ΣΕΑΟΠ: Βαρύς… ο φόρος στα αλκοολούχα ποτά

Σταθερά ανοδική είναι η αξία των εξαγωγών των ελληνικών αλκοολούχων ποτών από το 2020 και μετά. Ωστόσο, η αύξηση οφείλεται κυρίως στην άνοδο των τιμών και όχι στις ποσότητες που εξάγονται. «Οι εξαγωγές των ελληνικών αλκοολούχων ποτών ανταγωνίζονται τους ελληνικούς οίνους χωρίς, μάλιστα, να συμμετέχουν σε επιδοτούμενα προγράμματα», σημείωσε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Παραγωγών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών (ΣΕΑΟΠ), Χάρης Μαυράκης, μιλώντας στην 30ή επετειακή Γενική Συνέλευση στις 23 Ιουνίου.
Ο κ. Μαυράκης αναφέρθηκε, επίσης, στο ύψος του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στην Ελλάδα, που είναι ο 6ος υψηλότερος σε απόλυτες τιμές στην ΕΕ και ο πιο υψηλός με βάση το μέσο εισόδημα των κατοίκων της χώρας. «Το ύψος του φόρου στην Ελλάδα είναι αυτό που δημιουργεί τις μεγάλες στρεβλώσεις στην αγορά», τόνισε.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΣΕΑΟΠ, η αξία των εξαγωγών το 2024 έφτασε τα 114,55 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 84,9 εκατ. αφορούν το εμπόριο εντός της ΕΕ. Το 65% της ελληνικής παραγωγής εξάγεται και τα έσοδα από τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης είναι 114,4 εκατ. ευρώ.
Κλάδος κατά κύριο λόγο εξαγωγικός, η ελληνική ποτοποιία πέρασε κάποιες διακυμάνσεις την τελευταία 17ετία, ωστόσο από το 2008, που συλλέγονται στοιχεία, έως το 2024 η αξία των ελληνικών εξαγωγών αλκοολούχων ποτών έχει αυξηθεί κατά 81%, όπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων της Eurostat.
Συνολικά, στην Ελλάδα λειτουργούν 246 επιχειρήσεις ποτοποιίας, το 12% στη Δυτική Ελλάδα και το 11% στο Βόρειο Αιγαίο. Στην Κρήτη, λειτουργούν 26 ποτοποιίες, στην Κεντρική Μακεδονία και την Αττική 25, στη Θεσσαλία 24 και στην Πελοπόννησο 23. Ακολουθούν η Αν. Μακεδονία και Θράκη με 18, η Στερεά Ελλάδα με 17, το Νότιο Αιγαίο με 14, η Ήπειρος – Δ. Μακεδονία με 11 και τα Ιόνια νησιά με 6. Οι μεγαλύτερες παραγωγές, ωστόσο, γίνονται στη Δ. Ελλάδα, στη Θεσσαλία, στο Βόρειο Αιγαίο, στην Ανατ. Μακεδονία – Θράκη και στην Αττική.
Επίσης, υπάρχουν στην Ελλάδα περίπου 80 αποσταγματοποιεία. Το 72% της ελληνικής παραγωγής αλκοολούχων ποτών στη χώρα μας είναι προϊόντα με Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη.
Η συνολική επίδραση της εφοδιαστικής αλυσίδας αλκοολούχων ποτών στην ελληνική οικονομία είναι σημαντική: 34.000 επιχειρήσεις συμμετέχουν στην εφοδιαστική αλυσίδα, με αποκλειστικό αντικείμενο την εμπορία αλκοολούχων ποτών. Στις επιχειρήσεις αυτές απασχολούνται 72.700 εργαζόμενοι και η συνεισφορά του κλάδου στο ΑΕΠ φτάνει τα 2,1 δισ. ευρώ.
Ο ΣΕΑΟΠ, το θεσμικό όργανο για την εκπροσώπηση των ποτοποιών και των αποσταγματοποιών στην Ελλάδα, συμπλήρωσε φέτος 30 χρόνια λειτουργίας και σε αυτόν ανήκουν 43 επιχειρήσεις που αντιπροσωπεύουν το 50% του όγκου της συνολικής ελληνικής παραγωγής, το 72% του ούζου και το 61% του τσίπουρου/τσικουδιάς.
Προγράμματα προώθησης και εξαγωγών
«Το brand Ελλάδα έχει μεγάλη δυνατότητα να αναπτύξει δυναμική», ανέφερε ο Γιάννης Ρέτσας, γενικός διευθυντής Στρατηγικής Ανάπτυξης Εξωτερικού Εμπορίου της Enterprise Greece, μιλώντας στη Γενική Συνέλευση του ΣΕΑΟΠ.
Σημείωσε, μάλιστα, ότι οι εξαγωγές των ελληνικών αποσταγμάτων σημειώνουν αύξηση 6%-8% κάθε χρόνο. Ο ίδιος συμπλήρωσε ότι το υπουργείο Εξωτερικών, στο πλαίσιο του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Δράσης για την εξωστρέφεια, μπορεί να δώσει τη δυνατότητα είτε σε κάποια ομάδα παραγωγών του κλάδου είτε και σε ολόκληρο τον ΣΕΑΟΠ να συμμετέχει σε εκθέσεις τροφίμων και ποτών είτε και σε εξειδικευμένες εκθέσεις, που γίνονται στο εξωτερικό.
Η Κατερίνα Κουσουρή, από τη Γενική Διεύθυνση Τουριστικής Πολιτικής του υπουργείου Τουρισμού, τόνισε ότι έχει ανατεθεί στη Διεύθυνση Στρατηγικού Σχεδιασμού του υπουργείου η υλοποίηση έργου «Αγροτοτουρισμός και Γαστρονομία», με προϋπολογισμό 10 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Στο πλαίσιο του έργου, θα πραγματοποιηθεί η χαρτογράφηση όλων των προϊόντων και υπηρεσιών, που προσφέρονται στη χώρα και η δημιουργία ενός δικτύου που θα περιλαμβάνει:
- Πολυλειτουργικά αγροκτήματα.
- Επισκέψιμες μονάδες μεταποίησης.
- Επιχειρήσεις οικοτεχνίας.
- Εστιατόρια και επιχειρήσεις εστίασης.
- Ξενοδοχεία που προσφέρουν ελληνικό πρωινό.
- Επιχειρήσεις εστίασης και καταστήματα τροφίμων με τοπικά σήματα ποιότητας.
- Εστιατόρια υψηλής γαστρονομίας.
- Επιχειρήσεις βιωματικών αγροτουριστικών δραστηριοτήτων.
Στη συνέχεια, θα πραγματοποιηθούν ενέργειες branding και προώθησης τόσο για την ενημέρωση και την κινητοποίηση των ενδιαφερομένων για συμμετοχή στο δίκτυο όσο και για τη διεθνή προβολή του δικτύου.