Μικρές οι μειώσεις στο ρύζι, θετικά τα σενάρια στις αγορές

Με δυσκολίες ξεκίνησαν οι πρώτες κοπές ρυζιού σε διάφορες περιοχές της χώρας. Οι έντονες βροχοπτώσεις των τελευταίων ημερών και τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν είχαν ως αποτέλεσμα την αναμονή του αλωνισμού.

Τα μικρά αποθέματα στους αποθηκευτικούς χώρους σε σύγκριση με άλλες χρονιές δίνουν την αισιοδοξία για μία αφετηρία καλύτερων τιμών σε σύγκριση με τις περσινές. Επίσης, το γενικότερο κλίμα της ζήτησης αγροτικών προϊόντων από τις παγκόσμιες αγορές, δημιουργεί ένα θετικό κλίμα για την τρέχουσα περίοδο.

Για καλές εξελίξεις από την πλευρά των αγορών κάνει λόγο και ο Χρήστος Τσιχήτας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Αγροτικών Συνεταιρισμών Θεσσαλονίκης, τονίζοντας τα μηδενικά αποθέματα, όπως επίσης και την αφετηρία των τιμών, κυρίως για τις Καρολίνες. «Ξεκινάμε στα 37 με 38 λεπτά το κιλό για την ποικιλία. Οι αποθηκευτικοί μας χώροι είναι σχεδόν άδειοι, έτσι δεν έχουμε το βάρος των αποθεμάτων, όπως τις άλλες χρονιές.

Αναφερόμενος στην τρέχουσα συλλεκτική περίοδο ο κ. Τσιχήτας τη χαρακτηρίζει μία μέτρια χρονιά, με μικρότερες αποδόσεις σε σχέση με πέρυσι. «Η μέχρι τώρα εικόνα που έχουμε από τον αλωνισμό δείχνει μία μείωση της παραγωγής κατά 10%». Εκείνο όμως που ανησυχεί περισσότερο τον πρόεδρο του συνεταιρισμού είναι η αύξηση του κόστους των εισροών για τη νέα καλλιεργητική περίοδο.

«Το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε μία εκτίναξη των τιμών σε λιπάσματα, φυτοφάρμακα, όπως επίσης και στην ενέργεια. Η κατάσταση αυτή θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την καλλιέργεια του ρυζιού και σίγουρα αποτελεί έναν αρνητικό προπομπό για τη νέα καλλιεργητική περίοδο».

Για μειωμένη παραγωγή κάνει λόγο και ο Θεόφιλος Παπαντωνίου, παραγωγός από τις Σέρρες. Ο ίδιος επισημαίνει ότι έχει γίνει η συλλογή σε ποσοστό 30%, αλλά άνευ βροχοπτώσεων θα μπορούσε να είχε αλωνιστεί το 70% των καλλιεργειών. Αν συνεχιστούν οι βροχές, σίγουρα θα επηρεάσουν την ποιότητα του ρυζιού, αναφέρει ο ίδιος.

Η μέχρι τώρα εικόνα που μας παρουσιάζει δείχνει μία μείωση πάνω από 10% στην παραγωγή της περιοχής. «Τα Ρονάλντο κυμαίνονται στα 950 κιλά το στρέμμα, σε σύγκριση με 1.050 κιλά από άλλες χρονιές. Και οι Καρολίνες βρίσκονται στα ίδια επίπεδα, 850 με 900 κιλά σε σύγκριση με τα 1.000-1.050».

Ο ίδιος επίσης μίλησε για μηδενικά αποθέματα στις αποθήκες, αλλά, όπως δήλωσε, «οι Τούρκοι θα παίξουν τον ρόλο τους στις τιμές, έτσι όπως συνηθίζουν να τις διαμορφώνουν κάθε χρόνο».

Το νερό δεν επαρκεί για τις καλλιέργειες του κάμπου

Για καθυστέρηση λόγω βροχών στην περιοχή της Ανθήλης έκανε λόγο ο Νίκος Μήλιος, παραγωγός ρυζιού από τη Λαμία. «Θα είχαμε ξεκινήσει τον αλωνισμό, όμως λόγω των βροχοπτώσεων θα πάμε πιο πίσω». Ο ίδιος προβληματίζεται από τη μέχρι τώρα εξέλιξη της παραγωγής και ειδικότερα κατά την περίοδο του καύσωνα, για το αν επηρέασε σημαντικά ή όχι τα φυτά. «Το αποτέλεσμα θα φανεί κατά τη συλλογή του ρυζιού. Η χρονιά ήταν δύσκολη και σίγουρα θα επηρεάσει σε έναν βαθμό τις αποδόσεις».

Εκείνο, όμως, που τον απασχολεί περισσότερο είναι το θέμα του νερού. «Οι καλλιεργούμενες εκτάσεις στην περιοχή μας περιορίζονται περίπου στα 12.000 στρέμματα. Παρ’ όλα αυτά, οι ποσότητες του νερού δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα κάθε χρόνο να κάνουμε εναλλαγές των χωραφιών μας για να καλύψουμε τις ανάγκες τους σε άρδευση».

Βιολογικό ρύζι μέσω νέων τεχνολογιών

Η Κοινωνική Επιχείρηση Ιλισίων, σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα, ερευνητικά κέντρα και άλλους φορείς, προχώρησε στο σχέδιο δράσης «Υδροτομώ». Σκοπός είναι η μείωση των εισροών του νερού, των λιπασμάτων και φυτοπροστατευτικών παρεμβάσεων.

Το έργο αυτό στοχεύει να αναπτύξει σε πιλοτική μορφή μία ήπια οικολογική τεχνολογία εξυγίανσης των παράκτιων περιοχών, με ταυτόχρονη μείωση των εισροών. Η επιχείρηση προσπαθεί να αναδείξει το βιολογικό ρύζι, το οποίο καλλιεργεί στην περιοχή της Ανθίλης Φθιώτιδας εδώ και χρόνια, αξιοποιώντας παραδοσιακές ποικιλίες, έτσι όπως αυτές διαμορφώθηκαν μέσα από την πολυετή διαχείρισή τους από τοπικούς παραγωγούς.

Όπως μας ενημερώνει ο υπεύθυνος της ομάδας, Γιώργος Κωστής, «το εγχείρημα της παραγωγής του ρυζιού με βιολογικό τρόπο είναι δύσκολο λόγω των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε στον έλεγχο των ζιζανίων. Σε συνεργασία με πανεπιστημιακά ιδρύματα, εφαρμόζουμε τεχνικές ήπιες και φιλικές στο περιβάλλον, για να μπορέσουμε να ελέγξουμε τον ανταγωνισμό των φυτών μας από ισχυρά ζιζάνια», καταλήγει.