Περνάει στους μεγάλους παίκτες το πρώιμο καρπούζι

Σταθερότητα στις καλλιεργούμενες εκτάσεις σε σύγκριση με την περσινή περίοδο, αλλά με μεγάλη συρρίκνωση του αριθμού μικρών παραγωγών και το πέρασμα της καλλιέργειας σε μεγαλύτερα και οργανωμένα σχήματα δείχνει η μέχρι στιγμής εικόνα για το καρπούζι.

Τα φυτά των πρώιμων μεταφυτεύσεων σε θερμοκήπια ψυχρού τύπου με διπλή κάλυψη είναι σε πλήρη ανάπτυξη και η πρώτη συλλογή αναμένεται προς τα τέλη Απριλίου, αν φυσικά το επιτρέψουν και οι καιρικές συνθήκες.

Παράλληλα, οι παραγωγοί καρπουζιών έχουν ξεκινήσει από τις πρωιμότερες περιοχές τις φυτεύσεις χαμηλής κάλυψης. Σε ό,τι αφορά τα υβρίδια που χρησιμοποιούνται, οι παραγωγοί επιλέγουν τα μεσαία σε μέγεθος καρπούζια, βάρους 3 έως 9 κιλών. Αύξηση επίσης δείχνουν και τα πολύ μικρά μεγέθη, από 1,5 έως 3 κιλά.

Ο Θανάσης Ραφτόπουλος, παραγωγός καρπουζιού από την περιοχή της Βάρδας Ηλείας, υποστηρίζει ότι ο καιρός αυτή την περίοδο βοηθάει στη φύτευση των εμβολιασμένων σπορόφυτων και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις θα παραμείνουν ίδιες σε σύγκριση με την περσινή περίοδο. Κάνει λόγο για αυξημένο κόστος παραγωγής, το οποίο «ξεπερνά το 35% σε σχέση με πέρυσι» και στοχεύει στην αύξηση της παραγωγής, όπως επίσης και στη βελτίωση της ποιότητας, ώστε να ισορροπήσει κάπως το οικονομικό ζύγι.

Κάνοντας έναν μικρό απολογισμό για την περσινή καλλιεργητική περίοδο, είπε ότι «η μέση απόδοση κυμάνθηκε στους 6 τόνους το στρέμμα και μεσοσταθμικά η τιμή κινήθηκε στα 20 με 25 λεπτά για τα καρπούζια χαμηλού toll», τα οποία ο ίδιος καλλιέργησε.

Με βάση τους… εργάτες οι καλλιέργειες

Για σταθερές καλλιεργούμενες εκτάσεις κάνει λόγο και ο Παύλος Σελιγκούνης από το Μακρυχώρι Λάρισας. Ο ίδιος αναφέρει ότι έχουν ξεκινήσει και εκεί οι φυτεύσεις καρπουζιού, με αναμενόμενη συλλογή στις 20 Μαΐου.

Το βασικότερο πρόβλημα για τον κ. Σελιγκούνη είναι οι εργάτες γης. «Δεν βρίσκουμε κόσμο να εργαστεί στα χωράφια και αυτό ξεκινά από τις φυτεύσεις».

Αναφερόμενος στο θέμα των τιμών, είπε ότι αυτές κυμάνθηκαν από 5 έως 18 λεπτά το κιλό, με αποδόσεις πάνω από 10 τόνους το στρέμμα. «Επιμένουμε να ποντάρουμε στη στρεμματική απόδοση, διότι η τιμή του καρπουζιού την περίοδο που ξεκινάμε να βγάζουμε βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα», καταλήγει.

Με στόχο την πρωίμιση για καλύτερη τιμή έσπειρε η Αμαλιάδα

Ο Πέτρος Λεβέντης από την Αμαλιάδα ασχολείται με το εμπόριο του καρπουζιού. Υποστηρίζει ότι τα πρώιμα δείχνουν να σταθεροποιούνται στα ίδια με τα περσινά επίπεδα, αλλά βλέπει μία μείωση για την παραγωγή «της μεσαίας σκάλας» καρπουζιών, των οποίων οι φυτεύσεις ξεκινούν προς τα τέλη Μαρτίου. Εκτιμά, επίσης, την αναγκαιότητα πρωίμισης των καρπουζιών με τα αντίστοιχα υβρίδια, ώστε να καλύπτουν τις ανάγκες της αγοράς.

Για μία σταθερή πορεία κάνει λόγο και ο Μιχάλης Γιακουμάκης, παραγωγός σπορόφυτων από την Ιεράπετρα Κρήτης. Τονίζει πως οι παραγγελίες του Απριλίου δείχνουν μία μικρή αύξηση σε σύγκριση με πέρυσι. Αναφερόμενος στο κόστος των εμβολιασμένων φυτών, που αποτελούν το 90% των παραγγελιών σε σύγκριση με τα σπορόφυτα, είπε ότι αυτό έχει αυξηθεί από 15% έως 20% από την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Τέλος, εκτιμά ότι τα εμβολιασμένα φυτά έχουν καθιερωθεί πλέον στην παραγωγή και για τον λόγο αυτόν τα προτιμούν περισσότερο οι παραγωγοί, ακόμα και στις υπαίθριες φυτεύσεις χωρίς κάλυψη.

Μειώθηκαν οι εκτάσεις τα τελευταία χρόνια στην Κυπαρισσία

Μια διαφορετική εικόνα της καλλιέργειας στην Κυπαρισσία περιγράφει ο Μάκης Κατσικαρώνης, γεωπόνος της περιοχής. Αναφέρει ότι παλαιότερα καλλιεργούνταν στην περιοχή πάνω από 5.000 στρέμματα και τώρα δείχνουν να σταθεροποιούνται περίπου στα 3.000 με 3.500 στρέμματα.

«Στον χώρο έχουν μείνει παραγωγοί με μεγαλύτερες εκτάσεις, όπου έχουν συγκεντρώσει και τη γη, με αποτέλεσμα οι μικρότερες εκμεταλλεύσεις να αποδεκατίζονται». Επίσης, εκτιμά ότι παλαιότερα η περιοχή έβγαζε το πρωιμότερο καρπούζι της Πελοποννήσου, αλλά από τη στιγμή που μπήκε στην παραγωγή η Ηλεία, με τα θερμοκήπια ψυχρού τύπου, βγαίνει νωρίτερα στην παραγωγή «με αποτέλεσμα το συγκριτικό πλεονέκτημα της πρωιμότητας να χάνεται από την περιοχή μας».

Επιπλέον, το γεγονός ότι το εμπόριο καρπουζιών προέρχεται κυρίως από την Ηλεία δημιουργεί ένα πρόσθετο πρόβλημα στους παραγωγούς της περιοχής, «διότι οι έμποροι επιλέγουν πρώτα τα καρπούζια της Ηλείας κι αν δεν καλύπτονται, παίρνουν και από τη Μεσσηνία». Κλείνοντας, αναφέρθηκε στο κόστος παραγωγής, καθώς και στην έλλειψη εργατών γης, δύο παράγοντες που επηρεάζουν σημαντικά τον προγραμματισμό των παραγωγών.