Αυτό το άρθρο είναι 6 μηνών

Μετά την καταστροφή, τι μέλλει γενέσθαι με τη μυδοκαλλιέργεια;

Οι αρνητικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος φέρνουν στην επιφάνεια τα διαχρονικά προβλήματα που ταλαιπωρούν τον κλάδο
15/10/2024
10' διάβασμα
meta-tin-katastrofi-ti-mellei-genesthai-me-ti-mydokalliergeia-335019

Το μεγάλο πρόβλημα της παράνομης αλιείας έφερε στην επιφάνεια η καταστροφή που υπέστησαν φέτος οι ιχθυοκαλλιέργειες που βρίσκονται στην εκβολή του ποταμού Αξιού, στον Δήμο Χαλάστρας Θεσσαλονίκης. Όλη η ποσότητα των μυδιών που βρίσκονταν ακόμα εντός της θάλασσας τον Ιούλιο, τόσο στη Χαλάστρα όσο και στα Κύμινα και τα Πιέρια, δύο κοντινές παραθαλάσσιες περιοχές, γνωστές για τις μυδοκαλλιέργειές τους, πέθαναν εξαιτίας των πολύ υψηλών θερμοκρασιών που επικράτησαν για πολλές ημέρες το καλοκαίρι που πέρασε.

«Τα μύδια ζουν σε θερμοκρασίες κοντά στους 20-23 βαθμούς Κελσίου. Τα προηγούμενα χρόνια, η θάλασσα είχε έως 26 βαθμούς, οπότε κάπως το άντεχαν ή χάνονταν μικρές ποσότητες. Φέτος το καλοκαίρι, η θερμοκρασία της θάλασσας έφτασε τους 32 βαθμούς Κελσίου και, μάλιστα, για πολλές συνεχόμενες ημέρες. Βάζαμε το χέρι μέσα και ήταν καυτό το νερό. Τροπικές θερμοκρασίες», περιγράφει ο 66χρονος Μιχάλης Γιαγιάς, μυδοκαλλιεργητής που δραστηριοποιείται στην περιοχή εδώ και περισσότερο από τρεις δεκαετίες. Το χειρότερο; Όπως εξηγεί, καταστράφηκε και ο γόνος, οπότε ούτε και του χρόνου προβλέπεται να υπάρχει παραγωγή.

Τα μύδια βγάζουν τον γόνο τον Δεκέμβριο-Ιανουάριο και τότε είναι η εποχή που οι μυδοκαλλιεργητές βάζουν «παγίδες» γύρω από τους αρμαθούς με τα μύδια για να σκαλώσει ο γόνος και να αναπτυχθεί. Χρειάζεται ένας χρόνος ώστε αυτός ο γόνος να αναπτυχθεί αρκετά και να δώσει νέα παραγωγή. Με τις συνθήκες που προέκυψαν φέτος, πολύ απλά δεν προβλέπεται να υπάρχει γόνος, αφού έχουν πεθάνει οι γεννήτορες.

Οι μυδοκαλλιεργητές δεν χάνουν την ελπίδα τους «ότι η φύση κάτι θα κάνει». Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, θα χρειαστούν τουλάχιστον δύο χρόνια για να ανακάμψει η μυδοκαλλιέργεια στην περιοχή.

Επιφυλακτικοί απέναντι στις υποσχέσεις

Στην περιοχή δραστηριοποιούνται περίπου 50 οικογένειες. Όσοι έχουν άδεια μυδοκαλλιεργητή δικαιούνται και μια ξύλινη καλύβα δίπλα στη θάλασσα για να μπορούν να φυλάνε τον εξοπλισμό τους και να διαμένουν. Όταν πάρουν σύνταξη, η καλύβα αυτοδίκαια περνά σε άλλον μυδοκαλλιεργητή. Μετά την καταστροφή, η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης επισκέφθηκε τους μυδοκαλλιεργητές, υποσχόμενη αποζημιώσεις. Ωστόσο, ο κ. Γιαγιάς απορεί: «Πώς θα πάρουμε αποζημίωση, αφού κανένας δεν ξέρει πόση ποσότητα υπήρχε μέσα στη θάλασσα; Δεν ξέρουμε ποιες είναι οι νόμιμες γραμμές και ποιες είναι οι παράνομες. Να δοθούν, λοιπόν, χρήματα για να ρίξουν πάλι παράνομα επιπλέον γραμμές;».

Παθογένειες

Με το πέρασμα των χρόνων, και όσο τα μύδια γίνονταν δημοφιλές έδεσμα, κάποιοι μυδοκαλλιεργητές αποφάσισαν να εκμεταλλευτούν την περίσταση και έριξαν περισσότερες γραμμές (σ.σ. πλωτό σύστημα καλλιέργειας οστράκων) στις εγκαταστάσεις τους. Έτσι, αποκόμιζαν υπερδιπλάσιες ποσότητες μυδιών.

Ωστόσο, το αποτέλεσμα ήταν η μείωση της τιμής του κιλού, αλλά και η αύξηση των ποσοτήτων. «Όταν οι ποσότητες είναι μεγάλες, αργούν να φύγουν, να πουληθούν, χρειάζεται να μείνουν περισσότερο στη θάλασσα. Αν ήταν τα μισά μύδια μέσα, δεν θα ψοφούσαν φέτος, θα τα είχαμε πουλήσει πριν ανέβει η θερμοκρασία τόσο πολύ», εξηγεί ο κ. Γιαγιάς.

Με τις συνθήκες που προέκυψαν φέτος, πολύ απλά δεν προβλέπεται να υπάρχει γόνος, αφού έχουν πεθάνει οι γεννήτορες

Ένας μέσος παραγωγός βγάζει περίπου 50-100 τόνους μύδια ετησίως και οι τιμές πώλησης κυμαίνονται από 50 λεπτά έως και 1 ευρώ, ανάλογα με την εποχή. Όμως, παράλληλα, υπάρχουν πολλά έξοδα, όπως τα αναλώσιμα υλικά για την καλλιέργεια, πολλά εργατικά κόστη και πετρέλαιο για την κίνηση των ειδικών σκαφών (χωρίς καρίνα, λόγω μικρού βάθους έως 3 μέτρα). Φυσικά, αυξάνοντας τον αριθμό των γραμμών, αυξάνονται κατά πολύ και οι ποσότητες που μπορεί να αλιεύσει ο μυδοκαλλιεργητής.

«Ας πούμε ότι αυτή η θάλασσα είναι ένα πιάτο και έχει μέσα φαγητό για να θρέψει τέσσερα άτομα. Άμα έρθουν 14, θα τελειώσει πιο γρήγορα το φαγητό. Εμείς τη ρημάξαμε τη θάλασσα. Δεν προστατεύουμε το ψωμί μας. Ο άνθρωπος είναι ανισόρροπος, δεν χορταίνει ποτέ. Δεν σκέφτεται τα παιδιά του, που έρχονται από πίσω», τονίζει με νόημα ο κ. Γιαγιάς.

«Έσκασαν από τη ζέστη»

Οι μυδοκαλλιεργητές είχαν πουλήσει ποσότητες τον Απρίλιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο. Όμως, τον Ιούλιο ξεκίνησε ο καύσωνας, ο οποίος δεν έλεγε να τελειώσει. «Είναι κλειστός και ο κόλπος και η θερμότητα συσσωρεύεται. Έτσι, τα μύδια εντός της θάλασσας έσκασαν από τη ζέστη», περιγράφει ο μυδοκαλλιεργητής.

Και το 2021 στην περιοχή είχε καύσωνα και χάθηκε το 70% της παραγωγής. «Και άλλες χρονιές είχαμε υψηλές θερμοκρασίες, αλλά όχι για τόσες ημέρες. Έπιανε ζέστη και μετά έπιανε μια βροχή ή ένας αέρας και συνερχόταν ο καιρός», συμπληρώνει ο ίδιος.

Για το εξωτερικό προορίζεται το 90% της παραγωγής

Από την περιοχή, το 90% των μυδιών αγοράζεται από εμπόρους και στη συνέχεια ταξιδεύει για την Ιταλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο. Πολλοί λένε ότι το παραδοσιακό πιάτο των Βρυξελλών, τα μύδια, φτιάχνεται με ελληνικά μύδια. Μόνο το 10% των μυδιών που ψαρεύονται στη Χαλάστρα καταλήγει στην εσωτερική αγορά.

Το 90% των μυδιών αγοράζεται από εμπόρους και στη συνέχεια ταξιδεύει για την Ιταλία, τη Γαλλία και το Βέλγιο, ενώ μόνο το 10% των μυδιών που ψαρεύονται στη Χαλάστρα καταλήγει στην εσωτερική αγορά

Ο κ. Γιαγιάς, που έχει λίγες γραμμές με μύδια, χρησιμοποιεί αυτήν τη δραστηριότητα για συμπληρωματικό εισόδημα. Παράλληλα, δουλεύει και ως ψαράς και πουλάει τα ψάρια του στη λαϊκή αγορά. Ωστόσο, και οι ποσότητες των ψαριών έχουν μειωθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια στον κόλπο. «Οι ποσότητες σε πολλά είδη έχουν μειωθεί κατά 70%-80%, ενώ κάποια άλλα, όπως οι γαρίδες, έχουν εξαφανισθεί», επισημαίνει.

Η νέα γενιά

Ο Σταύρος Γιαγιάς, γιος του Μιχάλη, γεννήθηκε στην περιοχή. Σήμερα, στα 43 του έτη, θυμάται από πάντα τον εαυτό του στο Δέλτα. Είναι ψαράς 4ης γενιάς και επαγγελματίας δύτης, συνεχίζει την οικογενειακή μυδοκαλλιέργεια και τα τελευταία χρόνια έχει βγάλει άδεια και για να ασχοληθεί με τον αλιευτικό τουρισμό. Για το σκάφος του, που είναι διαφορετικό από εκείνα που χρησιμοποιούνται για τη μυδοκαλλιέργεια, έχει δώσει αρκετά χρήματα προκειμένου να το ανασκευάσει. Όπως εξηγεί, θα ήθελε να αναπτύξει περισσότερο τον αλιευτικό τουρισμό, μια δραστηριότητα στην οποία έχει ταλέντο, γεγονός που γίνεται αντιληπτό από τα όσα μας διηγείται ξεναγώντας μας στο Δέλτα του Αξιού.

«Εκείνη την εποχή, πριν αναπτυχθεί η μυδοκαλλιέργεια, οι ψαράδες δούλευαν με όστρακα, κυρίως στρείδια, τα οποία έχουν εξαφανιστεί με τα χρόνια. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ο πρώτος τύπος μυδοκαλλιέργειας που φτιάχτηκε στην περιοχή ήταν ο πασαλωτός, κατασκευές δύσκολες και ακριβές. Τα νερά, όμως, είναι ρηχά, το μάξιμουμ φτάνουν 3 μέτρα βάθος και έτσι τα μύδια αναπτύσσονταν λίγο. Σιγά-σιγά αναπτύχθηκε η πλωτή μυδοκαλλιέργεια με τα βαρέλια που λειτουργούν ως πλωτήρες. Τα ποτάμια φέρνουν πολλά φερτά υλικά και αυτό είναι καλό για τις μυδοκαλλιέργειες», αναφέρει ο Σταύρος Γιαγιάς.

Και προσθέτει: «Κάθε σειρά έχει περίπου 200-300 αρμαθούς, με απόσταση αριστερά και δεξιά. Κάθε γραμμή βγάζει 8-10 τόνους, ενώ ένας μέσος παραγωγός 50-100 τόνους ετησίως. Το 90% εξάγεται σε Ιταλία, Γαλλία και Βέλγιο, ενώ το 10% καταναλώνεται εγχώρια στις ταβέρνες». Ο Σταύρος Γιαγιάς μανουβράρει το καΐκι του σαν να γνωρίζει κάθε σπιθαμή της θάλασσας που απλώνεται μπροστά μας. «Ο αλιευτικός τουρισμός αναπτύσσεται σιγά-σιγά. Θέλουμε να κάνουμε την Ελλάδα παγκόσμιο προορισμό για αλιευτικό τουρισμό. Όμως, προς το παρόν, είναι κάτι συμπληρωματικό ακόμα και για τους ψαράδες που το κάνουν στα νησιά με μεγάλη τουριστική κίνηση», μας εξηγεί.


Αλλαγές στη θάλασσα

Ως επαγγελματίας ψαράς, αλλά και δύτης, ο Σταύρος Γιαγιάς με τα χρόνια έχει παρατηρήσει τεράστιες αλλαγές στη θάλασσα. «Η ντόπια γαρίδα είναι
η κόκκινη, όπως είναι του Αμβρακικού. Τα τελευταία χρόνια, όμως, έχει εξαφανιστεί. Τώρα ψαρεύουμε ένα ξενικό είδος, είναι μεγάλη σαν άσπρη και πολύ νόστιμη, αλλά δεν είναι τελικά και τόσο διαφορετική από την κόκκινη. Πριν από δύο χρόνια, είχα μάθει από συναδέλφους ότι είχε εμφανιστεί στην Κατερίνη και τώρα την ψαρεύουμε και εδώ, μέσα στον κόλπο», περιγράφει. Στον κόλπο, τα τελευταία χρόνια, ζει και αναπαράγεται σε μεγάλες ποσότητες και το μπλε καβούρι, που είναι επίσης ξενικό είδος. «Το μπλε καβούρι το λέω αστακό του φτωχού, αλλά μας δημιουργεί πρόβλημα, γιατί καταστρέφει τα δίχτυα», λέει ο ψαράς. Αρκετοί το ψαρεύουν και το πουλάνε περίπου 1 ευρώ το κιλό. Φέτος το καλοκαίρι, ωστόσο, στα τουριστικά νησιά, το μπλε καβούρι πουλήθηκε ως έδεσμα πολυτελείας σε τιμές που ξεπέρασαν τα 100 ευρώ, κάτι που δεν γνώριζαν οι ψαράδες της περιοχής και έτσι συνεχίζουν να το πουλάνε… 1 ευρώ.