Σεσίλια Μάλμστρομ: «Τα κράτη-μέλη της ΕΕ καθυστερούν την επικύρωση της CETA»

Τα σχόλια της επιτρόπου Εμπορίου φωτογραφίζουν εμμέσως την άκαμπτη στάση της Ιταλίας

Ο Ιταλός αναπληρωτής πρωθυπουργός, Λουίτζι Ντι Μάιο
Ο Ιταλός αναπληρωτής πρωθυπουργός, Λουίτζι Ντι Μάιο
Δεν πάει πολύς καιρός από τότε που ο αναπληρωτής πρωθυπουργός της ιταλικής κυβέρνησης, Λουίτζι Ντι Μάιο, διεμήνυε ότι το ιταλικό Κοινοβούλιο δεν επρόκειτο να επικυρώσει την Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία ΕΕ-Καναδά (CETA). Αυτή η αρνητική στάση φαίνεται ότι βρίσκει αρκετούς μιμητές στο ευρωπαϊκό στερέωμα, λαμβάνοντας υπόψη πρόσφατα σχόλια της επιτρόπου Εμπορίου της ΕΕ, Σεσίλια Μάλμστρομ.

«Η πλήρης εφαρμογή της CETA καθυστερεί επειδή οι εθνικές κυβερνήσεις αργούν να δώσουν την τελική τους έγκριση στη συμφωνία», δήλωνε από το Μόντρεαλ πριν από μερικές ημέρες η κα Μάλμστρομ. Αυτήν τη στιγμή, μόλις 11 εκ των 28 χωρών μελών της ΕΕ έχουν επικυρώσει τη CETA. Πρόκειται για τις Δανία, Λετονία, Εσθονία, Λιθουανία, Μάλτα, Ισπανία, Πορτογαλία, Κροατία, Τσεχία, Αυστρία και Φινλανδία.

Η επίτροπος Εμπορίου απέδωσε την κωλυσιεργία σε «παρατεταμένες εσωτερικές διεργασίες» που βρίσκονται σε εξέλιξη ορισμένα κράτη-μέλη, φωτογραφίζοντας και την αρνητική στάση της Ιταλίας. Πρόσθεσε, επίσης, ότι βρίσκεται σε διάλογο με την ιταλική κυβέρνηση, ώστε να αξιολογήσει εάν οι αντιρρήσεις της απορρέουν από κάποιο «πραγματικό πρόβλημα» που δημιουργεί η συμφωνία.

Να τονιστεί ότι η συμφωνία CETA μεταξύ ΕΕ και Καναδά βρίσκεται σε προσωρινή ισχύ από τις 21 Σεπτεμβρίου του προηγούμενου έτους, ενεργοποιώντας περίπου το 90% των όσων προβλέπει. Ωστόσο, έως ότου όλες οι κυβερνήσεις των κρατών-μελών της ΕΕ δώσουν το πράσινο φως, ορισμένα βασικά στοιχεία της συμφωνίας παραμένουν εκτός εφαρμογής. Ο λόγος για τις διατάξεις προστασίας των επενδυτών, οι οποίοι προβλέπουν τη δημιουργία ενός νέου δικαστικού μηχανισμού για την επίλυση των διαφορών μεταξύ επενδυτών και κυβερνήσεων.

Θετική η επίδραση της προσωρινής ισχύος της συμφωνίας στις ευρωπαϊκές εξαγωγές

Στο πλαίσιο της προσωρινής εφαρμογής της συμφωνίας έχει εξαλειφθεί το 98% των δασμών στο διμερές εμπόριο αγαθών μεταξύ ΕΕ και Καναδά. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αυτό έχει επιτρέψει στις εξαγωγές της ΕΕ προς τον Καναδά να αυξηθούν κατά 7% μεταξύ Οκτωβρίου 2017 και Ιουνίου 2018. Όσον αφορά τα αγροτικά προϊόντα, περισσότερα οφέλη έχουν αποκομίσει οι καρποί και τα φρούτα (+29%), η σοκολάτα (+34%), ο αφρώδης οίνος (+11%) και το ουίσκι (+5%). Στον αντίποδα, τα οφέλη για τον Καναδά είναι απειροελάχιστα, καθώς οι εξαγωγές προς την ΕΕ έχουν αυξηθεί μόλις κατά 1%.

Παρά τη θετική εικόνα που παρουσιάζεται από την Κομισιόν, η συμφωνία έχει γίνει αποδέκτρια δριμείας κριτικής από αρκετούς τομείς της ευρωπαϊκής αγροδιατροφής. Τα περισσότερα πυρά εξαπολύονται από τους οινοπαραγωγούς, τους τυροκόμους και τους γαλακτοπαραγωγούς, οι οποίοι καταδικάζουν την απουσία δασμολογικών φραγμών σε ομοσπονδιακό και επαρχιακό επίπεδο στον Καναδά.