Νάουσα-Ινστιτούτο ερευνών: Ανάγκη διαφύλαξης και προστασίας των φυτογενετικών πόρων

Το ρόδι ποικιλίας Ερμιόνης, το φιστίκι ποικιλίας Ποντίκης και άλλες τοπικές και γηγενείς ποικιλίες έχουν μεγάλο εμπορικό ενδιαφέρον, χωρίς όμως να είναι εγγεγραμμένες στον Εθνικό Κατάλογο. Η ποικιλία Ποντίκης είναι ένα φιστίκι με πολύ καλά χαρακτηριστικά, το οποίο ζητείται για εγκατάσταση και έχει εμπορικό ενδιαφέρον. Αυτή η ποικιλία δημιουργήθηκε από τον ομώνυμο καθηγητή στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και θα έπρεπε να ήταν εγγεγραμμένη σε κάποιον Κατάλογο, είτε τον Εθνικό, είτε σε κάποια άλλη χώρα. Ωστόσο, ο δημιουργός δεν είχε κάνει τις κατάλληλες διαδικασίες εγγραφής της.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την Παυλίνα Δρογούδη, διευθύντρια ερευνών στο Ινστιτούτο Ερευνών Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δέντρων στην Νάουσα, που ανήκει στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ, ούτε το ρόδι της Ερμιόνης, το οποίο καλλιεργείται κυρίως στην Πελοπόννησο, αλλά και στην Κεντρική Ελλάδα, είναι εγγεγραμμένο στον Εθνικό Κατάλογο.
Προβλήματα
Σύμφωνα με την ίδια, οι ξένοι θα μπορούσαν να πιστοποιήσουν τις μη εγγεγραμμένες ποικιλίες, με συνέπεια η χώρα μας να πρέπει να πληρώσει για κάτι που της ανήκει. «Από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μη εγγεγραμμένες ποικιλίες είναι ότι, με βάση την ισχύουσα νομοθεσία, δεν μπορούν να παράγουν και να διακινήσουν πολλαπλασιαστικό υλικό, ούτε να γίνουν νέες φυτεύσεις». Όπως εξηγεί η κα Δρογούδη, η παντελής έλλειψη προσωπικού από διατηρητές, όπως π.χ. στο Ινστιτούτο το οποίο διατηρεί και την Τράπεζα Γενετικού Υλικού Φυλλοβόλων Οπωροφόρων Δένδρων στην Ελλάδα, δημιούργησε ένα έλλειμμα πιστοποιημένου υλικού από ποικιλίες ελληνικές και ξένες μη πατενταρισμένες.
«Αυτό το φυτικό υλικό χάθηκε. Για παράδειγμα, ο Δενδροκομικός Σταθμός του Πόρου κάλυπτε τις ανάγκες των φυτωριούχων σε ξινά ανά την Ελλάδα. Αντίστοιχα, ο Δενδροκομικός Σταθμός στα Σέρβια της Κοζάνης τούς προμήθευε με εμβόλια για ποικιλίες αμυγδαλιάς και καρυδιάς. Βέβαια, τώρα πια οι μη πατενταρισμένες ποικιλίες αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό ποσοστό σε σχέση με αυτές που υπάρχουν στην αγορά», επισημαίνει η ερευνήτρια του ΕΛΓΟ.
Δεκαπέντε «καθαρές» ποικιλίες
Τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει επανέλεγχος των ποικιλιών που διατηρούνται υποχρεωτικά στο Ινστιτούτο, σύμφωνα με τη νομοθεσία, αφού είναι διατηρητές του Εθνικού Καταλόγου, στο πλαίσιο του έργου FruiTrees2Safeguard.
Έγινε ένας πολύ μεγάλος αριθμός φυτοπαθολογικών αναλύσεων, ώστε να βρεθούν καθαρά υλικά από τις ελληνικές ποικιλίες, αλλά και τις ξενικές που δεν μπορούν να βρεθούν από άλλες πηγές στο εξωτερικό.
«Βρέθηκαν κάποια καθαρά, αλλά τα περισσότερα ήταν ιωμένα. Τα καθαρά τα διατηρούμε τώρα στα δικτυοκήπια που έχουμε και είμαστε στη διαδικασία της πιστοποίησής τους ως προβασικού υλικού. Δηλαδή, είναι το βερίκοκο ποικιλίας Διαμαντοπούλου, το αχλάδι Κρυστάλλια, που έχει πολύ μεγάλη εμπορική σημασία, κ.ά.», σημειώνει η κα Δρογούδη.
Σύμφωνα με την ίδια, 15 τοπικές ποικιλίες, για τις οποίες δεν ήταν δυνατό να βρεθεί απαλλαγμένο από ιώσεις φυτικό υλικό, στάλθηκαν σε εργαστήρια του εξωτερικού προς θερμοθεραπεία. Όλα αυτά διατηρούνται σήμερα στο δικτυοκήπιο και έχει ξεκινήσει η διαδικασία με το Τμήμα Ελέγχου Ποικιλιών να πιστοποιηθούν ποικιλίες του Εθνικού Καταλόγου ως προβασικό υλικό.
«Αυτό σημαίνει ότι θα δώσουμε προβασικό υλικό σε φυτωριούχους, αλλά δεν μπορούμε να καλύψουμε τις ανάγκες της χώρας, γι’ αυτό οι φυτωριούχοι είναι απαραίτητο να έχουν τις δικές τους μητρικές φυτείες. Δεν είναι δύσκολο να γίνει αυτό», υπογραμμίζει η κα Δρογούδη.
Μεταξύ άλλων, οι ποικιλίες που εστάλησαν για θερμοθεραπεία είναι το λεμονάτο του Βόλου (ροδάκινο), το οποίο έχει μεγάλη εμπορική σημασία και ήταν αδύνατον να βρεθεί απαλλαγμένο από την ίωση σάρκα σε περιοχές όπου καλλιεργείται στον Βόλο, καθώς και κάποιους επιλεγμένους κλώνους συμπύρηνων ποικιλιών που είναι με καλά χαρακτηριστικά, όπως οι ποικιλίες Έβερτ και Άνδρος, οι οποίες πρώτα θα πατενταριστούν και μετά θα δοθούν.
Άλλες παραδοσιακές ποικιλίες είναι τα δαμάσκηνα Ασβεστοχωρίου, με πολύ καλά χαρακτηριστικά, και η ποικιλία βερικοκιάς Τσαουλιά.