Καβάλα: Το ΙΝΑΛΕ προτείνει το μακροφύκος Ulva για το τραπέζι

Μια τροφή που ανήκει σε διεθνή μενού εδώ και χιλιάδες χρόνια, το μακροφύκος, γίνεται καλλιεργητικά οικεία μέσα από την ερευνητική προσπάθεια του διευθυντή ερευνών του ΙΝΑΛΕ (ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ), Δρ. Σωτήρη Ορφανίδη, και της ομάδας του στη Νέα Πέραμο Καβάλας. Ο ίδιος, ασχολούμενος εργαστηριακά με τα μακροφύκη επί 30 χρόνια, διαπίστωσε τη δυναμική στροφή της Ευρώπης σε νέες πηγές ενέργειας και τροφής.
«Σε έναν ετήσιο τζίρο 7,5 δισ. ευρώ, που αναφέρεται στην αξία της βιομάζας των μακροφυκών που παράγεται παγκοσμίως, η Ευρώπη συμμετέχει μόνο με 1,6%», επισημαίνει, δίνοντας έμφαση στη σημασία παραγωγής νέων προϊόντων. «Ουσιαστικά, γεφυρώνουν την ευημερία ανθρώπων και περιβάλλοντος, γιατί η καλλιέργειά τους έχει πολύ μικρό αποτύπωμα άνθρακα. Είναι σημαντικό ότι χρησιμοποιείται θαλασσινό νερό που είναι άφθονο στη χώρα μας. Ανοίγεται ένας τεράστιος κλάδος με θερμοκήπια, που θα καλλιεργούν σε δεξαμενές αυτά τα φύκια με θαλασσινό νερό», λέει, υπογραμμίζοντας ότι τα επόμενα χρόνια το γλυκό νερό θα χρησιμοποιείται μόνο ως πόσιμο. Σημειώνει, επίσης, ότι το νερό μπορεί να μεταφέρεται με βυτία σε περίπτωση που τα θερμοκήπια δεν γειτνιάζουν με θάλασσα.
Υπερτροφή
Στο εργαστήριο του ΙΝΑΛΕ, στη Νέα Πέραμο, καλλιεργούν το βρώσιμο πράσινο μακροφύκος Ulva, ορατό με γυμνό μάτι. Ο ίδιος χρησιμοποιεί τη σκόνη που παράγεται στη σαλάτα, αντικαθιστώντας το αλάτι και μειώνει τις ποσότητες νατρίου. «Ένα μεγάλο πρόβλημα του μέσου Έλληνα είναι η αρτηριακή πίεση εξαιτίας της υψηλής ποσότητας νατρίου. Η Ulva περιέχει περισσότερο κάλιο και λιγότερο νάτριο, είναι πλούσια σε πρωτεΐνες και μπορεί να αντικαταστήσει το κρέας σε ορισμένα γεύματα, άρα είναι κατάλληλη για χορτοφάγους. Επίσης, είναι πλούσια σε μέταλλα και βιταμίνες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως συμπλήρωμα διατροφής, για παράδειγμα σε εγκύους που παρουσιάζουν έλλειψη ιωδίου. Είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά, προστατεύει τα κύτταρα από τις ελεύθερες ρίζες και συμβάλλει στην πρόληψη χρόνιων ασθενειών. Διαθέτει αντιβακτηριαδιακές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή φαρμάκων», περιγράφει, δίνοντας και τη φαρμακευτική διάσταση.
Τράπεζα γενετικού υλικού
Ο κ. Ορφανίδης εξηγεί ότι ερευνητικά βελτιώνονται διαρκώς και δεν έχουν σκοπό να προτείνουν μόνο ένα είδος, αλλά περισσότερα, με διαφορετικές γεύσεις. Για παράδειγμα, το χλωροφύκος Ulva έχει έντονη γεύση Umami, που σημαίνει στα ιαπωνικά «γλυκιά γεύση» και αποτελεί την πέμπτη βασική γεύση. «Στο εργαστήριο, διαθέτουμε τράπεζα γενετικού υλικού γηγενών μακροφυκών, τα οποία απομονώσαμε από τις ακτές μας, επομένως προστατεύουμε την τοπική βιοποικιλότητα», σημειώνει. Ο ερευνητής του ΙΝΑΛΕ επισημαίνει ότι ορισμένες ποσότητες των φυκιών αυτών μεγαλώνουν στις λιμνοθάλασσες, άρα οι αλιείς μπορούν να τις αξιοποιήσουν. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι η Ulva, το λεγόμενο μαρούλι της θάλασσας, μπορεί να αντικαταστήσει το αμπελόφυλλο στα ντολμαδάκια, ενισχύοντας τη θρεπτική αξία. «Επόμενος στόχος τους είναι να βρεθούν άνθρωποι με όραμα να την καλλιεργήσουν σε ποσότητες», αναφέρει. Οι ίδιοι μπορούν να τους ενισχύσουν στην τεχνογνωσία, εκπληρώνοντας τον ρόλο του ΙΝΑΛΕ.
Στη διεθνή αγορά κυκλοφορούν άπειρα προϊόντα που περιέχουν εκχυλίσματα μακροφυκών, όπως καλλυντικά, παγωτά, τυριά και μπύρες, ενώ έχουν θεραπευτική χρήση σε κέντρα θαλασσοθεραπείας και ευεξίας. Βλέποντας την επόμενη μέρα της αξιοποίησης μακροφυκών, ο κ. Ορφανίδης υπογραμμίζει ότι σε έναν τόπο όπου ο τουρισμός διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, η παρουσίαση πιάτων με Ulva είναι αξιοσημείωτη. Οι προτάσεις αυτές δοκιμάστηκαν και στον χώρο εστίασης που δημιούργησε ο Αλιευτικός Συνεταιρισμός Λιμνοθαλασσών Κεραμωτής, επιτυγχάνοντας το στοίχημα από τη θάλασσα στο πιάτο.
Φυσικά συντηρητικά
Στο εργαστήριό τους σχεδιάζουν μέσα από πρόγραμμα να δημιουργήσουν φυσικά συντηρητικά, έτσι ώστε «το ψάρι που αλιεύεται στις λιμνοθάλασσες να μπορεί να φτάνει στη Σουηδία και την Αμερική και να διατηρείται φρέσκο για περισσότερες μέρες από ό,τι αν ήταν στον πάγο ή το ψυγείο. Με την αξιοποίηση αυτών των οργανισμών, μπορούν να δημιουργηθούν πολλές χρήσεις», καταλήγει.