Η παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα

* Σε τι υστερούμε * Τι μπορεί να γίνει

Ο βαθμός παραγωγικότητας του αγροτικού τομέα, οι παράγοντες που τον επηρεάζουν και ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται στις χώρες-μέλη αποτελούν αντικείμενο καταγραφής και έρευνας τόσο των κοινοτικών όσο και πολλών εθνικών αρχών. Οι λόγοι πολλοί. Η παραγωγή τροφίμων πρέπει να αυξάνεται με ρυθμούς σχεδόν 2% τον χρόνο για να καλύψει την αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση.

Αυτό πρέπει να συμβεί με μείωση ή, στην καλύτερη περίπτωση, σταθεροποίηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων, καθώς και μέσα στις έντονες πιέσεις που ασκεί η κλιματική αλλαγή και τα φαινόμενα ξηρασίας, ακραίων θερμοκρασιών, αυξανόμενων προσβολών του φυτικού και ζωικού κεφαλαίου. Πρέπει, επίσης, να συμβεί με μειωμένη χρήση των εισροών εκείνων που επιδρούν αρνητικά στο περιβάλλον, έτσι ώστε να καλυφθούν οι στόχοι που αναλογούν στη γεωργία και στην κτηνοτροφία.

Πώς υπολογίζεται η παραγωγικότητα

Μέχρι πρόσφατα, η παραγωγικότητα υπολογιζόταν με βάση έναν μεμονωμένο συντελεστή παραγωγής. Πλέον, χρησιμοποιείται ένας σύνθετος δείκτης, που υπολογίζει την επίπτωση όλων των συντελεστών παραγωγής συνολικά, ο δείκτης TFP (Total factor productivity). Η ανάπτυξη, όπως αυτή υπολογίζεται με τον εν λόγω δείκτη, είναι η σχέση της αύξησης του όγκου παραγωγής ενός προϊόντος, που αντιστοιχεί στην αύξηση των εισροών που χρησιμοποιήθηκαν για να παραχθεί το προϊόν αυτό. Με άλλα λόγια, όταν ο συντελεστής αυτός αυξάνεται, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι η παραγωγή αυξάνεται χωρίς επιπλέον χρήση εισροών.

Υστερεί σε παραγωγικότητα ο αγροτικός τομέας της Ελλάδας 

Η παραγωγικότητα της ελληνικής γεωργίας και κτηνοτροφίας αυξάνεται με ετήσιους ρυθμούς που υπολείπονται των άλλων κρατών-μελών. Βάσει στοιχείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τo διάστημα 2005-2018, η παραγωγικότητα στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά μόλις 1% συνολικά, ποσοστό που αποτελεί μία από τις χειρότερες επιδόσεις στην Ευρώπη των 28.

Ωστόσο, η εικόνα είναι χειρότερη, αν ληφθεί υπόψη η παραγωγικότητα σε απόλυτα μεγέθη και συγκριθεί με άλλες χώρες της ΕΕ, με συγκρίσιμα μεγέθη με τη χώρα μας. Για παράδειγμα, η Ιρλανδία παρουσίασε αύξηση 9 ποσοστιαίες μονάδες, υπερκαλύπτοντας μάλιστα μειονέκτημα πέντε μονάδων που είχε το 2013 από την Ελλάδα. Η δε Ουγγαρία βρέθηκε το 2018 στο +18%.

Καλύτερες επιδόσεις από την Ελλάδα σημείωσαν, επίσης, η Βουλγαρία και η Ρουμανία.

Οι παράγοντες που μπορούν να αναστρέψουν την κατάσταση

Σε μελέτη της ΕΕ αποτιμώνται οι παράγοντες που επηρεάζουν την παραγωγικότητα του αγροτικού τομέα και, συνεπώς, τις πολιτικές που θα μπορούσαν να θεσπιστούν:

1. Επενδύσεις στην έρευνα, στην τεχνολογία και στη διάδοση της γνώσης: Η πιο σημαντική παράμετρος που καθορίζει την παραγωγικότητα μεσοπρόθεσμα είναι η καινοτομία και οι δαπάνες για έρευνα. Νέες τεχνολογίες που αφορούν τις βάσεις δεδομένων, τη γεωργία και κτηνοτροφία ακριβείας, καθώς και τη βελτίωση των ποικιλιών ανοίγουν νέους ορίζοντες στην αύξηση της παραγωγικότητας. Χώρες, οι οποίες έχουν λάβει μέτρα για την ενημέρωση και τη μάθηση, την παροχή συμβουλών και την επαρκή χρηματοδότηση, συμβάλλουν σε μεγαλύτερο βαθμό στη διάδοση της καινοτομίας και στην αύξηση της παραγωγικότητας.

2. Διαχειριστικές ικανότητες: Η εισαγωγή και η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών απαιτούν αυξημένες διαχειριστικές ικανότητες. Η χρήση των ίδιων εισροών, για παράδειγμα, σε δύο διαφορετικές εκμεταλλεύσεις μπορεί να οδηγήσει σε εντελώς διαφορετικά παραγωγικά αποτελέσματα, ανάλογα με τη χρήση τους και τις δεξιότητες του αρχηγού της κάθε εκμετάλλευσης.

3. Αγροτικές πολιτικές: Ο χαρακτήρας των πολιτικών, το περιεχόμενο των μέτρων του Πρώτου και του Δεύτερου Πυλώνα της ΚΑΠ, για παράδειγμα, μπορούν να προσφέρουν «προστασία» και να παγιώσουν κάποια παραγωγικά δεδομένα, ή να τα «ανατρέψουν» και να οδηγήσουν στην αύξηση της παραγωγικότητας.

4. Ύπαιθρος και εφοδιαστική αλυσίδα: Οι υποδομές της υπαίθρου λειτουργούν καταλυτικά στην αγροτική παραγωγικότητα. Η ύπαρξη γρήγορου διαδικτύου, για παράδειγμα, σχετίζεται με τις αποδόσεις της αγροτικής εκμετάλλευσης.

5. Διαρθρωτικές αλλαγές: Η επέκταση των εξειδικευμένων εκμεταλλεύσεων βελτιώνει την αποτελεσματικότητά τους, ενώ η συγκέντρωση της παραγωγής σε μεγαλύτερες μονάδες αυξάνει τις οικονομίες κλίμακας. Αξίζει, ωστόσο, να τονιστεί ότι αυτό το μοντέλο ανάπτυξης έχει και πολλά μειονεκτήματα, ειδικά αν, εκτός της αύξησης της παραγωγής, συνυπολογιστούν ευρύτερες οικονομικές, κοινοτικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

Διαβάστε συγκεντρωμένες τις απόψεις πανεπιστημιακών και ερευνητών, εκπροσώπων επαγγελματικών φορέων, τραπεζών και ατόμων που σχεδίασαν ή διαμορφώνουν πολιτικές, που απαντούν στο ερώτημα πώς μπορεί να αντιστραφεί η φθίνουσα παραγωγικότητα του πρωτογενούς τομέα της χώρας μας που φιλοξενεί η «ΥΧ» για το αφιέρωμά της στην Παραγωγικότητα στην Ελλαδα.