Μύγα της Μεσογείου: Απειλεί τα καρποφόρα δέντρα στις ψυχρότερες και βορειότερες περιοχές της χώρας

του Δρ. Νίκου Θ. Παπαδόπουλου*

Οι μύγες των φρούτων, έντομα της οικογένειας Tephritidae που αριθμεί περισσότερα από 5.000 είδη, αποτελούν τη σημαντικότερη απειλή για την καλλιέργεια καρποφόρων δέντρων και λαχανικών παγκοσμίως.

Υπολογίζεται ότι ετησίως προκαλούν ζημιές που ξεπερνούν τα 100 εκατ. δολάρια στην Αυστραλία και περισσότερα από 900 εκατ. δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Αντίστοιχα, υψηλές ζημιές προκαλούν και στην Ευρώπη, στη Μέση και Άπω Ανατολή, στην Αφρική και στη Νότια Αμερική. Οι ζημιές που προκαλούν οι μύγες των φρούτων μπορεί να είναι άμεσες ή έμμεσες. Οι άμεσες αφορούν την καταστροφή των καρπών των φυτών ξενιστών τους και, συνεπώς, την απώλεια της παραγωγής, ενώ οι έμμεσες σε προβλήματα που σχετίζονται με δυσκολίες και απαγορεύσεις στη διακίνηση και στην εμπορία φρέσκων φρούτων από περιοχές στις οποίες ενδημούν τα παραπάνω είδη.

Διασπορά της μύγας της Μεσογείου από τις ακτές της Μεσογείου (μπλε στίγματα) σε βορειότερες περιοχές της Ευρώπης (πορτοκαλί στίγματα) (τα βέλη δείχνουν την πορεία επέκτασης).

Τα πιο γνωστά είδη που υπάρχουν στη χώρα μας είναι η μύγα της Μεσογείου, ο δάκος της ελιάς και η ραγολέτιδα της κερασιάς. Τα τελευταία έτη υπάρχει ανησυχία για εγκατάσταση και άλλων ξενικών ειδών μυγών των φρούτων κυρίως τροπικής προέλευσης. Τα θηλυκά των μυγών των φρούτων ανοίγουν μια αρχικά αδιόρατη οπή στον καρπό του φυτού-ξενιστή συνήθως όταν αυτός ωριμάζει ή είναι ώριμος και τοποθετούν ένα ή περισσότερα αβγά στη σάρκα του ανάλογα με το είδος της μύγας ή/και τον ξενιστή.

Οι προνύμφες τρέφονται διαβρώνοντας τη σάρκα, καταστρέφοντας ολοκληρωτικά τον καρπό. Τα νύγματα ωοτοκίας μπορεί να προκαλέσουν έντονη καρπόπτωση. Η προσβολή συχνά ακολουθείται από φυτοπαθολογικές προσβολές που επιτείνουν περαιτέρω την απώλεια της παραγωγής.

Καθώς η προσβολή δεν μπορεί να γίνει εύκολα αντιληπτή αμέσως μετά την ωοτοκία, προσβεβλημένοι καρποί συγκομίζονται, αποθηκεύονται και, τελικά, μεταφέρονται και διατίθενται στην αγορά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη διασπορά των εντόμων αυτών σε μεγάλες αποστάσεις που μπορούν να ξεπεράσουν τα γεωγραφικά όρια του κράτους, ακόμα και της ηπείρου.

Η διασπορά μέσω του εμπορίου νωπών φρούτων και λαχανικών, αλλά και μέσω της μετακίνησης επιβατών, οι οποίοι μπορεί να διακινούν μικρό αριθμό προβεβλημένων καρπών, κατατάσσουν τις μύγες των φρούτων ανάμεσα στα σημαντικότερα έντομα εισβολείς παγκοσμίως. Βέβαια, εκτός από την άφιξη σε νέα περιβάλλοντα που βρίσκονται σε μακρινές αποστάσεις μέσω της διακίνησης προσβεβλημένων καρπών, η επιτυχημένη εισβολή προϋποθέτει την επιβίωση και την ανάπτυξη του εισβολέα στο νέο περιβάλλον στο οποίο θα βρεθεί. Η κλιματική αλλαγή, και ιδιαίτερα η αύξηση της θερμοκρασίας του χειμώνα, φαίνεται να επιτρέπει την εγκατάσταση ειδών εντόμων που προέρχονται από τροπικές και θερμές περιοχές στα πιο εύκρατα και ψυχρά κλίματα.

Πράγματι, τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται επέκταση της γεωγραφικής κατανομής εντόμων τροπικής προέλευσης, όπως η μύγα της Μεσογείου, από τα παράλια της Μεσογείου σε πιο βόρειες και ψυχρές, ηπειρωτικές περιοχές της χώρας μας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Επίσης, συχνές είναι οι συλλήψεις και άλλων τροπικών ειδών της οικογένειας Tephritidae σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ιταλία και η Αυστρία.

Πίνακας 1: Κόστος των προγραμμάτων εκρίζωσης της μύγας της Μεσογείου στην Καλιφόρνια και στη Φλόριντα των ΗΠΑ

  Περίοδος Αριθμός
προγραμμάτων
εκρίζωσης
Kόστος
(εκατομμύρια δολάρια)
      Συνολικό Μέσο
Καλιφόρνια 2007 – 2017 18 6,68 0,84
Φλόριντα 1929 – 2011 16 63,78 3,99

Από Szyniszewska et al. Annals of the Entomological Society of America,
113(2), 2020, 114–124

Μύγα της Μεσογείου

Η μύγα της Μεσογείου (Δίπτερα: Tephritidae) είναι ο σημαντικότερος εχθρός των καρποφόρων δέντρων παγκοσμίως. Μπορεί να προσβάλει περισσότερα από 300 διαφορετικά είδη νωπών φρούτων και λαχανικών και να ολοκληρώσει έναν μεγάλο αριθμό γενεών καθ’ έτος (από 3 έως περισσότερες από 9), ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής στην οποία ενδημεί.

Παρουσιάζει μια αξιοσημείωτη ικανότητα προσαρμογής και ανάπτυξης σε διαφορετικά περιβάλλοντα και για τον λόγο αυτόν αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα είδη εισβολέων παγκοσμίως. Από την Ανατολική Υποσαχάρια Αφρική από όπου προέρχεται, έχει εποικήσει όλες τις χώρες της ηπείρου, τις μεσογειακές χώρες της Ευρώπης, την Κεντρική, Νότια και περιοχές της Βόρειας Αμερικής, νησιά του Ινδικού, Ειρηνικού και Ατλαντικού Ωκεανού και περιοχές της Δυτικής και Νότιας Αυστραλίας.

Η διαπίστωση της παρουσίας της μύγας της Μεσογείου σε περιοχές όπου θεωρείται ότι δεν υπάρχει συνοδεύεται από πολυέξοδες καμπάνιες εκρίζωσης (eradication campaigns). Οι παραπάνω καμπάνιες βασίζονται σε εκτεταμένα δίκτυα παγίδευσης ενηλίκων και δειγματοληψίες καρπών και συμπεριλαμβάνουν την εφαρμογή εντομοκτόνων, ακόμα και σε κατοικημένες περιοχές, την εξαπόλυση στειρωμένων εντόμων και την καταστροφή των πιθανών ξενιστών σε μεγάλες αποστάσεις από το σημείο καταγραφής του εντόμου.

Χαρακτηριστικά είναι τα προγράμματα εκρίζωσης για τη μύγα της Μεσογείου στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ (ΠΙΝΑΚΑΣ 1), τα οποία έχουν οδηγήσει παλαιότερα ακόμα και σε πολιτικές κρίσεις. Αντίστοιχα, δημοφιλής στην επιστημονική και όχι μόνο κοινότητα είναι η συζήτηση για το εάν η μύγα της Μεσογείου έχει εγκατασταθεί στην Καλιφόρνια και για το ποιες είναι οι οικονομικές και αγρονομικές συνέπειες μιας τέτοιας παραδοχής από την τοπική κυβέρνηση.

Η παρουσία της μύγας της Μεσογείου και μόνο, ακόμα και σε πολύ μικρούς πληθυσμούς, που δεν είναι ικανοί να προκαλέσουν σημαντική προσβολή σε μια ευρύτερη περιοχή, μπορεί να έχει σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην εμπορία των φρέσκων φρούτων επηρεάζοντας τις εξαγωγές. Χώρες όπως η Κίνα, η Ρωσία και άλλες όπου το έντομο δεν έχει εγκατασταθεί επιβάλλουν αυστηρούς κανόνες και πρωτόκολλα καραντίνας στις εισαγωγές φρούτων από κράτη όπου το έντομο ενδημεί.

Η διαπίστωση της παρουσίας προσβεβλημένων καρπών σε εισαγόμενα φορτία φρούτων σε χώρες, όπου η παρουσία του εντόμου δεν έχει προηγουμένως καταγραφεί, έχει ως συνέπεια την απόρριψη και την καταστροφή του φορτίου, αλλά και την απαγόρευση εισαγωγών νωπών αγροτικών προϊόντων για μια σειρά ετών. Για παράδειγμα, μετά την καταγραφή προσβεβλημένων καρπών οι εξαγωγές μανταρινιών από την Ισπανία στις ΗΠΑ μειώθηκαν δραματικά από 77.000 τόνους το 2001 στους 45.000 τόνους το 2002, με την οικονομική ζημιά να υπολογίζεται στα 80-107 εκατ. ευρώ. Η άρση των μέτρων καραντίνας μετά από αρκετά έτη δεν κατάφερε να επαναφέρει τις εξαγωγές στα προηγούμενα επίπεδα.

Τρόποι αντιμετώπισης

Για την αντιμετώπιση της μύγας της Μεσογείου έχουν προταθεί και εφαρμόζονται διάφορες μέθοδοι και προσεγγίσεις παγκοσμίως. Πιο αποτελεσματικά θεωρούνται τα περιφερειακά προγράμματα, τα οποία εφαρμόζουν προγράμματα καταπολέμησης σε μεγάλες περιοχές.

Η παρακολούθηση των πληθυσμών των ενηλίκων αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο σε κάθε πρόγραμμα αντιμετώπισης της μύγας της Μεσογείου. Η μέθοδος της εξαπόλυσης στειρωμένων εντόμων αφορά κυρίως τα περιφερειακά προγράμματα καταπολέμησης, ενώ η χημική καταπολέμηση (δολωματικοί ή/και ψεκασμοί κάλυψης) και μέθοδοι προσέλκυσης και θανάτωσης μπορεί να εφαρμοστούν σε μικρότερες εκτάσεις και στο επίπεδο μεμονωμένων αγρών.

Η βιολογική καταπολέμηση με τη χρήση φυσικών εχθρών (π.χ. εξαπολύσεις παρασιτοειδών) δεν μπορεί από μόνη της να αντιμετωπίσει τη μύγα της Μεσογείου. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση που δεν εφαρμοστούν μέτρα αντιμετώπισης, τα ποσοστά προσβολής των ευαίσθητων καρπών μπορεί να είναι εξαιρετικά υψηλά.

Στην περιοχή της Βαλένθια της Ισπανίας, η προσβολή, εάν δεν εφαρμοστεί κανένα μέτρο αντιμετώπισης, ξεπερνά κατά μέσο όρο το 30%, με το κόστος αντιμετώπισης, κυρίως μέσω της υποστήριξης του περιφερειακού προγράμματος καταπολέμησης, για την τοπική κυβέρνηση να υπολογίζεται σε 8,5 εκατομμύρια ευρώ για το 2017.

Στη χώρα μας εφαρμόζονται συνήθως ψεκασμοί με εντομοκτόνα (κάλυψης ή/και δολωματικοί) και μέθοδοι προσέλκυσης και θανάτωσης (δολωματικοί σταθμοί, μαζική παγίδευση) στο επίπεδο του παραγωγού. Στις βορειότερες περιοχές της χώρας δεν υπάρχει συγκεκριμένη προσέγγιση, καθώς το έντομο θεωρείται μάλλον δευτερεύων – περιστασιακός εχθρός.

Η συστηματική παρακολούθηση των πληθυσμών της μύγας της Μεσογείου σε βάθος ετών και σε όλες τις περιοχές όπου καλλιεργούνται φρούτα, με σκοπό την εξαγωγή, είναι επιτακτική. Επίσης, απαραίτητη είναι η εκτίμηση του κινδύνου εγκατάστασης του εντόμου στις διαφορετικές κλιματικές ζώνες. Τέλος, επιτακτική είναι η ανάγκη ανάπτυξης νέων στρατηγικών αντιμετώπισης του εντόμου που θα είναι προσαρμοσμένες στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής γεωργίας.

Το Εργαστήριο Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας συντονίζει το ευρωπαϊκό έργο FF-IPM – «Ηλεκτρονικά υποστηριζόμενη αντιμετώπιση νέων ειδών εισβολέων των μυγών των φρούτων με έμφαση στην πρόληψη εγκατάστασης και στην εκτός εποχής (off-season) διαχείριση των πληθυσμών τους», το οποίο για τα επόμενα τέσσερα έτη θα αναπτύξει, μεταξύ άλλων, συστήματα για την έγκαιρη διαπίστωση της παρουσίας της μύγας της Μεσογείου και νέες προσεγγίσεις για την καταπολέμησή της και οικολογικά μοντέλα σχετικά με τον κίνδυνο εγκατάστασης του εντόμου στις ψυχρότερες περιοχές της χώρας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Το έργο φιλοδοξεί να βοηθήσει τόσο την παραγωγή όσο και την εμπορία φρέσκων φρούτων και λαχανικών και να προαγάγει τις εξαγωγές. Περισσότερες πληροφορίες για το έργο στον ιστότοπο του προγράμματος https://fruitflies-ipm.eu.

Σχηματική απεικόνιση της φαινολογίας της μύγας της Μεσογείου στην περιοχή της Θεσσαλονίκης.

Οι προσβολές στην Ελλάδα

Στη χώρα μας, η πρώτη αναφορά του εντόμου καταγράφεται περίπου έναν αιώνα πριν, στην Αττική. Έκτοτε, το έντομο επεκτάθηκε σε όλες τις παραλιακές και νοτιότερες περιοχές της Ελλάδας, προκαλώντας μεγάλες ζημιές στα οπωροφόρα δέντρα. Λόγω της κλιματικής αλλαγής και πιθανών πρόσφατων μεταβολών των καλλιεργητικών πρακτικών (πχ. φύτευση νέων ευαίσθητων ποικιλιών), τα τελευταία έτη η παρουσία της μύγας της Μεσογείου καταγράφεται σε βορειότερα και ψυχρότερα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, όπως για παράδειγμα οι ηπειρωτικές περιοχές της Θεσσαλίας και Κεντρικής Μακεδονίας, όπου καλλιεργούνται σε μεγάλες εκτάσεις φυλλοβόλα, καρποφόρα δέντρα. Συνεπώς, εκτός από τα εσπεριδοειδή, τα σύκα και τους άλλους καρπούς, που παραδοσιακά αντιμετώπιζαν προβλήματα, η μύγα της Μεσογείου απειλεί και τις καλλιέργειες των γιγαρτοκάρπων και πυρηνοκάρπων και σχετικά νέων καλλιεργειών όπως του λωτού.

Στις περιοχές αυτές, οι προσβολές είναι μάλλον σποραδικές και αφορούν μικρό αριθμό καλλιεργητών όμως μπορεί να οδηγήσουν σε μεγάλες απώλειες της παραγωγής στο επίπεδο του παραγωγού. Οι συνέπειες της παρουσίας της μύγας της Μεσογείου στις περιοχές αυτές μπορεί να είναι πολύ σημαντικές για τις εξαγωγές φρούτων σε νέες αναδυόμενες αγορές, όπως αυτή της Κίνας. Στις νοτιότερες περιοχές της χώρας (π.χ. Κρήτη, Πελοπόννησος), το έντομο συνήθως αναπτύσσει υψηλούς πληθυσμούς το καλοκαίρι και αργότερα το φθινόπωρο, όταν ωριμάζουν τα εσπεριδοειδή.

Στις βορειότερες περιοχές της εξάπλωσής του, όπως η Θεσσαλονίκη, οι πληθυσμοί παραμένουν πολύ χαμηλοί μέχρι και το τέλος του καλοκαιριού, σε επίπεδα που πολλές φορές δεν είναι δυνατόν να «ανιχνευτούν» με τη χρήση παγίδων ενηλίκων. Υψηλοί πληθυσμοί αναπτύσσονται το φθινόπωρο, με το μέγιστό τους να καταγράφεται συνήθως τον Οκτώβριο, προσβάλλοντας ξενιστές και ποικιλίες με όψιμη ωρίμανση. Η μη καταγραφή συλλήψεων σε παγίδες από το τέλος του φθινοπώρου έως και τα μέσα ή το τέλος του επόμενου καλοκαιριού δεν καταδεικνύει αδυναμία εγκατάστασης (επιβίωσης) του εντόμου στις περιοχές αυτές, αλλά σχετίζεται μάλλον με τον τρόπο διαχείμασης και ανάπτυξης των πληθυσμών του εντόμου.

Για παράδειγμα, έχει βρεθεί ότι στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, και πιθανότατα και σε άλλες περιοχές με αντίστοιχες κλιματικές συνθήκες, η μύγα της Μεσογείου διαχειμάζει ως προνύμφη εντός μήλων που παραμένουν μετά τη συγκομιδή στους οπωρώνες έως την επόμενη άνοιξη. Ο μικρός αριθμός ενηλίκων που προκύπτει την άνοιξη χρειάζεται να αναπαραχθεί και να αναπτύξει μία, δύο ή και περισσότερες θερινές γενεές, ώστε να ξεπεράσει το επίπεδο «ανίχνευσης» με τα χρησιμοποιούμενα συστήματα παγίδευσης.

Συνεπώς, οι παραπάνω περιοχές (μικροί πληθυσμοί με τοπικές εξάρσεις στο τέλος του καλοκαιριού και το φθινόπωρο) δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως ελεύθερες-απαλλαγμένες από την παρουσία του εντόμου (pest free areas).

 

Δρ. Νίκος Παπαδόπουλος είναι καθηγητής Εφαρμοσμένης Εντομολογίας και διευθυντής του εργαστηρίου Εντομολογίας και Γεωργικής Ζωολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σημαντικό μέρος της πρόσφατης έρευνάς του αφορά τη διαχείριση των πληθυσμών εντόμων γεωργικής και υγειονομικής σημασίας και ιδιαίτερα δίπτερων, που είναι γνωστά ως μύγες των φρούτων, χρησιμοποιώντας φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές.

Είναι ο συντονιστής του ερευνητικού έργου FF-IPM – «Ηλεκτρονικά υποστηριζόμενη αντιμετώπιση νέων ειδών εισβολέων των μυγών των φρούτων, με έμφαση στην πρόληψη εγκατάστασης και στην εκτός εποχής (off-season) διαχείριση των πληθυσμών τους (Horizon 2020, EE)».