συγκαλλιέργεια με αγρωστώδη, το μείγμα σπόρου τριφυλλιού και αγρωστώδους σπέρνεται στα πεταχτά, σε βάθος όχι μεγαλύτερο από 1,5 εκατοστό και ακολουθεί κυλίνδρισμα.

Η ποσότητα σπόρου του τριφυλλιού κυμαίνεται από 200 έως 500 γραμμάρια ανά στρέμμα. Για την αποφυγή ανταγωνισμού, η ποσότητα σπόρου του αγρωστώδους πρέπει να αντιστοιχεί στο μισό της συνιστάμενης μονοκαλλιέργειας. Για την εγκατάσταση ομοιόμορφων λειμώνων προτείνεται να πραγματοποιηθεί γραμμική σπορά του αγρωστώδους πρώτα και στη συνέχεια σπορά του τριφυλλιού στα πεταχτά σε όλη την επιφάνεια του αγρού.

Σε μερικές περιπτώσεις, το αγρωστώδες σπέρνεται το φθινόπωρο, οπότε νωρίς την άνοιξη σπέρνεται το τριφύλλι μέσα στην ήδη εγκατεστημένη καλλιέργεια του αγρωστώδους, λαμβάνοντας όμως υπόψη τον ανταγωνισμό από το αγρωστώδες και από τα ήδη υπάρχοντα ζιζάνια, τα οποία ενδεχομένως να προκαλέσουν δυσκολία στην εγκατάσταση του λειμώνα. Για σποροπαραγωγή, το τριφύλλι σπέρνεται στα πεταχτά ή σε γραμμική σπορά, με αποστάσεις μεταξύ των γραμμών 12-15 εκατοστά.

Σε καλά προετοιμασμένο αγρό, χρειάζονται 300-500 γραμμάρια σπόρου ανά στρέμμα. Το φύτρωμα των σπόρων γίνεται σταδιακά, ανάλογα με το ποσοστό των σκληρών σπόρων του τριφυλλιού, το οποίο μπορεί να φθάσει και το 60%. Αζωτούχος λίπανση εφαρμόζεται μόνον σε φτωχά εδάφη κατά την εγκατάσταση της καλλιέργειας, ενώ σε γόνιμα εδάφη η αζωτούχος λίπανση δεν θεωρείται οικονομικώς εφαρμόσιμη λόγω της δυσμενούς επίδρασής της στην αζωτοδέσμευση. Συνιστάται, όμως, η καλιούχα και φωσφορική λίπανση ανάλογα με την περιεκτικότητα του εδάφους σε αυτά τα στοιχεία. Για την εγκατάσταση τεχνητών λειμώνων, το έρπον τριφύλλι συνήθως σπέρνεται ως μείγμα με αγρωστώδη.

Για τεχνητούς λειμώνες, στη θέση του αγρωστώδους συνιστώνται η δακτυλίδα, η φεστούκα και το πολυετές λόλιο. Για το φύτρωμα των σπόρων, απαιτούνται συχνές (κάθε 3-4 ημέρες) αρδεύσεις με μικρή ποσότητα νερού. Μετά την εγκατάσταση των φυτών, οι αρδεύσεις γίνονται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ανάλογα με τις βροχοπτώσεις. Η συνιστώμενη ποσότητα νερού/άρδευση είναι 30-40 χιλιοστά, γιατί το βάθος εισχώρησης του ριζικού συστήματος δεν είναι πολύ μεγάλο. Η τελευταία άρδευση της σποροπαραγωγικής καλλιέργειας γίνεται με την έναρξη της ωρίμανσης των πρώτων κεφαλών.


Αλεξανδρινό τριφύλλι

Σπορά, λίπανση και άρδευση

Βασική προϋπόθεση για καλό φύτρωμα είναι το ψιλοχωματισμένο έδαφος. Συνιστάται μόνο φωσφορική λίπανση σε ποσότητα 6-8 κιλά P2O5 ανά στρέμμα με ενσωμάτωση πριν από τη σπορά. Σε περιοχές με ήπιο χειμώνα, η σπορά γίνεται νωρίς το φθινόπωρο (τέλος Σεπτεμβρίου-αρχές Οκτωβρίου), ενώ όταν οι θερμοκρασίες τον χειμώνα πέφτουν κάτω από το μηδέν σπέρνεται νωρίς την άνοιξη. Προτιμάται η γραμμική σπορά σε αποστάσεις 15-20 εκατοστών μεταξύ των γραμμών, με τη χρησιμοποίηση μηχανών για λεπτούς σπόρους.

Η ποσότητα σπόρου κυμαίνεται από 1,5 έως 3 κιλά ανά στρέμμα και το βάθος σποράς από 2 έως 3 εκατοστά. Τη σπορά ακολουθεί κυλίνδρισμα για τη διευκόλυνση του φυτρώματος. Απαραίτητη θεωρείται η αντιμετώπιση των ζιζανίων. Επίσης, για τη διευκόλυνση του φυτρώματος συνιστάται άρδευση, τόσο κατά τη φθινοπωρινή όσο και κατά την ανοιξιάτικη σπορά, εάν οι βροχοπτώσεις δεν είναι αρκετές.

Παρόλο που το αλεξανδρινό τριφύλλι μπορεί να καλλιεργηθεί ως ξηρικό, η άρδευση αυξάνει την απόδοση ανά κοπή, αλλά και τον αριθμό των κοπών. Όταν υπάρχει διαθέσιμο νερό, συνιστάται άρδευση μετά από κάθε κοπή. Στη σποροπαραγωγική καλλιέργεια, η τελευταία άρδευση γίνεται στην έναρξη του δεσίματος των σπόρων.