Η Κίνα κάνει μόδα τα χοιροτροφεία-μαμούθ για να μειώσει την εξάρτηση από τις εισαγωγές

Οι πολυώροφες εγκαταστάσεις έχουν γίνει κυρίαρχο μοντέλο στη χώρα της Άπω Ανατολής

Η Κίνα καταναλώνει το μισό χοιρινό κρέας στον κόσμο, ωστόσο οι τιμές του προϊόντος εξακολουθούν να είναι υψηλότερες από ό,τι σε άλλες μεγάλες χώρες όπου η χοιροτροφία έχει επεκταθεί σε βιομηχανική κλίμακα. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι η χώρα της Άπω Ανατολής παραμένει η μεγαλύτερη παγκόσμια εισαγωγέας αγαθών αγροδιατροφής, εξακολουθώντας να υπολείπεται του ανεπτυγμένου κόσμου όσον αφορά την αποτελεσματική παραγωγή τροφίμων.

Οι ανεπάρκειές της έχουν γίνει πιο έντονες τα τελευταία χρόνια, μέσα από τις εμπορικές διαμάχες με τις Ηνωμένες Πολιτείες, τις διακοπές εφοδιασμού που σχετίζονται με την πανδημία και τον πόλεμο στην Ουκρανία, υπογραμμίζοντας τον πιθανό κίνδυνο επισιτιστικής ασφάλειας.

Όμως, τα τελευταία χρόνια, δεκάδες βιομηχανοποιημένες χοιροτροφικές εκμεταλλεύσεις-μαμούθ έχουν αναδυθεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της Κίνας, ως μέρος της προσπάθειας του Πεκίνου να ενισχύσει την αγροτική της ανταγωνιστικότητα και να μειώσει την εξάρτηση από τις εισαγωγές.

Όπως γράφουν οι New York Times, η προσπάθεια ξεκίνησε το 2019, όταν το υπουργικό συμβούλιο της Κίνας εξέδωσε διάταγμα δηλώνοντας ότι όλες οι κυβερνητικές υπηρεσίες έπρεπε να στηρίξουν τη βιομηχανία χοιρινού κρέατος, συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής βοήθειας για μεγαλύτερες εκμεταλλεύσεις χοιροτροφίας. Την ίδια χρονιά, το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι θα εγκρίνει τις εκτροφές σε πολυώροφες εγκαταστάσεις, επιτρέποντας την κάθετη χοιροτροφία για την εκτροφή περισσότερων ζώων σε χώρους μικρότερης έκτασης.

Η στροφή προς τις εκμεταλλεύσεις βιομηχανικής κλίμακας είχε ήδη επιταχυνθεί από το 2018, όταν η αφρικανική πανώλη των χοίρων είχε εξαλείψει, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, το 40% του πληθυσμού των χοίρων της Κίνας.

Ο Brett Stuart, ιδρυτής της Global AgriTrends, μιας εταιρείας ερευνών αγοράς, προειδοποιεί ότι τα πολυώροφα χοιροτροφεία-ουρανοξύστες και οι λοιπές γιγαντιαίες εγκαταστάσεις εκτροφής έχουν οξύνει τον μεγαλύτερο κίνδυνο που αντιμετωπίζει η κινεζική βιομηχανία: τις ασθένειες.

Όπως εξηγεί, οι μεγάλοι Αμερικανοί παραγωγοί χοιρινού απλώνουν όσο το δυνατό περισσότερο το ζωικό τους κεφάλαιο στις εκμεταλλεύσεις, προκειμένου να αποκρούσουν την απειλή. Αντιθέτως, η εκτροφή τόσων πολλών συνωστισμένων χοίρων σε μια ενιαία εγκατάσταση καθιστά πιο δύσκολη την πρόληψη των μολύνσεων.

«Δεν θα τολμούσαμε ποτέ να το κάνουμε αυτό», δηλώνει ο Stuart αναφερόμενος στο κινεζικό μοντέλο. «Είναι πολύ επικίνδυνο».Ωστόσο, τα οφέλη της ώθησης του Πεκίνου σε μεγάλης κλίμακας χοιροτροφεία φαίνεται να υπερτερούν των προειδοποιήσεων: Η αγορά, που κάποτε οριοθετούνταν απόλυτα από την εξωτερική προσφορά, πλέον έχει κατακλυστεί από διαθέσιμους χοίρους, με τις τιμές του χοιρινού μειωμένες κατά περίπου 60% από τα υψηλά του 2019.

Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των κινεζικών χοιροτροφείων που εκτρέφουν λιγότερους από 500 χοίρους ετησίως έχει μειωθεί κατά 75% από το 2007 έως το 2020, σε περίπου 21 εκατομμύρια, σύμφωνα με έκθεση της βιομηχανίας.