Πώς εκτιμούν τις εξελίξεις στον κλάδο της αγροδιατροφής για το 2023 πολιτικοί εκπρόσωποι και κυβερνητικά στελέχη

Η χρονιά που σε λίγες ημέρες μας αφήνει θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που όλοι οι κλάδοι περίμεναν για να ανακάμψουν, μετά την υγειονομική και οικονομική κρίση του κορωνοϊού το 2020 και το 2021, όμως μπροστά τους βρήκαν την ενεργειακή κρίση και την κρίση ακρίβειας, που δημιουργήθηκαν κυρίως από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μέσα σε αυτό το έκρυθμο σκηνικό, η «ΥΧ» κάλεσε οργανώσεις, συνδέσμους, φορείς, ιδρύματα και πολιτικούς να δώσουν το στίγμα όχι μόνο για τα πεπραγμένα τους το 2022, αλλά και για τους στόχους τους για το κρίσιμο 2023.

 

Μέρος 1ο: Πολιτικοί εκπρόσωποι και κυβερνητικά στελέχη

 

Οι μεταρρυθμίσεις θα προχωρήσουν με μόνο γνώμονα τον Έλληνα αγρότη

του Γιώργου Γεωργαντά, υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, βουλευτή Κιλκίς Νέας Δημοκρατίας

Η αυγή του 2023 μας βρίσκει μπροστά σε μεγάλα προβλήματα που δημιούργησαν εξωγενείς κρίσεις, αλλά και σε μεγάλες προκλήσεις. Για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα και τις προκλήσεις της νέας αυτής εποχής ως όπλα μας έχουμε τα συνολικά 22 δισ. ευρώ από τη νέα ΚΑΠ (19,3 δισ. ευρώ), το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Αλιείας Υδατοκαλλιέργειας και Θάλασσας (άνω των 500 εκατ. ευρώ και το Ταμείο Ανάκαμψης (άνω των 2 δισ. ευρώ).

Με τη νέα ΚΑΠ, επιδιώκουμε την ενσωμάτωση, με ισορροπημένο τρόπο, των στόχων για οικονομική, περιβαλλοντική και κοινωνική αειφορία και, μάλιστα, για πρώτη φορά μέσα από μια ενιαία προσέγγιση, η οποία προβλέπει την από κοινού συνεισφορά των δύο Πυλώνων της, τόσο του Πυλώνα Ι των άμεσων ενισχύσεων, όσο και του Πυλώνα ΙΙ των επενδύσεων. Οι προτεραιότητές μας, τις οποίες ενσωματώσαμε στο Εθνικό Στρατηγικό μας Σχέδιο, αφορούν:

● Τη στήριξη του γεωργικού εισοδήματος και ιδιαίτερα των μικρομεσαίων παραγωγών μας, μέσα από τον εξορθολογισμό και τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των διαθέσιμων εργαλείων (βασική ενίσχυση, αναδιανεμητική, συνδεδεμένες, νέοι γεωργοί, επενδύσεις) και πόρων της ΚΑΠ.

● Τη διασφάλιση της επισιτιστικής ασφάλειας και επάρκειας.

● Την αύξηση της ανταγωνιστικότητας, με μεγαλύτερη έμφαση στην έρευνα, στην τεχνολογία και στην ψηφιοποίηση.

● Την ισχυροποίηση των αγροτών στην αλυσίδα αξίας μέσω της στήριξης του συνεργατισμού.

● Την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

● Την προσέλκυση νέων αγροτών, διαμορφώνοντας περισσότερα κίνητρα πρώτης εγκατάστασης και επενδύσεων.

● Τη διευκόλυνση της επιχειρηματικής ανάπτυξης στις αγροτικές περιοχές.

Σημαντική αλλαγή της νέας ΚΑΠ συνιστά η νέα «Πράσινη Αρχιτεκτονική» της, η αυξημένη δηλαδή φιλοδοξία της για το περιβάλλον και το κλίμα σε σχέση με την τρέχουσα προγραμματική περίοδο, γεγονός που αποτυπώνεται στην εισαγωγή των οικολογικών σχημάτων στον Πυλώνα Ι.

Επίσης, αυξήσαμε χρηματοδοτικά τον επενδυτικό Πυλώνα ΙΙ της ΚΑΠ, ενισχύοντας τον μεταρρυθμιστικό προσανατολισμό της στρατηγικής μας στόχευσης.

Με αυτά τα δεδομένα, το Εθνικό Στρατηγικό μας Σχέδιο για τη νέα ΚΑΠ, συνιστά μια ολοκληρωμένη, συνεκτική και ισορροπημένη αναπτυξιακή – μεταρρυθμιστική πρόταση σε όρους οικονομικούς, περιβαλλοντικούς και κοινωνικούς. Παράλληλα, μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης επιχειρούμε:

● Tην καινοτομία και τον εκσυγχρονισμό.

● Tην αναδιάρθρωση καλλιεργειών.

● Tη γενετική βελτίωση των ζώων.

● Tην ενίσχυση των υδατοκαλλιεργειών.

● Tον ψηφιακό μετασχηματισμό.

Σημαντικό εργαλείο για την ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα αποτελεί το πρόγραμμα «Ύδωρ 2.0». Με έργα (φράγματα και δίκτυα) ύψους 1,8 δισ. ευρώ, αλλάζει ο αρδευτικός χάρτης της χώρας, αυξάνονται τα καλλιεργήσιμα στρέμματα και μειώνεται το κόστος παραγωγής.

Τέλος, και τη νέα χρονιά θα συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις. Η μετάβαση των δηλώσεων του ΟΣΔΕ στο κυβερνητικό νέφος gov.gr είναι το πρώτο μεγάλο βήμα. Συνεχίζουμε και με άλλες μεγάλες μεταρρυθμίσεις σε ό,τι αφορά τη λειτουργία εποπτευομένων οργανισμών, πάντα με στόχο το όφελος του αγρότη. Οι μεταρρυθμίσεις θα προχωρήσουν. Μας νοιάζει μόνο ο αγρότης και όχι αν θα ξεβολευτούν κάποιοι.

Για την κυβέρνησή μας, η προάσπιση των παραγωγών αποτελεί πρόταγμα στην πολιτική μας και η ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα αποτελεί επένδυση για την οικονομία μας.

Ενισχύουμε την ελληνική ύπαιθρο και συμβάλλουμε καθοριστικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δημιουργούμε σήμερα το αύριο μιας σύγχρονης Ελλάδας.

Οικοδομώντας τον πρωτογενή τομέα του 21ου αιώνα

του Γιώργου Στύλιου, υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, βουλευτή Άρτας

Η δημιουργία ενός πρωτογενούς τομέα πράσινου, βιώσιμου, ανθεκτικού, ψηφιακού, καινοτόμου και ανταγωνιστικού είναι μια απαίτηση των καιρών. Το σχέδιό μας για την ελληνική παραγωγή, σύγχρονο και ρεαλιστικό, οικοδομεί έναν τομέα ικανό να απαντήσει στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Του αιώνα της κλιματικής κρίσης και της πληθυσμιακής έκρηξης.

Αξιοποιώντας τα 19,3 δισ. ευρώ της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ, της γνωστής ΚΑΠ, αλλά και τα 1,8 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), αυτό το σχέδιο διαθέτει και τους πόρους ώστε να γίνει πράξη.

Το να επικεντρωθούμε μόνο σε αυτά τα ποσά θα ήταν λάθος. Στον αγροτικό τομέα κατευθύνθηκαν, διαχρονικά, σημαντικοί πόροι, χωρίς να αποδώσουν την αναμενόμενη προστιθέμενη αξία. Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων ήδη εφαρμόζει θεσμικές αλλαγές και εκσυγχρονίζει τις δομές του, ώστε να μην επαναληφθούν λάθη του παρελθόντος.

Επικεντρώνεται σε μεταρρυθμίσεις που αναμορφώνουν τις υπηρεσίες του ΥΠΑΑΤ και κυρίως τον τρόπο που προγραμματίζονται και εφαρμόζονται οι δράσεις του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης (ΠΑΑ).

Προωθεί τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό των υπηρεσιών του, με δράσεις όπως την κατάργηση του φυσικού φακέλου και την αντικατάστασή του με τον ηλεκτρονικό. Μια θεσμική καινοτομία, μέσω της οποίας, για πρώτη φορά, ολοκληρώθηκαν οι αιτήσεις, οι αξιολογήσεις και η έκδοση των τελικών αποτελεσμάτων εντός έξι μηνών, όπως συνέβη στο πρόγραμμα των Νέων Αγροτών του 2022.

Απότοκος του διοικητικού εκσυγχρονισμού είναι ο καλύτερος προγραμματισμός των χρηματοδοτικών δράσεων του ΥΠΑΑΤ. Η κατάρτιση ενός σχεδίου προκηρύξεων με αυστηρό χρονοδιάγραμμα. Καλλιεργώντας μέσα από την οργάνωση των προκηρύξεων σε κύκλους επαναληψιμότητας.

Το σχέδιο που υλοποιούμε, με προγράμματα ενίσχυσης της συνεργασίας ερευνητικών φορέων και παραγωγών και την προώθηση των μεθόδων της ευφυούς και ακριβούς γεωργίας έχει ως πυρήνα του την καινοτομία. Η καινοτομία και η αξιοποίηση των έργων αγροτικών υποδομών που υλοποιούμε, όπως τα φράγματα και το Rural Broadband, είναι τα βασικά οχήματα για να κάνουμε πράξη τον στόχο της μετάβασης σε μια ψηφιακή, πράσινη και ανθεκτική ελληνική αγροδιατροφή.

Βασική προϋπόθεση για την επιτυχία αυτού του σχεδίου είναι η ηλικιακή ανανέωση και η κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού του τομέα που θα τον φέρει στον 21ο αιώνα. Οι 14.000 νέοι που πριμοδοτήθηκαν από το Πρόγραμμα των Νέων Αγροτών του 2022 είναι αυτό το ανθρώπινο δυναμικό. Η επένδυσή μας ως χώρα για το μέλλον.

Το ΥΠΑΑΤ συνεχίζει με σκληρή δουλειά να ανταποκρίνεται στις νέες προκλήσεις

του Κωνσταντίνου Μπαγινέτα, γενικού γραμματέα Αγροτικής Πολιτικής & Διεθνών Σχέσεων

Η χρονιά που φεύγει σηματοδότησε μια περίοδο σημαντικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγών για τον πρωτογενή τομέα, η οποία επισφραγίστηκε κυρίως με την έγκριση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική της περιόδου 2023-2027.

Η συμφωνία αυτή με την Ευρώπη συνιστά μια σημαντική επιτυχία για τη χώρα μας, επαληθεύοντας τη μεγάλη προσπάθεια που καταβλήθηκε τόσο από τη Γραμματεία μας, όσο και από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος με προσωπική του παρέμβαση διασφάλισε τους πόρους 19,3 δισ. ευρώ για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2021-2027, καθορίζοντας ταυτόχρονα και το χρηματοδοτικό πλαίσιο για τη νέα προγραμματική περίοδο 2023-2027. Η εφαρμογή αυτού του σχεδίου θα ξεκινήσει από την 1η Ιανουαρίου του 2023 από τις αρμόδιες πλέον Ειδικές Υπηρεσίες Εφαρμογής.

Τη νέα χρονιά, έχοντας ως παρακαταθήκη την εμπειρία όλων των παραπάνω, αναδιατάσσουμε δυνάμεις για να ανταποκριθούμε αποτελεσματικά στις νέες πλέον προκλήσεις, που έχουμε αναλάβει στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, «Ελλάδα 2.0», με επίκεντρο τον πρωτογενή τομέα.

Το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων εξασφάλισε περισσότερα από 500 εκατομμύρια ευρώ για ιδιωτικές επενδύσεις στη γεωργία, στην κτηνοτροφία και στην υδατοκαλλιέργεια, έχοντας ως προτεραιότητα τη στήριξη των συλλογικών αγροτικών σχημάτων, τον φιλοπεριβαλλοντικό προσανατολισμό και τον ψηφιακό μετασχηματισμό του αγροτικού τομέα.

Επιγραμματικά, αναφέρω ότι έχει ξεκινήσει η αξιολόγηση των 408 επενδυτικών σχεδίων, δημόσιας δαπάνης 402.646.799 εκατ. ευρώ, που υποβλήθηκαν σε τρεις δράσεις μέχρι τώρα, α) καινοτομία και πράσινη μετάβαση στη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων, β) εκσυγχρονισμός του πρωτογενούς τομέα και γ) πράσινος αγροτουρισμός, η υλοποίηση των οποίων θα οδηγήσει σε κινητοποίηση πόρων, ύψους 813.819.348 εκατ. ευρώ.

Επίσης, πρέπει να σημειωθεί ότι από τα 408 επενδυτικά σχέδια, τα 386 (δηλαδή, ποσοστό 95% του συνόλου) έχουν υποβληθεί από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Είμαστε αισιόδοξοι για το μέλλον και συνεχίζουμε με σκληρή δουλειά, ορθό προγραμματισμό και συνέπεια.

ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ

Κύριος στόχος μας η αξιοπρεπής διαβίωση των αγροτών

της Ολυμπίας Τελιγιορίδου, υπεύθυνης Αγροτικής Πολιτικής του πολιτικού γραφείου ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, βουλευτή Καστοριάς

Το 2022, τα προβλήματα του αγροτικού κόσμου επιδεινώθηκαν από την πολλαπλή κρίση της συνέχισης της πανδημίας, της κλιματικής αλλαγής, των γεωπολιτικών εξελίξεων και της ακρίβειας. Από την αρχή της πανδημίας αναδείχθηκε η σημασία της επισιτιστικής ασφάλειας και επάρκειας των τροφών, ζήτημα που επιδεινώθηκε τους τελευταίους μήνες με τον πόλεμο, καθώς σε διεθνές επίπεδο σοβεί ο κίνδυνος για μια δυνητικά επισιτιστική κρίση. Επιπρόσθετα, η κλιματική αλλαγή με τις μεγάλες ζημιές οδηγεί στη μείωση και στην υποβάθμιση της παραγωγής, ενώ η ανεξέλεγκτη αύξηση του κόστους παραγωγής δημιουργεί προβλήματα βιωσιμότητας και ανταγωνιστικότητας των αγροτικών εκμεταλλεύσεων της χώρας.

Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση, η κυβέρνηση, των τριών υπουργών και των τεσσάρων προέδρων του ΟΠΕΚΕΠΕ των απευθείας αναθέσεων, αντί να στηρίξει και να προστατεύσει τους παραγωγούς, γίνεται η ίδια πολλαπλασιαστής των συνεπειών της κρίσης με τις πολιτικές επιλογές της, που πολύ πριν από τον πόλεμο αποτελούσαν οικονομική θηλιά στον λαιμό των ανθρώπων της υπαίθρου.

Η απογοήτευση των αγροτών είναι τεράστια. Οι επιδοτήσεις δεν δίνονται ούτε στην ώρα τους, ούτε στα κανονικά ποσά. Οι αποζημιώσεις για τις ζημιές του 2021 και του 2022 είναι στις καλένδες. Η αναγκαία αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ αγνοείται. Η δήθεν ενίσχυση για την αύξηση των ζωοτροφών δεν αρκεί ούτε για σίτιση μιας εβδομάδας στις κτηνοτροφικές μονάδες. Η επιδότηση στα λιπάσματα φτάνει μόλις το 11% της δαπάνης αγοράς. Η επιστροφή του ΕΦΚ στο αγροτικό πετρέλαιο είναι ελάχιστη. Η κατ’ ευφημισμόν μείωση του ενεργειακού κόστους αποτελεί κοροϊδία. Οι αλιείς και οι μελισσοκόμοι είναι αόρατοι.

Το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο για τη νέα ΚΑΠ έχει γίνει χωρίς καμία διαβούλευση, χωρίς καμία διοικητική προετοιμασία υποστήριξης και χωρίς καμία ενημέρωση των αγροτών για το πρασίνισμα που καταργείται, τις συνδεδεμένες ενισχύσεις που μειώνονται, τη νέα αναδιανεμητική, την εφαρμογή των οικοσχημάτων, το σύστημα AKIS, την αρχή της επικουρικότητας.

Απέναντι σε αυτή την πολιτική της επικοινωνιακής αοριστολογίας, της προχειρότητας και της ανικανότητας, καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις. Για το κόστος παραγωγής, ο Αλέξης Τσίπρας από τη ΔΕΘ δεσμεύτηκε για μια δέσμη μέτρων που περιλαμβάνει κατάργηση της ρήτρας αναπροσαρμογής, αφορολόγητο αγροτικό πετρέλαιο, μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα στο 6% για προσιτές τιμές στον καταναλωτή, χτύπημα της αισχροκέρδειας κ.λπ.

Δεσμευόμαστε για έναν ολοκληρωμένο μακροπρόθεσμο σχεδιασμό που θα στοχεύει στην εξειδίκευση μέτρων για πολιτικές γης, δημογραφικής ανανέωσης, ορεινών-νησιωτικών περιοχών, ενσωμάτωσης γνώσης, συλλογικών σχημάτων, ευφυούς γεωργίας και παραγωγής ποιοτικών και ασφαλών προϊόντων με πρωταρχικό στόχο την αξιοπρεπή διαβίωση των παραγωγών, την προστασία των καταναλωτών και την αειφόρο και δίκαιη ανάπτυξη.

Ο πρωτογενής τομέας βασικός παράγοντας ανάπτυξης και ευημερίας της Ελλάδας

του Σταύρου Αραχωβίτη, συντονιστή ΕΠΕΚΕ Αγροτικής Ανάπτυξης, βουλευτή Λακωνίας, ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ

Η χρονιά που φεύγει χαρακτηρίστηκε από τρία καίρια για το μέλλον της πρωτογενούς παραγωγής ζητήματα. Το πρώτο ήταν η δραματική αύξηση του κόστους παραγωγής, τόσο στη φυτική όσο και στη ζωική παραγωγή, την αλιεία, τη μελισσοκομία και τη μεταποίηση. Το δεύτερο ζήτημα ήταν η δραματική έλλειψη εργατών γης. Το τρίτο ήταν η οριστικοποίηση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου (ΕΣΣ) στο πλαίσιο της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ) που ξεκινά σε λίγες ημέρες.

Και στα τρία αυτά ζητήματα, η αποτυχία της κυβέρνησης, που ολοκληρώνει τη θητεία της τους πρώτους μήνες του 2023, ήταν παταγώδης. Επιχειρεί να φορτώσει τις ευθύνες της στον πόλεμο στην Ουκρανία, αποκρύπτοντας ότι έχουμε το ακριβότερο πετρέλαιο και ηλεκτρικό ρεύμα σε ολόκληρη την Ευρώπη. Προκειμένου να αποποιηθεί των δικών της ευθυνών, αγνοεί ότι η ψαλίδα από το χωράφι στο ράφι ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις το 700%! Επιπλέον, στον προϋπολογισμό του 2023, προβλέπεται περαιτέρω μείωση στις δαπάνες του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Η έλλειψη εργατικών χεριών οφείλεται στη διακυβέρνηση της ΝΔ. Στις 11 Ιουλίου 2019 κατάργησαν την απόδοση ΑΜΚΑ στους μετανάστες, ενώ το καλοκαίρι του 2021 κατάργησαν τη νομοθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ για την απασχόληση των παράτυπα διαμενόντων πολιτών.

Η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ συνεπάγεται ότι από το 2023 οι σημαντικότεροι κλάδοι της αγροτικής παραγωγής (κτηνοτρόφοι, ελαιοπαραγωγοί και παραδοσιακές καλλιέργειες) θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον κίνδυνο απώλειας μεγάλου ποσοστού ενισχύσεων, χωρίς σχεδιασμό μηχανισμών εξισορρόπησης. Ο χαμηλός βαθμός προετοιμασίας των υπηρεσιών, αλλά και η ανύπαρκτη ενημέρωση των αγροτών καθιστούν εφιαλτική τη διαχείριση της νέας προγραμματικής περιόδου.

Στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, οι γεωργοί, οι κτηνοτρόφοι, οι μελισσοκόμοι, οι αλιείς και η μεταποίηση έχουν τον πρώτο ρόλο, γιατί θεωρούμε ότι η παραγωγή τροφής αποτελεί τον βασικό παράγοντα ανάπτυξης, ευημερίας και ασφάλειας μιας χώρας. Με την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ, προχωράμε στην άμεση στήριξη των παραγωγών με στοχευόμενα μέτρα ενίσχυσης των μικρών και μεσαίων εκμεταλλεύσεων.

Ταυτόχρονα, προχωράμε σε ανάπτυξη εθνικών στρατηγικών για την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας και, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων που παρέχει η ΕΕ, προχωράμε στις κρίσιμες εκείνες αλλαγές στο Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο, προς όφελος της εγχώριας παραγωγής και των ανθρώπων της.

ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ

Στόχος του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ένα σύγχρονο αναπτυξιακό μοντέλο αγροδιατροφής

του Θανάση Πετρόπουλου, γραμματέα Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων

Την τελευταία δεκαετία, η ελληνική γεωργία, διερχόμενη μέσα από πολλαπλές κρίσεις, οικονομική, υγειονομική και κλιματική, ανέπτυξε μεγάλη προσαρμοστικότητα, είχε όμως και σημαντικές απώλειες.

Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, που αφορούν την τελευταία απογραφή, μειώθηκαν ανησυχητικά οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις και ο αριθμός των απασχολούμενων στην πρωτογενή παραγωγή. Επίσης, καταγράφεται σημαντική μείωση του όγκου παραγωγής και του γεωργικού εισοδήματος. Δυστυχώς, καταρρίπτεται ο αστικός μύθος που θέλει τους αγρότες μας να μην επηρεάζονται από τις κρίσεις.

Το 2022 ήταν σίγουρα μια απρόβλεπτη χρονιά, λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, αλλά και δύσκολη για τους αγρότες μας, λόγω της αύξησης του κόστους παραγωγής και του κόστους διαβίωσης των ελληνικών νοικοκυριών. Η κυβέρνηση προσπάθησε με ευκαιριακά επιδοματικά μέτρα να αντιμετωπίσει τις αυξήσεις στην ενέργεια, στα λιπάσματα και στις ζωοτροφές. Η παταγώδης αποτυχία της καταγράφεται με την αποσπασματική και με μεγάλη καθυστέρηση καταβολή των ενισχύσεων της ΚΑΠ που, στο τέλος του έτους, κάνουν ακόμα πιο δύσκολη τη ζωή των κατοίκων της υπαίθρου.

Το 2023 ξεκινά με μεγάλες δυσκολίες. Δεν υπάρχει εύκολος δρόμος, γιατί δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις.

Για την Ευρώπη, υπάρχουν δυο σημαντικές προκλήσεις: Η διατροφική επάρκεια και η κλιματική απειλή. Οι πολιτικές που θα εφαρμόσει οφείλουν να υπηρετούν την ιδέα της Ευρώπης: Να εκφράζουν την αλληλεγγύη της για δίκαιη κατανομή της τροφής σε όλο τον πλανήτη, να προστατεύουν το περιβάλλον, τη βιοποικιλότητα και τη γεωποικιλότητα.

Η Ατζέντα 2030, η Πράσινη Συμφωνία, η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ), το Ταμείο Ανάκαμψης, θέτουν το πλαίσιο εντός του οποίου καλείται να αναπτύξει τις δραστηριότητές του κάθε οικονομικός τομέας σήμερα και στο μέλλον.

Όλο αυτό το πλέγμα των κοινοτικών πολιτικών είναι τα εργαλεία, που θα πρέπει να τα ενσωματώσουμε και να τα αξιοποιήσουμε στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή της δικής μας Εθνικής Στρατηγικής για τον Πρωτογενή Τομέα.

Για την Ελλάδα, το 2023 είναι ουσιαστικά η πρώτη χρονιά εφαρμογής της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, που έχει προσανατολισμό το περιβάλλον και την καινοτομία.

Οι περιορισμοί και οι πολλές προϋποθέσεις που θέτει στην κατανομή των επιδοτήσεων δημιουργούν μεγάλα εμπόδια για την είσπραξη των ενισχύσεων. Είναι μια δύσκολη εξίσωση που καλούνται να λύσουν οι αγρότες μας. Είναι απαράδεκτο και αδικαιολόγητο οι ψηφιακές πλατφόρμες να δημιουργούν εμπόδια.

Στόχος της χώρας μας θα πρέπει να είναι η απλοποίηση των διαδικασιών, ο περιορισμός της ψηφιακής γραφειοκρατίας και η δημιουργία ενός νέου μοντέλου συνεργατικότητας και καινοτομίας.

ΚΚΕ

Οι βιοπαλαιστές αγρότες δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από τους τωρινούς και μελλοντικούς σωτήρες της διακυβέρνησης

του Ορέστη Διαμαντόπουλου, μέλους Τμήματος Αγροτικής Πολιτικής της ΚΕ

Τη χρονιά που πέρασε έγινε ιδιαίτερα φανερό ότι ο αγρότης παράγει με κόστος τεράστιο. Η ενεργειακή ακρίβεια, που προϋπήρχε της έναρξης του ιμπεριαλιστικού πολέμου στην Ουκρανία, θα μπορούσε να έχει επιλυθεί.

Βασικό όμως εμπόδιο είναι ο καπιταλιστικός δρόμος ανάπτυξης, όπου κυριαρχεί ο ανταγωνισμός για το κέρδος. Για αυτό και εκτοξεύονται οι τιμές σε καύσιμα, σε λιπάσματα και στην κατανάλωση.

Η μείωση του κόστους παραγωγής, οι κατώτερες εγγυημένες τιμές, οι προσιτές τιμές καταναλωτή, το αφορολόγητο πετρέλαιο, τα φτηνά αγροεφόδια, η κατάργηση του χρηματιστηρίου ενέργειας, του εμπορίου ρύπων, τα πρόστιμα, η αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ για αγροτικές αποζημιώσεις στο 100% για φυσικές καταστροφές, γενικότερα τα αιτήματα του αγροτικού κινήματος θα πρέπει, και τη χρονιά που έρχεται, να διεκδικηθούν με ένταση της πάλης του.

Η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα κόμματα που διαγκωνίζονται για την κυβερνητική καρέκλα «διαφημίζουν» τις επιδοτήσεις και όσα κονδύλια δίνονται κατά περίπτωση, τα οποία βέβαια απέσπασαν οι αγρότες και με τις πανελλαδικά συντονισμένες κινητοποιήσεις τους. Κονδύλια, όμως, που δεν καλύπτουν με τίποτα τις μεγάλες απώλειες του αγροτικού εισοδήματος, τη στιγμή που βιομήχανοι, εφοπλιστές, τραπεζίτες κ.ά. μπουκώνονται από τις κυβερνήσεις με δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι βιοπαλαιστές αγρότες δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από τους τωρινούς και τους μελλοντικούς κυβερνητικούς «σωτήρες», που έχουν για πυξίδα τους τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων, τις κατευθύνσεις της ΚΑΠ της ΕΕ, την «πράσινη» καπιταλιστική ανάπτυξη της γεωργοκτηνοτροφίας.

Τώρα είναι η ώρα να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Να εμπιστευτούν τη δύναμή τους, τους αγροτικούς συλλόγους.

Με τους αγώνες και σε αγωνιστική συμπόρευση με το ΚΚΕ μπορούν να βάλουν εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική, να πάρουν ανάσες επιβίωσης. Να δυναμώσουν το ΚΚΕ παντού και στις εκλογές. Έτσι θα έχει μεγαλύτερα αποτελέσματα και προοπτική ο αγώνας, ώστε να ανοίξει ο ελπιδοφόρος δρόμος για μια διαφορετική ανάπτυξη της παραγωγής που θα καλύπτει τις διατροφικές ανάγκες του λαού και όχι την καπιταλιστική κερδοφορία.

ΜΕΡΑ 25

Το κόστος απειλεί το μέλλον της πρωτογενούς παραγωγής και την αυτάρκεια

του Θωμά Μόσχου, συντονιστή Τομέα Αγροτικής Ανάπτυξης

Το 2022 σηματοδότησε το δυσοίωνο μέλλον της πρωτογενούς παραγωγής για τα επόμενα χρόνια καθώς, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά στατιστικά, 900 αγροτικές/κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις κλείνουν κάθε μέρα στην ΕΕ. Στην Ελλάδα, συγκεκριμένα, δεν υπάρχουν ακόμα επίσημα διαθέσιμα στατιστικά, παρά μόνο προβλέψεις από τους τοπικούς φορείς, σύμφωνα με τις οποίες ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων που θα κλείσουν είναι πάνω από 30% και η παραγωγή την επόμενη χρονιά σε δημητριακά, γάλα και κρέας αναμένεται να μειωθεί πάνω από 20%, λόγω κόστους παραγωγής.

Η κατεύθυνση της ΕΕ είναι να υπάρξουν είτε μεγάλα σχήματα που θα αποτελούνται από γεωργούς – κτηνοτρόφους (ομάδες παραγωγών/συνεταιρισμοί), είτε από επιχειρήσεις, καθώς οτιδήποτε άλλο μικρής κλίμακας θα θεωρείται μη βιώσιμο. Δυστυχώς, δεν είναι σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες ίδιες οι συνθήκες πρωτογενούς παραγωγής, ενώ σύμφωνα με την ΕΕ κάθε χώρα έχει το δικαίωμα να επιλέξει και σε τοπικό επίπεδο την αγροτική της πολιτική, κάτι που από ό,τι φαίνεται στην Ελλάδα δεν φαίνεται να λαμβάνουν στα σοβαρά στο ΥΠΑΑΤ.

Η πανδημία και η οικονομική κρίση, που δημιουργήθηκε με δικαιολογία τον πόλεμο στην Ουκρανία, η λανθασμένη κυβερνητική αγροτική πολιτική, οι αργοπορημένες πληρωμές σε αποζημιώσεις και επιδοτήσεις, καθώς και η τρομακτική αύξηση του κόστους παραγωγής, που ξεπέρασε σε αύξηση μερικές φορές ακόμα και το 400%, όπως στα λιπάσματα, ήρθε να αποτελειώσει τον αγροτικό κλάδο της χώρας μας. Αυτό σηματοδοτεί και την ανάγκη αλλαγής κεντρικής πολιτικής, η οποία θα πρέπει να έχει ως στόχο την αύξηση της αυτάρκειας της χώρας μας σε όσο το δυνατόν περισσότερα προϊόντα, με στόχο πρώτα την επισιτιστική ασφάλεια και στη συνέχεια τα οικονομικά οφέλη από εξαγωγές.

Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζεται να υιοθετηθούν μέτρα, όπως αυτά που προτείνει το ΜέΡΑ25 για τη βιώσιμη αποδοτική και φιλική προς το περιβάλλον γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή, ενισχύοντας τις νέες μεθόδους παραγωγής με συστηματική εκπαίδευση και εξειδίκευση των παραγωγών, με ειδικά μέτρα ενίσχυσης γεωργίας και κτηνοτροφίας ακριβείας, με ενίσχυση πράσινης κυκλικής οικονομίας εκμεταλλευόμενοι τα απόβλητα και ταυτόχρονη μείωση του αποτυπώματος του άνθρακα στην πρωτογενή παραγωγή.

Με έργα υποδομής στην ύπαιθρο, όπως σχολεία, ιατρεία, νοσοκομεία και εγγειοβελτιωτικά έργα για την πρωτογενή παραγωγή, όπως φράγματα, υδροηλεκτρικά εργοστάσια, αναδασμούς και αρδευτικά για αύξηση της παραγωγής.

Με εκσυγχρονισμό του ΕΛΓΑ, αλλά και τροποποίηση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας μας, ώστε και οι αγρότες μας να έχουν την ίδια κάλυψη με οποιονδήποτε άλλον ασφαλισμένο σε περίπτωση ατυχήματος, καθώς επίσης και αυξημένη σύνταξη μετά την έξοδό τους από το επάγγελμα.