Ρύζι: Ρεκόρ αύξησης των καλλιεργούμενων εκτάσεων για τη νέα περίοδο

Με δεδομένη την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων ρυζιού, σε λίγες ημέρες ξεκινά η σπορά. Οι χαμηλές τιμές στο βαμβάκι και το καλαμπόκι δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στους παραγωγούς ανοιξιάτικων αροτραίων καλλιεργειών, στρέφοντας έτσι το ενδιαφέρον τους προς το ρύζι. Φυσικά, μια τέτοια εξέλιξη δημιουργεί προβλήματα όχι μόνο στην παραγωγή, αλλά και στην αγορά γενικότερα. Ο όγκος παραγωγής συγκεντρώνεται κυρίως στην Κεντρική Μακεδονία, όπου η διαχείριση του νερού θα παίξει σημαντικό ρόλο κατά την τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο.
Συγκρατημένα αισιόδοξος ενόψει της νέας χρονιάς εμφανίζεται ο Χρήστος Τσιχήτας, πρόεδρος της ΕΑΣΘ – Αγροτικής Εταιρικής Σύμπραξης Θεσσαλονίκης, ο οποίος κάνει λόγο για αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων κατά περισσότερα από 40.000 στρέμματα. Τον ίδιο δεν τον απασχολεί τόσο η εγχώρια παραγωγή, όσο η διεθνής, από την οποία θα εξαρτηθούν και οι αγορές.
Προβληματίζεται, ωστόσο, για το ζήτημα της άρδευσης των καλλιεργειών, καθώς, όπως αναφέρει, υπάρχουν σημαντικά ζητήματα στις αρδευτικές υποδομές, που επηρεάζουν σοβαρά τον προγραμματισμό των παραγωγών. «Σε πολλές περιοχές, η χρονιά δεν ήταν η καλύτερη δυνατή, όσον αφορά τις βροχοπτώσεις και τις χιονοπτώσεις. Θα πρέπει να γίνει καλύτερη διαχείριση του διαθέσιμου νερού. Το γεγονός ότι αναμένεται αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων σε ένα προϊόν που απαιτεί μεγάλες ποσότητες νερού καθιστά αναγκαία μια ακόμη πιο σχολαστική προσέγγιση», υπογραμμίζει.
Σημαντικά αυξημένο το κόστος παραγωγής
Για ρεκόρ αύξησης των καλλιεργούμενων εκτάσεων στη χώρα κάνει λόγο ο Χρήστος Γκατζάρας, πρόεδρος του Α’ Συνεταιρισμού Χαλάστρας. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι, λόγω των προβλημάτων, που αντιμετωπίζουν οι παραγωγοί στο βαμβάκι και το καλαμπόκι, πολλοί στρέφονται στο ρύζι για τη νέα καλλιεργητική περίοδο, της οποίας η σπορά ξεκινά σε λίγες ημέρες.
«Η μέχρι τώρα εικόνα δείχνει ότι το ρύζι, ως προϊόν, παρουσιάζει ενδιαφέρον στις αγορές. Εκείνο, όμως, που πρέπει να προσεχθεί ιδιαίτερα είναι το κόστος παραγωγής, το οποίο τα τελευταία χρόνια αυξάνεται κάθε νέα καλλιεργητική περίοδο. Το νερό άρδευσης, από τα 20 ευρώ που πληρωνόταν ανά στρέμμα, έχει φτάσει πλέον τα 28 ευρώ. Ζιζανιοκτόνο, το οποίο πριν από τέσσερα χρόνια κόστιζε 90 ευρώ το λίτρο, τώρα φτάνει τα 220 ευρώ, όταν στη Βουλγαρία κοστίζει μόλις 120 ευρώ», περιγράφει.
Εμφανώς προβληματισμένος για το θέμα της φυτοπροστασίας, ο κ. Γκατζάρας απευθύνει έκκληση στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης να εξετάσει το ζήτημα στη σωστή του διάσταση. «Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στην αντιμετώπιση των ζιζανίων και το κόστος διαχείρισης αυξάνεται υπέρμετρα λόγω των περιορισμένων δραστικών ουσιών. Ζητάμε άδεια παρέκκλισης δραστικών ουσιών, ώστε να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα αυτό», επισημαίνει.
Επιπλέον, τονίζει ότι οι Έλληνες παραγωγοί, αν και παράγουν με ήπιες και φιλικές προς το περιβάλλον μεθόδους, και μάλιστα με υψηλότερο κόστος, καλούνται να ανταγωνιστούν προϊόντα από τρίτες χώρες, τα οποία εισάγονται χωρίς ουσιαστικό έλεγχο στον τρόπο παραγωγής τους. «Με λίγα λόγια, έχουμε άλλα μέτρα και σταθμά», σχολιάζει.
Τα οργανωμένα σχήματα μπορούν να σταθούν καλύτερα στις αγορές
Αναφερόμενος στο ζήτημα των αγορών, ο κ. Γκατζάρας κάνει λόγο για αναγκαιότητα ενίσχυσης των συλλογικών σχημάτων, ώστε οι παραγωγοί να μπορούν να ανταποκριθούν καλύτερα στις διεθνείς εξελίξεις. «Το γεγονός ότι το προϊόν που παράγουμε στη χώρα μας διακινείται σε πολλές άλλες χώρες σημαίνει ότι πρέπει να του δοθεί ιδιαίτερη μεταχείριση, ώστε οι παραγωγοί να είναι περισσότερο αποτελεσματικοί. Οι μεμονωμένοι παραγωγοί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις της αγοράς και αναγκάζονται συχνά να πωλούν σε χαμηλότερες τιμές», καταλήγει.