Κενό στη συμβουλευτική για τις μικρές εκμεταλλεύσεις

Κενό στις υπηρεσίες γεωργικών συμβουλών και ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον τομέα των καλλιεργητικών πρακτικών, εντοπίζει διαπανεπιστημιακή μελέτη (Πανεπιστήμιο Γεωργικών Σπουδών Plovdiv – Βουλγαρία, Γεωργικό Πανεπιστήμιο Κρακοβίας – Πολωνία, Κέντρο Έρευνας Leibniz – Γερμανία, Ινστιτούτο James Hutton και Πανεπιστήμιο St. Andrews – Ηνωμένο Βασίλειο και Πανεπιστήμιο Tras os Montes – Πορτογαλία), η οποία εστιάζει στις υπηρεσίες συμβουλευτικής που παρέχονται σε παραγωγούς με μικρές εκμεταλλεύσεις.

Επιπλέον, στη μελέτη τίθενται ερωτήματα σχετικά με το πόσο ανεξάρτητες είναι οι υπηρεσίες συμβουλευτικής που μπορεί να παρέχονται μέσω των καταστημάτων γεωργικών εφοδίων.

Η φαινομενικά «δωρεάν» παροχή συμβουλών από τα καταστήματα γεωργικών εφοδίων, στην πράξη έρχεται με σημαντικό κόστος για τους αγρότες και δεν προσανατολίζεται στο όφελος του αγρότη, αλλά στην πώληση συγκεκριμένων προϊόντων εισροών

Η συμβουλευτική δεν πρέπει να εστιάζει μόνο στις ενισχύσεις

Κύριο συμπέρασμα της ακαδημαϊκής μελέτης είναι το κενό που φαίνεται να υπάρχει στις υπηρεσίες συμβουλευτικής που προσφέρονται στους παραγωγούς με μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.

Όπως αναφέρουν, ακόμα και στις περιπτώσεις που οι τελευταίοι έχουν πρόσβαση σε κρατικές συμβουλευτικές υπηρεσίες, αυτές εξαντλούνται στο σκέλος της εξασφάλισης οικονομικής ενίσχυσης. Σύμφωνα με τη μελέτη, έλλειμμα υπηρεσιών έχει παρατηρηθεί για τις μικρές εκμεταλλεύσεις σε κρατικό επίπεδο, ενώ όταν παρέχονται συμβουλές από κάποιον κρατικό φορέα, στοχεύουν κυρίως σε εξασφάλιση ενισχύσεων για τις εκμεταλλεύσεις.

«Εξαιτίας αυτού ανακύπτουν μια σειρά προβλημάτων: Για παράδειγμα, υπάρχει περιορισμός της εισαγωγής της καινοτομίας». Στη συνέχεια, στη μελέτη αναφέρεται: «Παρά το γεγονός ότι η πρόσβαση σε αυτές τις ενισχύσεις έχει στόχο να υποστηρίξει την ανάπτυξη μιας εκμετάλλευσης ως προς το εμπορικό σκέλος, είναι δύσκολο να ειπωθεί εάν όντως αυτό συμβαίνει, καθώς οι εν λόγω σύμβουλοι δεν φαίνεται να παρέχουν τις κατάλληλες πληροφορίες στους παραγωγούς σε εύληπτη μορφή και επομένως οι αγρότες δεν εμπιστεύονται αυτούς τους συμβούλους στη μεταφορά γνώσης για το παραγωγικό σκέλος».

Ακόμα μία παρατήρηση αφορά τη φαινομενικά «δωρεάν» παροχή συμβουλών από τα καταστήματα γεωργικών εφοδίων, που στην πράξη έρχεται με σημαντικό κόστος για τους αγρότες και «δεν προσανατολίζεται στο όφελος του αγρότη, αλλά στην πώληση συγκεκριμένων προϊόντων εισροών». Οι μελετητές καταλήγουν στο ότι «οι σύμβουλοι θα πρέπει να διευκολύνουν τη μεταφορά της γνώσης στο χωράφι και να μη συμβάλλουν στην αποσύνδεση των παραγωγών με τις προόδους της επιστήμης».