Ηταν στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν ο Δημήτρης Μήλιος, μετανάστης στη μακρινή Βραζιλία και καταγόμενος από τον Μακρύγιαλο Πιερίας, θέλησε να επενδύσει σε μια πρωτοποριακή, όσο και οικονομικά ριψοκίνδυνη, για τα δεδομένα της Ελλάδας, καλλιέργεια.

Η ευρύτερη περιοχή ήταν πρόσφορη για την εγκατάσταση της δραστηριότητάς του, καθώς συγκέντρωνε μεγάλους πληθυσμούς άγριων μυδιών χάρη στις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξή τους, όπως τη μέση αλατότητα, τη θερμοκρασία των υδάτων, αλλά και ότι βρισκόταν στις εκβολές τριών ποταμών (Αξιός, Λουδίας, Αλιάκμονας), με ρεύματα και πλαγκτόν στη θάλασσα, που έτρεφαν τα μύδια.

Αυτή ήταν η αρχή ενός success story εξωστρέφειας και προοπτικών για τη μυδοκαλλιέργεια στον Νομό Πιερίας. Από τότε μέχρι σήμερα, και παρά τα όποια μικρά και μεγάλα προβλήματα, οι παραγωγοί μυδιών πέτυχαν με τη συνέπεια, τον επαγγελματισμό και την τεχνογνωσία τους να γίνει η Πιερία η τέταρτη μεγαλύτερη μυδοπαραγωγός περιοχή της ΕΕ, η πρώτη και μεγαλύτερη στην Ελλάδα και η μοναδική στη χώρα –από τις συνολικά τρεις που υπάρχουν– που έχει θεσμοθετηθεί ως Περιοχή Οργανωμένης Ανάπτυξης Υδατοκαλλιεργειών (ΠΟΑΥ).

ΙΝFO
Τα μύδια είναι θαλάσσιος οργανισμός, που συναντάται σε γλυκό και αλμυρό νερό. Υπάρχουν διάφορες ποικιλίες ανάλογα με το μέγεθος, το σχήμα, αλλά και τον τόπο προέλευσης. Στις αρχές είναι ερμαφρόδιτα και ξεχωρίζουν όταν μεγαλώσουν, με τη σάρκα του αρσενικού να παίρνει λευκό χρώμα και του θηλυκού πορτοκαλί. Μορφολογικά, ένα μύδι α’ ποιότητας έχει όστρακο μήκους περίπου 6 εκατοστών.

Κερδοφόρα δραστηριότητα, αλλά ατυποποίητο το ελληνικό μύδι

Η μυδοκαλλιέργεια στην ΠΕ Πιερίας αποτελεί έναν από τους δυναμικότερους κλάδους της πρωτογενούς παραγωγής μας. Μαζί με τα άλλα ποιοτικά αγροδιατροφικά προϊόντα της, όπως ΠΓΕ ακτινίδιο, κεράσια, μήλα, οίνοι, τσάι Ολύμπου κ.ά., συνεισφέρει σε σημαντικό ποσοστό στο ΑΕΠ του πρωτογενούς τομέα της χώρας.

Το θαλάσσιο πάρκο, στο οποίο εκτείνεται η μυδοκαλλιέργεια, χωρίζεται σε τρεις ζώνες: Της Αθερίδας, του Μακρύγιαλου και της Μεθώνης. Ο Θερμαϊκός Κόλπος συγκεντρώνει περίπου το 85% της εγχώριας παραγωγής μυδιών, ενώ το 61,5% των φρέσκων μυδιών που διατίθενται στην ελληνική αγορά προέρχεται από την Πιερία. Υπάρχουν συνολικά περίπου 1.700 στρ. καλλιεργειών, εκ των οποίων δύο βιολογικής καλλιέργειας, και 75 παραγωγικές μονάδες των 30 στρεμμάτων η καθεμιά, με το εκτατικού τύπου σύστημα πλωτής καλλιέργειας long-line.

Η μυδοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες της τοπικής οικονομίας, αφού το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, σχεδόν το 97%, εξάγεται στην Ιταλία (το 70%), στη Γαλλία και στην Ισπανία

Η συγκεκριμένη δραστηριότητα απασχολεί περί τους 250 ανθρώπους, οι οποίοι στην πλειονότητά τους είναι αλλοδαποί εργάτες, ενώ διαθέτει έναν από τους αρτιότερους επαγγελματικούς στόλους για μύδια στην Ευρώπη, με 48-50 αλιευτικά σκάφη. Η μέγιστη ετήσια δυναμικότητα παραγωγής προσεγγίζει τους 10.500-12.000 τόνους και ο ετήσιος τζίρος είναι άνω των 9 εκατ. ευρώ.

«Φέτος, ήταν μια πολύ καλή χρονιά σε σχέση με πέρσι που, λόγω της κλιματικής αλλαγής και της ανόδου της θερμοκρασίας της θάλασσας, είχαμε πολλούς θανάτους στους γόνους και στα μεγάλα μύδια. Φέτος, οι τιμές ήταν εξαιρετικές, καθώς το προϊόν μας φαίνεται να αποκτά φήμη διεθνώς», σημειώνει ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Μυδοκαλλιεργητών Μακρύγιαλου Πιερίας, Αναστάσιος Δραγάνης.

Η μυδοκαλλιέργεια αποτελεί έναν από τους βασικότερους πυλώνες της τοπικής οικονομίας, αφού το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής μας, σχεδόν το 97%, εξάγεται στην Ιταλία (το 70%), στη Γαλλία και στην Ισπανία. Παρ’ όλα αυτά, η παραγωγή μας δεν μπορεί να καλύψει τη σχετική ζήτηση, που είναι αυξανόμενη, με θετική συνέπεια η τιμή του νωπού πιερικού μυδιού να έχει ανοδική τάση τα τελευταία χρόνια.

Σύμφωνα με τον κ. Δραγάνη, η τιμή του μυδιού της περιοχής έχει φτάσει να πωλείται μεταξύ 80 λεπτών και 1 ευρώ το κιλό, σε όλες τις κατηγορίες μεγέθους, από τα 40 λεπτά που ήταν πριν από μερικά χρόνια.

Παρά την κερδοφόρα δραστηριότητα και τη μεγάλη φήμη που απέκτησε το μύδι Πιερίας για την ποιότητα, το μέγεθος και τη διατροφική του αξία, η μεγάλη «πληγή» και σε αυτό το προϊόν είναι ότι φεύγει χύμα και ατυποποίητο από τα βάθη της θάλασσας και, μετά από σχετική διαδικασία με φορτηγά ψυγεία, σε ειδικά κέντρα του εξωτερικού για να επεξεργαστεί.

Έτσι, την υπεραξία του προϊόντος την καρπώνονται οι ξένοι ανταγωνιστές, οι οποίοι επιστρέφουν τα συσκευασμένα, πλέον, μύδια στην Ελλάδα, πουλώντας τα σχεδόν τέσσερις φορές πάνω.

Αρωγή από το Επιμελητήριο Πιερίας και πρόθεση δημιουργίας συσκευαστηρίου

Σε μια προσπάθεια να αποκτήσει το πιερικό μύδι αναγνωρισιμότητα στις διεθνείς αγορές, ισχυρή ταυτότητα και brand loyalty, το Επιμελητήριο Πιερίας υλοποίησε ευρωπαϊκό πρόγραμμα προώθησης και προβολής του σε τέσσερις αγορές-στόχους (Ελλάδα, Ιταλία, Βέλγιο, Γαλλία), ενώ σε εξέλιξη είναι και οι διαδικασίες για την πιστοποίηση των μυδιών της περιοχής.

 

Στο πλαίσιο αυτό, πραγματοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, δράση προβολής με προσκεκλημένους δημοσιογράφους από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, όπου έγινε επίσκεψη σε μονάδες παραγωγής μυδιών, παρακολουθώντας ζωντανά τη διαδικασία ωρίμανσής τους στη θάλασσα, ενώ ενημερώθηκαν από τους μυδοκαλλιεργητές για τη διαδικασία παραγωγής τους.

Την ίδια ώρα, οι άνθρωποι του Επιμελητηρίου, σύμφωνα με τον πρόεδρό του, Ηλία Χατζηχριστοδούλου, βρίσκονται σε αναζήτηση ενός ανάλογου και σχετικού προγράμματος που, όμως, αυτήν τη φορά να στοχεύει στην κατασκευή σύγχρονου και οργανωμένου συσκευαστηρίου μυδιών, καθώς και στην αγορά ψυγείου, προκειμένου η υπεραξία του προϊόντος να μένει, πλέον, στους Έλληνες παραγωγούς, αποτελώντας το brand name της Πιερίας.

Ταυτόχρονα, μετά από πρωτοβουλία του Επιμελητηρίου Πιερίας, τα τοπικά προϊόντα έλαβαν πριν από λίγο καιρό πιστοποίηση και συλλογικό εμπορικό σήμα, το οποίο θα βοηθά τις επιχειρήσεις στις εξαγωγές τους.