Συναγερμός στους Ιταλούς σιτοπαραγωγούς για τις καναδικές εισαγωγές

Αντιδράσεις προκαλούν οι διαφορετικές προδιαγραφές ασφαλείας και ο κορεσμός της αγοράς

Συναγερμός στους Ιταλούς σιτοπαραγωγούς για τις καναδικές εισαγωγές

Έντονες διαμαρτυρίες έχει ξεσηκώσει η απρόσκοπτη εισροή καναδικών αγαθών στην Ιταλία. Πριν από λίγες ημέρες, αγρότες από όλη τη χώρα διαδήλωσαν έξω από το ιταλικό κοινοβούλιο στη Ρώμη, για να διαμαρτυρηθούν κατά της της εμπορικής συμφωνίας μεταξύ ΕΕ και Καναδά (CETA) και των παρελκομένων της. Όπως τόνιζαν με περίσσιο παράπονο οι παραγωγοί, «τα καναδικά τρόφιμα έχουν πλημμυρίσει την ιταλική αγορά».

Σε ένα από τα κυρίαρχα και αδιαπραγμάτευτα αιτήματά τους, οι Ιταλοί αγρότες κατέστησαν σαφές ότι δεν επιθυμούν την εισαγωγή καναδικού σιταριού με γλυφοσάτη. Ως γνωστόν, η γλυφοσάτη είναι ένα ευρέως διαδεδομένο ζιζανιοκτόνο που έχει κατηγορηθεί ως πιθανό καρκινογόνο. Οι ανησυχίες για την υγεία είναι εύλογες, δεδομένου ότι ο Καναδάς χρησιμοποιεί χημικές ουσίες που απαγορεύονται στην Ευρώπη, με τα διαφορετικά στάνταρ ασφαλείας των τροφίµων να συνιστούν βασικό σημείο αμφισβήτησης της εμπορικής συμφωνίας CETA.

Επίσης, έχοντας να διαχειριστούν ως επί το πλείστον μικρές αγροτικές ιδιοκτησίες, οι Ιταλοί προβληματίζονται για το πώς θα ανταγωνιστούν τις μεγάλου μεγέθους καναδικές μονάδες.

Οι αλόγιστες εισαγωγές πλήττουν την τιμή του σκληρού σίτου

Κινητοποιημένοι από τη μεγαλύτερη αγροτική οργάνωση στην Ευρώπη, την ιταλική συνομοσπονδία ανεξάρτητων καλλιεργητών Coldiretti, οι αγρότες ενώνουν τις δυνάμεις τους και ασκούν πίεση στους Ιταλούς πολιτικούς που είναι επιφορτισμένοι με την επικύρωση της αμφιλεγόμενης CETA. Αυτή την περίοδο, η κύρια ανησυχία για την Coldiretti είναι το καναδικό σκληρό σιτάρι.

Η Ιταλία παράγει μόλις το 60% του σκληρού σίτου που χρειάζεται για να καλύψει την υψηλή εγχώρια ζήτηση, καθώς τα ζυμαρικά έχουν παραδοσιακά περίοπτη θέση στο ιταλικό διαιτολόγιο. Το κενό καλύπτουν οι εισαγωγές που κάνει η Ιταλία από όλον τον κόσμο. Ανάμεσα σε αυτές, ο σκληρός σίτος του Καναδά, με την υψηλή περιεκτικότητα σε πρωτεΐνες, καθίσταται ιδιαίτερα περιζήτητος στους Ιταλούς παραγωγούς ζυμαρικών.

Αυτό, όμως, αποτελεί πρόβλημα για τους 300.000 σιτοκαλλιεργητές της χώρας. «Συλλέγουμε τη νέα σοδειά σιταριού, ενώ ταυτόχρονα φτάνουν στην Ιταλία πλοία με σιτάρι από τον Καναδά και άλλες χώρες. Έτσι, η τιμή του σκληρού σίτου πέφτει, επειδή υπάρχει περισσότερο προϊόν στην αγορά από τη ζήτηση των παραγωγών ζυμαρικών», τονίζει ο πρόεδρος της Coldiretti, Roberto Moncalvo, και συμπληρώνει: «Η πτώση των τιμών του σίτου σε παγκόσμιο επίπεδο κόστισε στους αγρότες της Ιταλίας το ποσό των 100 εκατομμυρίων δολαρίων, μόνο για πέρυσι».

Όπως γίνεται εμφανές στην περίπτωση της Ιταλίας, η CETA δημιουργεί δυσμενείς συνθήκες για το σύνολο των Ευρωπαίων παραγωγών σίτου. H Ιταλία έχει ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την άδεια να επισημανθούν όλες οι συσκευασίες ζυμαρικών με τη χώρα καταγωγής του σιταριού. Η απόφαση αναμένεται στα μέσα Αυγούστου.

Την ίδια στιγμή, οι αλευροβιομήχανοι και οι παρασκευαστές ζυμαρικών αντιτίθενται στην προσπάθεια να εμποδιστούν οι εισαγωγές, προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι το ξένο σιτάρι είναι ασφαλές. Υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι το αίτημα επισήμανσης είναι ένας καταφανής ελιγμός μάρκετινγκ ώστε να επηρεαστούν οι καταναλωτές να αγοράσουν προϊόντα εγχώριας παραγωγής.