«Legends of the Fall» («Θρύλοι του Πάθους», 1994): Οι αλλοτινοί θρύλοι και τα διαχρονικά πάθη τους, με φόντο τα Βραχώδη Όρη

Άνθρωπος και φύση αντιπαραβάλλονται στο επικό ρομαντικό δράμα του Έντουαρντ Ζούικ, που μας ταξιδεύει στην παρθένα αμερικανική ύπαιθρο των αρχών του 20ού αιώνα
25/04/2025
10' διάβασμα
legends-of-the-fall-thryloi-tou-pathous-1994-oi-allotinoi-thryloi-kai-ta-diachronika-pathi-tous-me-fonto-ta-vrachodi-ori-351587

Στα ξεκινήματα της δεκαετίας του 1900, ο απόστρατος συνταγματάρχης του αμερικανικού ιππικού, Γουίλιαμ Λάντλοου (Άντονι Χόπκινς), βρίσκεται στο ράντσο του, στους πρόποδες των Βραχωδών Ορέων της Μοντάνα. Σε αυτή την απομονωμένη τοποθεσία των Δυτικών ΗΠΑ έχει επιλέξει να αποσυρθεί για να μεγαλώσει τους τρεις γιους του, μακριά από τους φρενήρεις αστικούς ρυθμούς και τα πολιτικά «κακώς κείμενα» της εποχής του.

Στο πλευρό τού εν αποστρατεία στρατιωτικού βρίσκεται ένας Ινδιάνος της φυλής Κρι, ονόματι Μια Μαχαιριά (Γκόρντον Τουτούσης), με τον οποίο μοιράζονται έναν βαθιά ριζωμένο δεσμό φιλίας, αλλά και κοινά συναισθήματα αποστροφής για τις διαχρονικά γενοκτονικές πολιτικές της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών κατά των αυτόχθονων πληθυσμών. Μαζί τους συμβιώνουν μία ιθαγενής γυναίκα της ίδιας ινδιάνικης φυλής και ο άντρας της, ένας λευκός πρώην παράνομος.

Όλα δείχνουν να κυλούν αρμονικά στο γραφικό ράντσο, ώσπου, εν έτει 1913, τα νερά ταράζει η άφιξη του μικρότερου γιου, Σάμιουελ (Χένρι Τόμας), ο οποίος επιστρέφει από το κολέγιο συνοδεία της όμορφης αρραβωνιαστικιάς του, Σουζάνα (Τζούλια Όρμοντ). Σύντομα, τα άλλα δύο αδέλφια θα την ερωτευθούν και οι μεταξύ τους ισορροπίες θα γίνουν εύθραυστες, την ίδια στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος βαδίζει σε τεντωμένο σχοινί, στο κατώφλι του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου.

Η απόφαση του ιδεαλιστή Σάμιουελ να καταταγεί στον στρατό, λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου, είναι ο καταλύτης που θα δρομολογήσει ανατρεπτικές και μη αναστρέψιμες αλλαγές για όλα τα μέλη της οικογένειας. Τα αδέλφια του θα τον ακολουθήσουν για να τον έχουν υπό την προστασία τους, ο συνταγματάρχης θα δει να πέφτουν στο κενό οι προσπάθειές του να τους κρατήσει μακριά από αυτό που ο ίδιος υπολογίζει πλέον ως μια μάταιη θυσία στον βωμό της κρατικής μηχανής, και η Σουζάνα θα παραμείνει στο ράντσο, μετέωρη και με διχασμένα συναισθήματα, αναμένοντας εναγωνίως την επιστροφή τους.

Χαρακτήρες

Για να κατανοήσουμε την πραγματική δυναμική του «Legends of the Fall» («Θρύλοι του Πάθους») αυτού του επικού ρομαντικού δράματος εποχής, που παρέδωσε στο σινεφίλ κοινό εν έτει 1994 ο σκηνοθέτης Έντουαρντ Ζούικ («Γκλόρι, Ο Δρόμος Για τη Δόξα», «Ματωμένο Διαμάντι»), θα πρέπει να σταθούμε στα πρόσωπά του· αυτούς τους αλλοτινούς «θρύλους», καθέναν από τους οποίους βλέπουμε να συμβιώνει με τον δικό του εσωτερικό δαίμονα και να κουβαλά το δικό του φορτίο, που τον καθιστούν φθαρτό και συνάμα διαχρονικό.

Πρώτος από όλους παρουσιάζει ενδιαφέρον ο συνταγματάρχης, ο οποίος, αν και αυστηρός και βαρύς σαν παρουσία, δεν είναι ο κλασικός στρατιωτικός που απαιτεί πειθαρχία, τυφλή υπακοή και επιτέλεση του καθήκοντος απέναντι στην πατρίδα. Αντίθετα, είναι τόσο μπολιασμένος με τραυματικές παραστάσεις από τις υποσκαπτικές ενέργειες και τα εγκλήματα που δεν έχει διστάσει να διαπράξει η αμερικανική κυβέρνηση κατά των αυτόχθονων μειονοτήτων, ώστε να μπορεί να διαγνώσει τη συμπαιγνία πίσω από κάθε φαινομενικά αθώα πολιτική πρωτοβουλία. Ο Άλφρεντ (Άινταν Κουίν), ο μεγαλύτερος γιος του συνταγματάρχη, εμφανίζεται υπάκουος και συγκρατημένος ως προσωπικότητα, ωστόσο είναι εκείνος που μετά τον πόλεμο δεν διστάζει να τραβήξει τον δικό του δρόμο, προς την πόλη, και να δικτυωθεί στον χώρο που απεχθάνεται ο πατέρας του. Θα γίνει μέλος του Κογκρέσου και ταυτόχρονα μέρος ενός διεφθαρμένου συστήματος, ανοίγοντας παρτίδες με εγκληματικές συμμορίες μεγαλολαθρεμπόρων την εποχή της Ποτοαπαγόρευσης.

Προοδευτικά, ο συμβιβασμένος αστός Άλφρεντ εκπροσωπεί όλα όσα μισεί ο πατέρας του, και για αυτό έρχεται αντιμέτωπος με την περιφρόνησή του. Συμμετέχει ενεργά, έστω και με τη σιωπηλή συνενοχή του, στους κύκλους μιας ρατσιστικής και διεφθαρμένης κοινωνίας, στελεχωμένη από τους καρπούς-απογόνους των αποίκων που πρώτοι αιματοκύλησαν την ήπειρο. Αντιπροσωπευτικό επιστέγασμα της βαθιάς υποκρισίας αυτής της κοινωνίας, η οποία καμουφλάρει με τον μανδύα του καθωσπρεπισμού την αστείρευτη ανθρώπινη απληστία, είναι οι βαθιά διαβρωμένες δομές εξουσίας, που διοικούν και ρυθμίζουν με γνώμονα το ιδιοτελές συμφέρον. Ως προέκταση των ιδεών του πατέρα, η ταινία παραθέτει τον μεσαίο γιο Τρίσταν (Μπραντ Πιτ), μια αντισυστημική φιγούρα, που δεν γνωρίζει από καλούπια, ένα αδάμαστο πνεύμα με απαράβατο αξιακό κώδικα, αλλά και υποβόσκοντα πρωτόγονα ένστικτα. Μέσα από την ανάπτυξη της πλοκής, αιτιολογείται λεπτομερώς για ποιον λόγο τέτοιοι χαρακτήρες είναι καταδικασμένοι σε ένα μοναχικό, αντίξοο και ενίοτε μαρτυρικό μονοπάτι.

Βέβαια, για τον ίδιο ακριβώς λόγο είναι και πλασμένοι από το σπάνιο υλικό που φτιάχνονται οι… θρύλοι, εκείνοι που είναι καταδικασμένοι να μνημονεύονται, να ζηλεύονται, να λατρεύονται, να υπερβαίνουν τη φθαρτότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και να μένουν αθάνατοι, ανυψωμένοι σε ένα μοναχικό βάθρο που δεν διαφέρει πολύ από… Γολγοθά. «Τα έκανα όλα στη ζωή μου συνετά, σύμφωνα με τους νόμους. Αντίθετα, εσύ παραβίασες όλους τους κανόνες. Κι όμως, τελικά όλοι εσένα αγαπάνε», λέει ο Άλφρεντ στον Τρίσταν, συμπυκνώνοντας σε μια πρόταση το δικό του δράμα, που, ταυτόχρονα, με έναν υπόγειο τρόπο, είναι και η απαρχή του δράματος του αδελφού του· ενός θηρίου που ακόμα και όταν ξεχάσει ότι βρίσκεται στο κλουβί και προσπαθήσει να ζήσει μια κανονική ζωή, η πραγματικότητα, σε συνδυασμό με την ίδια του την ανυπότακτη φύση, είναι εκεί για να του καταδείξουν με τον πιο σκληρό και σαδιστικά ειρωνικό τρόπο ότι δεν είναι πλασμένος για να ευτυχήσει σε αυτόν τον συμβατικό ρόλο.

Ο Πιτ γίνεται η ενσάρκωση της αντικρουόμενης φύσης του Τρίσταν, χαρισματικής αλλά και αυτοκαταστροφικής, τρυφερής αλλά και άγριας. Αντιπροσωπεύει το μεγαλείο του ελεύθερου πνεύματος, την τόλμη, την αρετή και την αυταπάρνηση ενός αγέρωχου πολεμιστή, αλλά και την τρέλα, το βάσανο και την ωμή σκοτεινιά ενός τραγικού ήρωα που δίνει άνιση μάχη με τους δαίμονές του και δεν αναρρώνει ποτέ ολοκληρωτικά από το μετατραυματικό σύνδρομο του πολέμου και από το βάρος των ενοχών του· τόσο για το καθήκον που δεν μπόρεσε να επιτελέσει απέναντι στον αδελφό του (να τον προστατεύσει), όσο και για τα συναισθήματα που ανέπτυξε για την αρραβωνιαστικιά του.

Ανήμπορος να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του, παραμένει δέσμιος σε μια αέναη αναμέτρηση μαζί του. Αναμέτρηση με τα όριά του, αλλά και με τα όρια που του βάζουν η κοινωνία, τα μεγάλα συμφέροντα, ο πόλεμος και η οικογενειακή τραγωδία, θα περιπλανηθεί ώσπου το αγρίμι που κρύβει μέσα του να βρει τελικά καταφύγιο στις πρωτόγονες ρίζες.

Το ίδιο εσωτερικό σαράκι ταλανίζει και τη Σουζάνα, η οποία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει το βάρος των «ένοχων» μύχιων σκέψεών της, απόρροια του απαγορευμένου έρωτα με τον Τρίσταν. Και τελευταίος, φυσικά, το στερνοπούλι της οικογένειας, ο φιλότιμος Σάμιουελ, ο οποίος αποφασίζει να μη μείνει άπραγος και προσπαθεί να διακριθεί για την ανδρεία του, αλλά στο τέλος ηττάται από τον ίδιο του τον φόβο, μπροστά στο σοκαριστικό θέαμα της πολεμικής μηχανής και του αιματηρού αποτυπώματός της.

Εικόνες

Στις ακαταμάχητα λυρικές εικόνες που κυριαρχούν στο έργο, τα καταπράσινα λιβάδια και τα ασύγκριτης ομορφιάς άγρια τοπία της αμερικανικής υπαίθρου δίνουν μια νότα ελευθερίας, γαλήνης και μακαριότητας, ακόμη κι αν είναι βέβαιο ότι κρύβουν και κινδύνους (η άγρια πανίδα που… ανταγωνίζεται τον Τρίσταν). Μέσα σε αυτή την αιώνια και συντριπτικά μεγαλειώδη φύση καδράρεται το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης και η εσωτερική πάλη των «ελεύθερων πολιορκημένων» αυτής της ιστορίας· τα ιδεώδη, οι αγωνίες, οι φοβίες και τα πάθη τους, τα οποία καταφέρνουν μεταφορικές σεισμικές δονήσεις στο ατάραχο και επιβλητικό τοπίο. Θα καταφέρουν, τελικά, να ορθοποδήσουν ξανά τα μέρη του ερωτικού τριγώνου, το οποίο είναι καταδικασμένο να παραμείνει ατελές και ο έρωτάς του ανεκπλήρωτος; Και, επιπλέον, θα μπορέσει το ιδιότυπο διαφυλετικό κοινόβιο του ράντσου Λάντλοου να ξεφύγει από τον κλοιό της κατ’ επίφαση εκπολιτισμένης –και κατ’ ουσίαν διεφθαρμένης και ρατσιστικής– κοινωνίας, που σφίγγει διαρκώς γύρω από καθετί αψηφά την ίδια και τους σαθρούς κανόνες της;

Μέσα από τη φρίκη του πολέμου, τον πόνο της ερωτικής απογοήτευσης και της προδοσίας και το φορτίο των ερινυών, η ταινία περιεργάζεται πολύμορφα και εμφατικά το αντιπάλεμα της αγάπης και της απώλειας, του ενστίκτου και της λογικής, της συντριβής και της ελπίδας, αφήνοντας το ένα να ξεπηδήσει με φυσικότητα μέσα από το άλλο. Κι όλα μαζί, με τον τρόπο που ενορχηστρώνονται και επιδρούν στους χαρακτήρες μας και το οικοσύστημά τους, κάνουν το αποτέλεσμα να αποπνέει μια κρυστάλλινη ειλικρίνεια για την ανθρώπινη φύση, όσα χολιγουντιανά ραφιναρίσματα και τεχνάσματα επίκλησης στο συναίσθημα κι αν έχουν μεσολαβήσει για να γητεύσουν τον θεατή (ιδιαίτερα κατά την κλιμάκωση του συγκινητικού φινάλε). Άλλωστε, τι υβριδικό 90s έπος θα ήταν το «Legends of the Fall» χωρίς αυτά;

Η ταινία ήταν διαθέσιμη προσφάτωςστην ψηφιακή πλατφόρμα της ΕΡΤ (σ.σ. ERTFLIX).

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: