Κυρίαρχα τα ελληνικά μανιτάρια Pleurotus στην εγχώρια αγορά

Τα καλλιεργούμενα μανιτάρια μπήκαν στη διατροφή μας τις τελευταίες δεκαετίες και πολλές επιχειρήσεις αυτού του είδους εξελίσσουν την παραγωγή τους με στόχο την καλυτέρευση της ποιότητας.

Οι φτηνές εισαγωγές μανιταριών από άλλες χώρες δημιουργούν σημαντικό ανταγωνισμό, με αποτέλεσμα οι τιμές να διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα. Παράλληλα, η αγορά δείχνει θετικά δείγματα στη ζήτηση του εγχώριου μανιταριού, κάτι το οποίο δημιουργεί συνθήκες αισιοδοξίας για τους παραγωγούς.

Σε αυτή την κατηγορία ανήκει και ο Δημήτρης Σταματόπουλος, ένας παραγωγός από τους πρώτους του είδους, που για πρώτη φορά το 1987 ξεκίνησε την καλλιέργεια μανιταριών στη χώρα μας. Όπως εξηγεί, ο ίδιος έχει ειδικευτεί πάνω στην καλλιέργεια Pleurotus και η μέχρι τώρα πορεία του δείχνει μία δυναμική για την επιχείρηση.

«Μπορεί να υπάρχουν προβλήματα στον κλάδο μας, αλλά η εικόνα που αποκομίζουμε από την αγορά είναι θετική. Το ελληνικό μανιτάρι έχει διεισδύσει στο τραπέζι του καταναλωτή, στη γαστρονομία, όπως επίσης και στη μαζική εστίαση. Μπορεί οι τιμές να είναι σταθερές, κοντά στα 2 ευρώ το κιλό, όμως υπάρχουν δυνατότητες για την ανάπτυξη της μανιταροκαλλιέργειας στη χώρα ακόμη και με άλλα είδη».

Χριστουγεννιάτικη ζήτηση

Λίγες ημέρες πριν από τις γιορτές Χριστουγέννων, ο κ. Σταματόπουλος αναφέρθηκε στην αυξημένη ζήτηση, αλλά και στο αυξημένο κόστος. «Οι αγορές ζητάνε προϊόν και σε ένα μεγάλο ποσοστό η χρονιά θα εξαρτηθεί από τη μαζική εστίαση. Από την άλλη, μας προβληματίζει έντονα η αύξηση του κόστους ενέργειας, γιατί δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στις επιχειρήσεις μας και αφαιρεί από το εισόδημά μας».

Στόχος η ποιότητα

Για προϊόν με δυναμική κάνει λόγο και ο Ανδρέας Αγόρης από το Αγρίνιο. Ο ίδιος διατηρεί δική του μονάδα παραγωγής μανιταριών και ένα μέρος αυτής το πουλάει από δικό του κατάστημα λιανικής πώλησης. «Αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι η ποιότητα του προϊόντος. Ως υπόστρωμα χρησιμοποιούμε άχυρα, τα οποία παίρνουμε από τους παραγωγούς σιτηρών. Προσέχουμε περισσότερο τον τρόπο καλλιέργειας των σιτηρών, την υπολειμματικότητα σε φυτοφάρμακα, αλλά και την παρουσία μυκητολογικών προσβολών, διότι μπορεί να επηρεάσουν την παραγωγή μας».

Αναφερόμενος στο θέμα των τιμών και της αγοράς γενικότερα, ο κ. Αγόρης κάνει λόγο για τιμές που κυμαίνονται στα 2 με 2,5 ευρώ το κιλό, ανάλογα με την ποιότητα και το είδος του μανιταριού που παράγουν. «Υπάρχει ανταγωνισμός από το εξωτερικό και επηρεάζει το δικό μας προϊόν, συμπιέζοντας τις τιμές. Οι Πολωνοί πουλάνε τα λευκά μανιτάρια στο 1,60 ευρώ το κιλό, κρατώντας πίσω το δικό μας προϊόν στην αγορά. Εμείς προσπαθούμε με τα Pleurotus και κάποια άλλα είδη να ενισχύσουμε τη δική μας ταυτότητα με πολλές δυσκολίες, γιατί το κόστος παραγωγής μας πιέζει σε μεγάλο βαθμό».

Ζήτηση για τα αυτοφυή

Ένθερμος υποστηρικτής των αυτοφυών μανιταριών παρουσιάζεται ο Νίκος Γαλάνης από τα Άγραφα Ευρυτανίας. Έχει πιστοποιηθεί ως συλλέκτης μανιταριών και ξεκίνησε τη συνεργασία του με μικρές μεταποιητικές μονάδες, διοχετεύοντας τη μικρή παραγωγή του κυρίως, αποξηραμένων και ελάχιστων νωπών, για την παρασκευή ζυμαρικών, γλυκών και λικέρ.

«Τα αυτοφυή μανιτάρια παρουσιάζουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο σε θέματα γαστρονομίας και κατανάλωσης, αλλά και στην ενίσχυση τοπικών δραστηριοτήτων. Οι εξορμήσεις ομάδων σε ορεινές περιοχές, όπως είναι η δική μας, για την αναζήτηση μανιταριών και η γνωριμία τους με αυτά δίνει μία άλλη προοπτική. Απαιτεί όμως περισσότερα σεμινάρια, για καλύτερη γνωριμία των επισκεπτών με τα μανιτάρια, ώστε να αποφύγουμε τυχόν λάθη».

Δεν λείπουν και οι ελληνοποιήσεις

Μπορεί οι άνθρωποι του χώρου να θέλουν να αναδείξουν τα προϊόντα της συλλογής τους μέσα από τις δικές τους επιχειρηματικές δραστηριότητες, όμως δεν λείπουν και οι επιτήδειοι. Όπως μας ενημερώνει ο κ. Γαλάνης, «έχουν παρουσιαστεί στην αγορά προϊόντα μανιταριού που προέρχονται από γειτονικές χώρες ως ελληνικά και με τοπικές ταυτότητες. Τις εικόνες αυτές τις έχουμε δει και με τα αρωματικά και φαρμακευτικά φυτά. Οι πρακτικές αυτές δεν ενισχύουν τις δραστηριότητες του χώρου αλλά τις συρρικνώνουν, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα».

Αύξηση της προστιθέμενης αξίας μέσα από την έρευνα και την καινοτομία

Σύμφωνα με τον Δρ. Γιώργο Ζακυνθινό, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, η απάντηση στο υψηλό κόστος των ελληνικών μανιταριών θα πρέπει να είναι «η παραγωγή προϊόντων προστιθέμενης αξίας και ειδικά ως τροφοφάρμακα μια και υπάρχει αγορά».

Τα βρώσιμα φαρμακευτικά μανιτάρια μπορούν να χρησιμοποιούνται με τη μορφή εκχυλισμάτων ή σκόνης για την πρόληψη, την ανακούφιση ή τη θεραπεία πολλαπλών ασθενειών ή/και για την εξισορρόπηση μιας υγιεινής διατροφής. «Υπάρχουν περισσότερες από 130 φαρμακευτικές λειτουργίες που υποστηρίζονται από αυτά. Τα μανιτάρια έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες (20%-30% ξηρής ουσίας) και περιέχονται όλα τα απαραίτητα αμινοξέα. Είναι πλούσια σε χιτίνη ως πηγή διαιτητικών ινών και έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε βιταμίνη Β. Τα μανιτάρια είναι χαμηλά σε ολικά λιπαρά, αλλά με υψηλή αναλογία ακόρεστων λιπαρών οξέων και δεν έχουν χοληστερόλη». Επίσης, αναφέρει ότι οι φαρμακευτικές ιδιότητες των μανιταριών έχουν επιβεβαιωθεί μέσω εντατικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε παγκοσμίως.

Τα μανιτάρια διαθέτουν σημαντικά θρεπτικά και φαρμακευτικά βιοσυστατικά που τεκμηριώνουν τη χρήση τους στη δημόσια υγεία. Δομικές και φαρμακολογικές μελέτες αποκάλυψαν ότι οι γλυκάνες των μανιταριών εμφανίζουν πολλαπλές φυσιολογικές και προαγωγικές επιδράσεις, συμπεριλαμβανομένων ανοσοτροποποιητικών, αντικαρκινικών, αντιγηραντικών, αντιοξειδωτικών, υπογλυκαιμικών, υπο-λιπιδαιμικών και ενισχυτικές απέναντι στη θεραπεία ακτινοβολιών και άλλων επιδράσεων. Τέλος, κάνοντας μια εκτίμηση για την παγκόσμια αγορά των μανιταριών είπε ότι «αναμένεται να αυξηθεί κατά 4,55 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ με ρυθμό ανάπτυξης 9,15% έως το 2025».