Καταπολεμώντας το γλοιοσπόριο και αντιμετωπίζοντας ανοιξιάτικες ασθένειες και εχθρούς της ελιάς

Για την καλλιέργεια της ελιάς, η περίοδος της άνοιξης είναι κρίσιμη για τη σωστή ανθοφορία και την καρπόδεση. Την περίοδο αυτή, σημαντικά προβλήματα στην ελιά προκαλούν ασθένειες, όπως το γλοιοσπόριο, η κερκόσπορα, το κυκλοκόνιο και αρκετοί εντομολογικοί εχθροί, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στις διάφορες περιοχές. Παρακάτω ακολουθούν συμβουλές για επεμβάσεις και καλλιεργητικές πρακτικές που θα προστατέψουν την καλλιέργεια της ελιάς, συμβάλλοντας στην ευρωστία των δένδρων και στην καρποφορία τους.

Ασθένειες

Απο τους Αλίκη Τζίμα και Επαμεινώνδα Παπλωματά, Εργαστήριο Φυτοπαθολογίας

Το γλοιοσπόριο (γνωστό και ως ανθράκωση ή παστέλλα) είναι μία μυκητολογική ασθένεια, που παρουσιάζει έξαρση τελευταία σε περιοχές με βροχοπτώσεις, υψηλή σχετική υγρασία και ήπιες συνθήκες θερμοκρασίας (12-25°C). Η ασθένεια προκαλείται από μύκητες του γένους Colletotrichum, με επικρατέστερο στην Ελλάδα κατά τα τελευταία χρόνια το είδος C. acutatum. Το παθογόνο προκαλεί σήψη, συρρίκνωση και μουμιοποίηση των καρπών, με αυξανόμενη ευαισθησία όσο πλησιάζουν στην ωρίμανση.

Ο μύκητας επιβιώνει πάνω στην επιφάνεια των αφυδατωμένων καρπών της ελιάς (μούμιες), που παραμένουν πάνω στο δένδρο, όπου σχηματίζει τις καρποφορίες του (ακέρβουλα). Συμπτώματα ξηράνσεων μπορεί να εμφανιστούν και στα φύλλα. Από τα σημαντικότερα μέτρα για την αντιμετώπιση της ασθένειας είναι η αφαίρεση όλων των «μουμιοποιημένων» καρπών και προσβεβλημένων φύλλων της προηγούμενης καλλιεργητικής περιόδου, ώστε να μειωθούν οι εστίες μόλυνσης από το παθογόνο την επόμενη άνοιξη. Πρόσφατες μελέτες στην Ελλάδα και σε χώρες της Νότιας Ευρώπης έχουν δείξει ότι το γλοιοσπόριο μπορεί να προσβάλει και τα άνθη που καφετιάζουν, νεκρώνονται και πέφτουν, περιορίζοντας την καρπόδεση. Το παθογόνο παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση (αδράνεια) στα αναπτυσσόμενα καρπίδια, προκαλώντας σήψη σε μεταγενέστερα στάδια ανάπτυξης του καρπού το φθινόπωρο.

Για την προστασία των ανθέων από προσβολές του γλοιοσπορίου είναι σημαντικό στις αρχές Απριλίου να πραγματοποιείται προληπτικός ψεκασμός στη νεαρή βλάστηση με χαλκούχα, ιδιαίτερα σε περιοχές που έχουν εμφανίσει μεγάλες προσβολές από το γλοιοσπόριο. Η επέμβαση αυτή προστατεύει ταυτόχρονα και από τις ασθένειες κυκλοκόνιο και κερκόσπορα.

Ωστόσο, ιδιαίτερα κρίσιμη για την προσβολή από το γλοιοσπόριο αποτελεί η επέμβαση με ψεκασμό στην ανθοταξία, που θα πρέπει να πραγματοποιείται κατά το κρόκιασμα των ταξιανθιών (μόνο το 3%-5% των ανθέων έχουν ανοίξει) με εγκεκριμένο σκεύασμα της ομάδας των στρομπιλουρινών. Σε περιπτώσεις έντονων προσβολών συνιστάται και ακόμα μία επέμβαση στο νεαρό καρπίδιο αμέσως μετά την καρπόδεση.

Την άνοιξη, εκτός από το γλοιοσπόριο, ευνοούνται επίσης προσβολές από τις μυκητολογικές ασθένειες κυκλοκόνιο και κερκόσπορα, ειδικά σε χρονιές με βροχερή άνοιξη (Απρίλιο – Ιούνιο), σχετικά χαμηλές θερμοκρασίες (6-12°C) και υψηλή σχετική υγρασία τις πρωινές ώρες. Και οι δύο ασθένειες προσβάλλουν πρωτίστως το φύλλωμα, προκαλώντας έντονη φυλλόπτωση. Το κυκλοκόνιο (μύκητας Spilocaea oleagina) σχηματίζει στην πάνω επιφάνεια των φύλλων κηλίδες σαν «μάτι παγωνιού». Μπορεί, επίσης, να προσβάλει ποδίσκους ανθοταξίας και καρπών, προκαλώντας ανθόπτωση και καρπόπτωση.

Η κερκόσπορα (μύκητας Pseudocercospora cladosporioides) σχηματίζει γκρίζο χνούδι (καρποφορίες) στην κάτω επιφάνεια των φύλλων. Επίσης, προκαλεί βυθισμένες κηλίδες σε άωρους και ώριμους καρπούς ελιάς. Αν στην περιοχή ενδημεί κυκλοκόνιο ή κερκόσπορα να πραγματοποιούνται ένας – δύο προληπτικοί ψεκασμοί με μυκητοκτόνα (με διαφορά ενός μήνα) στη νεαρή βλάστηση και στο κρόκιασμα ταυτόχρονα με τις επεμβάσεις που αναφέρθηκαν για το γλοιοσπόριο.

 

Εντομολογικοί εχθροί

Από τον Διονύσιο Περδίκη, Εργαστήριο Φυτοπαθολογίας

Ο πυρηνοτρήτης (Prays oleae) είναι ένα δίπτερο (μοιάζει με μύγα) που συμπληρώνει τρεις γενιές το έτος (φυλλόβια, ανθόβια και καρπόβια). Τα ενήλικα της φυλλόβιας γενιάς ωοτοκούν στα κλειστά άνθη της ελιάς. Οι προνύμφες τρέφονται με τα άνθη, αλλά συνήθως δεν προκαλούν οικονομική ζημιά. Ωστόσο, σε υψηλούς πληθυσμούς και σε έτη με μικρή ανθοφορία μπορεί να χρειαστεί ψεκασμός.

Ο ψεκασμός διενεργείται με την έναρξη της άνθισης (5% ανοιχτά άνθη). Σε περιπτώσεις περιοχών με σημαντικό πρόβλημα από το έντομο ή σε βιολογικούς ελαιώνες, η αντιμετώπιση του πυρηνοτρήτη στην ανθόβια γενιά μπορεί να βοηθήσει στην αποφυγή έντονων προβλημάτων από την καρπόβια και πιο δυσεξόντωτη γενιά. Τα κοκκοειδή (ψώρες) μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές ζημιές κυρίως στις επιτραπέζιες ελιές. Σε περιπτώσεις έντονων προσβολών και από αυτή την περίοδο θα πρέπει να παρακολουθείται με τακτικές δειγματοληψίες η σύνθεση των πληθυσμών τους, καθώς ψεκασμοί πρέπει να εφαρμόζονται κατά την περίοδο που παρατηρείται το μεγαλύτερο ποσοστό εκκόλαψης των πολύ νεαρών νυμφών τους.

Το αραίωμα της κόμης και η ισορροπημένη λίπανση αποτελούν βασικά μέτρα για τη διατήρηση των πληθυσμών τους σε χαμηλά επίπεδα. Τα έντομα αυτά ελέγχονται από πολλούς φυσικούς εχθρούς και για αυτό πρέπει να χρησιμοποιούνται εκλεκτικά εντομοκτόνα στην αντιμετώπισή τους. Ο ρυγχίτης (Rhynchites cribripennis) είναι ένα κολεόπτερο έντομο (σκαθάρι) με ερυθρό κεραμιδί χρώμα και χαρακτηριστικό μακρύ ρύγχος. Στο στάδιο της καρπόδεσης και λίγο αργότερα (συνήθως μέχρι μέσα έως τέλη Ιουνίου), τα ενήλικα προκαλούν οπές στα καρπίδια που προκαλούν την πτώση τους. Η καρπόπτωση μπορεί να είναι σημαντική, εάν υπάρξουν υψηλοί πληθυσμοί του εντόμου.

Για να λάβουμε απόφαση για ψεκασμό κάνουμε δειγματοληψίες με απότομο χτύπημα κλάδων ελιάς πάνω από κατάλληλο υποδοχέα π.χ. πλαστικό δίσκο, με σκοπό να καταμετρήσουμε τα ενήλικα που θα πέσουν. Εάν βρεθούν περισσότερα από τρία άτομα κατά μέσο όρο ανά κλάδο, θα πρέπει να προχωρήσουμε σε ψεκασμό.

Τέλος, η ψύλλα της ελιάς (βαμβακάδα) ωοτοκεί στις αναπτυσσόμενες ταξιανθίες. Η προσβολή είναι χαρακτηριστική, καθώς οι αποικίες του εντόμου καλύπτονται από λευκό κηρώδες έκκριμα (βαμβακάδα). Γενικά, στη χώρα μας μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις με πολύ υψηλούς πληθυσμούς του εντόμου και μειωμένη ανθοφορία απαιτείται ψεκασμός, καθώς υπάρχουν αρκετά ωφέλιμα έντομα που μειώνουν τους πληθυσμούς του.

Σχετική βιβλιογραφία:

Παναγόπουλος Χ., (2007). Ασθένειες Καρποφόρων Δένδρων και Αμπέλου. Εκδόσεις Σταμούλης Α. Ε., Αθήνα,
606 σελίδες.

Moral, J., R. de Oliveira and A. Trapero (2009). «Elucidation of the disease cycle of olive anthracnose caused by Colletotrichum acutatum». Phytopathology 99(5):
548-556.

Iliadi, M. K., E. C. Tjamos, P. P. Antoniou and D. I. Tsitsigiannis (2018). «First Report of Colletotrichum acutatum Causing Anthracnose on Olives in Greece.» Plant Disease 102(4): 820-821.