Κερδίζει έδαφος στην αγορά του Ην. Βασιλείου το ελληνικό κρασί

Ανέβηκε τρεις θέσεις μέσα σε ισάριθμα χρόνια η χώρα μας στη λίστα των εισαγωγέων

Παρόλο που δεν είναι πρώτο στην προτίμηση των Bρετανών, το ελληνικό κρασί βελτιώνει συνεχώς τη θέση του στην εν λόγω αγορά, ενώ παράλληλα πωλείται σε τιμές υψηλότερες από εκείνες του ανταγωνισμού. Μάλιστα, οι θετικές επιδόσεις του, σε ένα περιβάλλον έντονων προκλήσεων (αυξημένο κόστος ζωής, μείωση λιανικών πωλήσεων, άνοδος πληθωρισμού), προσδίδουν μια δυναμική που μπορεί να φέρει ακόμα καλύτερα αποτελέσματα στο μέλλον.

Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα για την αγορά οίνου του Ηνωμένου Βασιλείου, που συνέταξε το γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, η Ελλάδα το 2023 κατέλαβε τη 16η θέση μεταξύ των χωρών από τις οποίες εισήγαγε κρασί η Μεγάλη Βρετανία έναντι της 17ης που κατείχε το 2022 και της 20ής το 2021. Η άνοδος αυτή υποδεικνύει την κατάκτηση συνεχώς αυξανόμενου μεριδίου αγοράς, όπως σημειώνει στην ανάλυσή του το γραφείο ΟΕΥ.

Επιπλέον, η μέση μοναδιαία αξία του ελληνικού κρασιού που εξήχθη το 2023 ήταν αυξημένη σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά στις 4,19 λίρες/κιλό έναντι 3,1 λιρών/κιλό του μέσου όρου και αρκετά υψηλότερα από μεσογειακές χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία. Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, η μέση μοναδιαία αξία των κρασιών από χώρες της ΕΕ υπολογίζεται σε 4,38 λίρες/κιλό, ενώ στις 1,88 λίρες ανέρχονταν για τα προερχόμενα από τρίτες χώρες κρασιά.

Το 2023, οι ελληνικές εξαγωγές οίνου στο Ην. Βασίλειο ανήλθαν σε 6,387 εκατ. λίρες και 1,524 τόνους, με την αξία τους να εμφανίζεται αυξημένη 13% από το προηγούμενο έτος και τετραπλάσια σε σχέση με τον μέσο όρο της πενταετίας, παρά το γεγονός ότι οι ποσότητες ήταν μειωμένες κατά 7%. Παράλληλα, μικρή, αλλά κατακόρυφα αυξημένη ήταν η ποσότητα ελληνικού αφρώδους οίνου, ενώ και οι εισαγωγές σε συσκευασίες μεγαλύτερες των 2 λίτρων ήταν ανεβασμένες, έστω κι αν παρέμειναν σχετικά περιορισμένες.

Ευρώπη, ο Νο1 προμηθευτής

Η Γαλλία ήταν ο μεγαλύτερος εξαγωγέας (1,3 δισ. λίρες), αντιπροσωπεύοντας το 1/3 του συνόλου της αξίας των βρετανικών εισαγωγών (33%), ακολουθούμενη από την Ιταλία (18,5%) και το Βέλγιο (8,36%). Εκτός ΕΕ, οι μεγαλύτεροι προμηθευτές της χώρας ήταν η Νέα Ζηλανδία (6%), η Αυστραλία (5,6%) και η Χιλή (3,8%).

Όπως γίνεται αντιληπτό, τα ευρωπαϊκά κρασιά κυριαρχούν στις βρετανικές εισαγωγές με ποσοστό 75% της αξίας, έναντι 25% για τα κρασιά τρίτων χωρών (56% έναντι 44% σε ποσοτικούς όρους). Το Brexit όχι μόνο δεν φαίνεται να έχει επηρεάσει αρνητικά αυτή την εικόνα, αλλά αντίθετα το 2023 σημειώθηκε αύξηση της συνολικής αξίας του εισαγόμενου από την ΕΕ κρασιού (+4%), με την ποσότητα να παραμένει περίπου στα ίδια επίπεδα με το προηγούμενο έτος. Σημειώνεται ότι η Βρετανία, λόγω της μικρής εγχώριας παραγωγής, αλλά και της αυξημένης ζήτησης για εισαγόμενο ανώτερης ποιότητας προϊόν, παραμένει από τους σημαντικότερους εισαγωγείς κρασιού παγκοσμίως, κατέχοντας τη 2η θέση, μετά τις ΗΠΑ.

Το 2023, η συνολική αξία των εισαγωγών του Ην. Βασιλείου ανήλθε σε 4 δισ. λίρες, στα ίδια, σχεδόν, επίπεδα με το προηγούμενο έτος (- 0,4%), αλλά η συνολική τους ποσότητα μειώθηκε κατά 5,1%. Το λευκό κρασί καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις προτιμήσεις των Βρετανών, ενώ αυξανόμενη δημοτικότητα απολαμβάνουν οι γηγενείς ποικιλίες και οι αφρώδεις οίνοι.

Ισχνή η παρουσία στα σούπερ μάρκετ

Το ελληνικό κρασί έχει περιορισμένη παρουσία στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής, που αποτελούν το βασικό κανάλι διανομής (85,7% του off-trade εμπορίου) και συνήθως περιλαμβάνεται στην κατηγορία «άλλες ποικιλίες» ή «κρασί από τον υπόλοιπο κόσμο».

Ωστόσο, κερδίζει σταδιακά έδαφος, με την Aldi, για παράδειγμα, να έχει πλέον επεκτείνει δική της σειρά ελληνικών κρασιών που έχουν απήχηση στο βρετανικό καταναλωτικό κοινό. Εξάλλου, προϊόν ιδιωτικής ετικέτας διατίθεται από αρκετές βρετανικές επιχειρήσεις του κλάδου (The Wine Society κ.ά.).

Επιπλέον, στο ηλεκτρονικό, κυρίως, εμπόριο, διατίθεται ευρεία επιλογή κρασιών ελληνικών αμπελώνων από ανεξάρτητους εισαγωγείς/λιανοπωλητές, αρκετοί εκ των οποίων ελληνικής καταγωγής, ενώ ελληνικό κρασί συναντάται πλέον και σε κάποια καταστήματα πολυτελείας.

Ψάχνονται για νέες, αυτόχθονες ποικιλίες οι καταναλωτές

Λαμβάνοντας υπόψη τη διάρθρωση της ελληνικής αμπελοοινικής παραγωγής (μικρές καλλιέργειες και παραγόμενες ποσότητες, σχετικά υψηλή μέση τιμή προϊόντος), καθώς και τα χαρακτηριστικά της βρετανικής αγοράς (εξαιρετικά ώριμη και διαφοροποιημένη αγορά, μεγάλος βαθμός συγκέντρωσης), το γραφείο ΟΕΥ εκτιμά ότι οι ευκαιρίες για το ελληνικό κρασί παρουσιάζονται, κυρίως, σε εξειδικευμένους εισαγωγείς/λιανοπωλητές κρασιού, καθώς και στους, λιγότερο ευαίσθητους στις τιμές, τομείς της εστίασης και της φιλοξενίας, καθώς και των high-end καταστημάτων.

Όπως επισημαίνεται, μια περισσότερο αντιπροσωπευτική παρουσία του ελληνικού κρασιού στις μεγάλες αλυσίδες λιανικής, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταφέρει να αντισταθεί στις τιμολογιακές πιέσεις, θα συντελέσει καθοριστικά στην αναγνωρισιμότητα και στην εδραίωση της Ελλάδας ως σύγχρονης οινοπαραγωγικής χώρας στην αντίληψη του Βρετανού καταναλωτή.

Η τοποθέτηση του ελληνικού κρασιού με βάση την ανάδειξη της μοναδικότητάς του (Unique Selling Point) ευνοείται από τη συνεχιζόμενη τάση του βρετανικού καταναλωτικού κοινού για ανακάλυψη νέων, αυτόχθονων ποικιλιών και μπορεί να οδηγήσει στην κατάκτηση αυξανόμενου μεριδίου αυτής της εξειδικευμένης αγοράς. Βέβαια, με βάση τα κριτήρια λειτουργίας και τις απαιτήσεις της βρετανικής αγοράς, απαιτείται ιδιαίτερη συνέπεια και αξιοπιστία, καθώς και συνεχής προώθηση με τη χρήση εξειδικευμένων και σύγχρονων τεχνικών μάρκετινγκ, αξιοποιώντας τα ηλεκτρονικά μέσα για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τον χαρακτήρα και τη μοναδικότητα του προϊόντος.

Χρήσιμο εργαλείο ο οινοτουρισμός

Η αξιοποίηση των δημοφιλών –για τους Βρετανούς– εκδηλώσεων γευσιγνωσίας, σε κατάλληλα, μάλιστα, επιλεγμένο κοινό, με επιπλέον στοχευμένες δράσεις, μπορεί να είναι ένα ακόμη χρήσιμο εργαλείο, όπως, βέβαια, και η αξιοποίηση του οινοτουρισμού στο πλαίσιο του εξαιρετικά υψηλού αριθμού Βρετανών τουριστών που επισκέπτονται ετησίως την Ελλάδα. Επιπλέον, το γραφείο ΟΕΥ συστήνει την τακτική συμμετοχή σε εξειδικευμένες διεθνείς εμπορικές εκθέσεις, όπως η ετήσια London Wine Fair.