Κένυα: Οι ιθαγενείς κτηνοτρόφοι αντιστέκονται στην ιδιωτικοποίηση της βιοποικιλότητας

Στην κοιλάδα Ριφτ της Κένυας, οι απασχολούμενες στην κτηνοτροφία νομαδικές φυλές των Μασσάι και των Καλενζίν αγωνίζονται για να σταματήσουν την ιδιωτικοποίηση ενός ντόπιου είδους χόρτου, το οποίο χρησιμοποιούν εδώ και αιώνες για την εκτροφή των ζώων τους. Ο λόγος για την πολυετή χορτονομή Cenchrus ciliaris, γνωστή και ως χόρτο buffel.

Η εκχώρηση δικαιωμάτων εμπορικής εκμετάλλευσης για αυτή την εξαιρετικά σημαντική χορτονομή βόσκησης θα δώσει σε έναν μεμονωμένο ιδιώτη το δικαίωμα να παράγει και να πουλά κατ’ αποκλειστικότητα το χόρτο buffel. Όπως αναφέρει η οργάνωση Grain, σε περίπτωση που αυτό το σενάριο πραγματοποιηθεί, οι κοινότητες των ιθαγενών δεν θα μπορούν πια να παράγουν ή να εμπορεύονται τη συγκεκριμένη χορτονομή δίχως άδεια και καταβολή τέλους χρήσης στη δικαιούχο ιδιωτική εταιρεία.

«Όλη αυτή η σύγκρουση δείχνει πώς οι νόμοι και οι κανονισμοί που διέπουν τον τομέα του πολλαπλασιαστικού υλικού έχουν θεσπιστεί για να υπονομεύουν τους Αφρικανούς παραγωγούς και να ωφελούν εταιρείες ή ιδιώτες, ερχόμενοι σε άμεση ρήξη με τα δικαιώματα των αγροτών και των τοπικών κοινοτήτων», αναφέρει η οργάνωση.

Στην περίπτωση του χόρτου buffel, το άτομο που επιδιώκει την κατοχύρωση των αποκλειστικών δικαιωμάτων ονομάζεται Murray Roberts. Το 1982, ο ίδιος ίδρυσε μια κοινωφελή οργάνωση διατήρησης και αποκατάστασης των εδαφών, ονόματι RAE, για να μετατρέψει τις «υποβαθμισμένες άνυδρες εκτάσεις σε κερδοφόρα λιβάδια προς όφελος των ανθρώπων και του περιβάλλοντος».

Η RAE προσπάθησε να το καταφέρει στρατολογώντας μέλη της τοπικής κοινότητας σε προγράμματα υπερανάπτυξης για την παραγωγή χόρτου buffel και πιέζοντας τους ηλικιωμένους ντόπιους να της παράσχουν τις εκμεταλλεύσεις τους, προκειμένου να το καλλιεργήσει. Τώρα, ουσιαστικά πατά πάνω σε έναν νόμο για την ιδιωτικοποίηση του πολλαπλασιαστικού υλικού που θεσπίστηκε στην Κένυα το 2012.

Όπως το βλέπουν πολλοί τοπικοί κτηνοτρόφοι, ο Roberts ουσιαστικά προσπαθεί να οικειοποιηθεί την ιδιοκτησία της βιοποικιλότητάς τους. Η Eresia Erige, μέλος της κοινότητας Μπαρίνγκο, καταθέτει στην Grain ότι μόλις οι πρεσβύτεροι ντόπιοι ενημερώθηκαν για την αίτηση κατοχύρωσης δικαιώματος του Roberts πάνω στην εν λόγω φυτική ποικιλία, αποφάσισαν να ανεβούν στους λόφους και να συλλέξουν δείγματα για να τα συγκρίνουν με τις ποικιλίες που καλλιεργούσε η RAE. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για το ίδιο χόρτο. Σύμφωνα με την Erige, «το χόρτο ανήκει στους λόφους και, ως εκ τούτου, η καλλιέργειά του θα πρέπει να είναι προνόμιο όλων και όχι να ιδιωτικοποιείται».

«Η παραπάνω κατάσταση δείχνει ότι η ήπειρος θα πρέπει να αντισταθεί σθεναρά στην ιδιωτικοποίηση της βιοποικιλότητας» συμπληρώνει η οργάνωση Grain.