ΘΕΜΑ: Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η αιγοπροβατοτροφία

Καταγράφεται μείωση τόσο του αριθμού των εκμεταλλεύσεων και του ζωικού κεφαλαίου, όσο και των ποσοτήτων του παραγόμενου κρέατος κατά 27% την τελευταία πενταετία

Η αιγοπροβατοτροφία αποτελεί τον «εθνικό» κτηνοτροφικό μας κλάδο. Τα αιγοπρόβατα αντιπροσωπεύουν το 48% της αξίας των ζώων που εκτρέφονται συνολικά στην Ελλάδα. Η παραγωγή αυτή προέρχεται από 95.000 κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις με προβατοειδή και 68.000 με αιγοειδή, οι οποίες στην πλειονότητά τους είναι οικογενειακής μορφής, προσφέροντας άμεση ή έμμεση απασχόληση σε εκατοντάδες χιλιάδες άτομα.

Τα 4/5 αυτών των εκμεταλλεύσεων βρίσκονται σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές και αποτελούν κυρίαρχη ή και μοναδική πηγή εισοδήματος. Αυτή η αναντικατάστατη δύναμη οικονομικής και κοινωνικής συνοχής συνεισφέρει σημαντικά και στο περιβάλλον. Η ΕΕ, για παράδειγμα, υπολογίζει ότι μόνο η συμβολή του κλάδου στη διατήρηση του φυσικού τοπίου αποτιμάται με 14,2 ευρώ το στρέμμα, ένα δημόσιο αγαθό που σπάνια αναγνωρίζεται.

Παρά την ευρύτερη σπουδαιότητά της, η αιγοπροβατοτροφία, με καθαρά οικονομικούς όρους, φθίνει. Η τάση αυτή καταγράφεται τόσο με τη μείωση του αριθμού των εκμεταλλεύσεων και του ζωικού κεφαλαίου, όσο και με τις ποσότητες του παραγόμενου κρέατος, οι οποίες μειώθηκαν συνολικά κατά 27% την τελευταία πενταετία.

Περιφερειακή διάσταση

Η δυναμική αυτή χαρακτηρίζεται και από περιφερειακές διαφοροποιήσεις. Στις περιφέρειες Δυτικής Ελλάδας και Κρήτης, συγκεντρώνεται συνολικά περίπου το 1/3 της αξίας της αιγοπροβατοτροφίας, ενώ ακολουθούν οι περιφέρειες Θεσσαλίας, με ποσοστό 11,9%, και της Κεντρικής Μακεδονίας, με 11,4% (βλ. σχετικό διάγραμμα).

Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία των Εθνικών Λογαριασμών την περίοδο 2011-2014, η οικονομική αξία της αιγοπροβατοτροφίας μειώθηκε από τα 806 εκατ. ευρώ στα 673 εκατ. ευρώ, ή με ρυθμούς 6% το έτος περίπου. Μεγαλύτερη μείωση παρατηρήθηκε στις περιφέρειες Βόρειου και Νότιου Αιγαίου, Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδας και Ηπείρου. Αντίθετα, η πιο μικρή μείωση παρατηρήθηκε στην Κρήτη, στα Ιόνια Νησιά και στη Δυτική Ελλάδα.

 Περιφερειακή κατανομή αξίας αιγοπροβατοτροφίας 2011-2014 (εκατομμύρια ευρώ και ποσοστιαία σύνθεση %)

Θέμα: Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η αιγοπροβατοτροφία

Οι τιμές παραγωγού

Μία από τις βασικές αιτίες των παραπάνω είναι η εξέλιξη των τιμών κρέατος. Όπως απεικονίζεται στο σχετικό διάγραμμα, οι τιμές που εισπράττει ο κτηνοτρόφος το 2016 από την πώληση αρνιών, για παράδειγμα, είναι χαμηλότερες από αυτές που εισέπραττε το 2006. Αν συνυπολογιστεί η αύξηση του κόστους παραγωγής που μεσολάβησε την ίδια περίοδο, ειδικά των ζωοτροφών, της ενέργειας, των κτηνιατρικών φαρμάκων και του εξοπλισμού, η πραγματική επιδείνωση της οικονομικής του θέσης είναι μεγάλη, από τις μεγαλύτερες του πρωτογενούς τομέα. Ο Έλληνας κτηνοτρόφος εισπράττει, πλέον, χαμηλότερες τιμές από ό,τι ο Βούλγαρος συνάδελφός του, που παράγει με εντελώς διαφορετικό κοστολόγιο, ενώ οι τιμές που απολαμβάνουν οι προβατοτρόφοι της Ιταλίας και της Ισπανίας συχνά υπερβαίνουν το 30% και 40% των αντίστοιχων ελληνικών (βλ. σχετικό διάγραμμα).

Εξέλιξη τιμών παραγωγού πρόβειου κρέατος 2006-2016 (ευρώ ανά 100 κιλά)

Θέμα: Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η αιγοπροβατοτροφία

Οι αγορές ζητούν ζώντα ζώα μεγαλύτερου βάρους

Την τελευταία περίοδο, η ευρωπαϊκή αγορά πιέζεται έντονα από τις εισαγωγές κρέατος. Η Νέα Ζηλανδία, που αποτελεί τον βασικό προμηθευτή της ΕΕ, διαθέτει τα προϊόντα της τουλάχιστον 1,5 ευρώ το κιλό φθηνότερα από τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά. Το φαινόμενο αυτό θα εξακολουθήσει να εντείνεται. Η ΕΕ δημοσιοποίησε, πρόσφατα, υπολογισμούς για τις επιπτώσεις που θα έχουν οι μεγάλες διεθνείς εμπορικές συμφωνίες. Σύμφωνα με αυτούς, οι εισαγωγές του πρόβειου κρέατος αναμένεται να αυξηθούν κατά 10% το προσεχές διάστημα(1), ασκώντας πίεση στους παραγωγούς κρέατος, τόσο των μεγάλων όσο και των μικρότερων αρνιών, και, συνεπώς, της ελληνικής παραγωγής.

Αντίθετα με τα παραπάνω, διαμορφώνεται μία ισχυρή τάση αυξανόμενης ζήτησης ζώντων ζώων μεγαλύτερου βάρους, κυρίως από χώρες της Μεσογείου, όπως τη Λιβύη, την Ιορδανία, τον Λίβανο, την Αλγερία, αλλά πρόσφατα και το Ισραήλ. Οι ρυθμοί αύξησης ανέρχονται για τη φετινή χρονιά στο 35% και αυτός είναι ένας από τους λόγους που πολλοί, πλέον, πιστεύουν ότι η Ελλάδα πρέπει να στραφεί συστηματικά σε αυτή την αγορά. Στα παραπάνω δεδομένα, πρέπει να προστεθούν και κάποιοι άλλοι παράγοντες, που καθιστούν τον κλάδο ιδιαίτερα ευάλωτο, όπως:

  • Διαμόρφωση χαμηλών εισοδημάτων, των χαμηλότερων στην ευρωπαϊκή κτηνοτροφία.
  • Ύπαρξη μεγάλων ποσοτήτων φθηνών προϊόντων στη διεθνή αγορά.
  • Αυξημένη εξάρτηση από τις άμεσες ενισχύσεις.
  • Πτωτική κατανάλωση, αφενός λόγω της στροφής στα φθηνά λευκά κρέατα εξαιτίας της κρίσης και αφετέρου λόγω της μειωμένης ζήτησης από τις νεότερες γενιές καταναλωτών.

(1)JRC, 2016, Cumulative economic impact of future trade agreements on EU agriculture

Οι προκλήσεις για την ελληνική παραγωγή

Η κατάσταση στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από μία παραγωγική και εμπορική ιδιαιτερότητα. Σε αντίθεση με πολλές άλλες χώρες, οι εκτροφές αφορούν, κυρίως, την παραγωγή γάλακτος, παρά την πάχυνση και τη συστηματική παραγωγή κρέατος. Επιπλέον, η εγχώρια κατανάλωση κρέατος όχι μόνον φθίνει, αλλά ουσιαστικά συγκεντρώνεται την περίοδο του Πάσχα και των Χριστουγέννων και αφορά, κατά κανόνα, τα μικρά αρνιά.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθεί η συχνή απουσία επιχειρηματικότητας, που ανάγεται σε καταλυτική παράμετρο, λόγω και της απουσίας βιώσιμων συνεταιριστικών δομών στον κλάδο. Παρά το γεγονός ότι ο Έλληνας κτηνοτρόφος διαθέτει το αρνίσιο κρέας σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές από τον Ισπανό, τον Ιταλό, ακόμη και τον Βούλγαρο συνάδελφό του, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις αδυνατούν να το προωθήσουν στην αγορά της υπόλοιπης Ευρώπης. Οι υφιστάμενες εμπορικές δομές είναι τόσο προβληματικές, που συχνά παρατηρούνται μεγάλες αποκλίσεις στις τιμές παραγωγού, ακόμη και στο εσωτερικό της Ελλάδας, φαινόμενο που τεκμηριώνεται και από τα ρεπορτάζ των ανταποκριτών της «ΥΧ».

Όλα αυτά υπονομεύουν το παραγωγικό δυναμικό, ειδικά αν συνυπολογιστεί το αυξημένο κόστος παραγωγής, η μεγάλη έλλειψη ρευστότητας και το φαινόμενο των ελληνοποιήσεων προϊόντων, που προέρχονται κυρίως από τα Δυτικά Βαλκάνια.

ΘΕΜΑ: Σε κρίσιμο σταυροδρόμι η αιγοπροβατοτροφία

Ένα σχέδιο παραγωγικής ανάταξης πρέπει να αντιμετωπίζει αυτές τις παθογένειες, καθώς και να αξιοποιεί την υψηλή ποιότητα του ελληνικού προϊόντος, ειδικά των εκτατικών εκτροφών, τη δυνατότητα αύξησης της εκτροφής ζώων μεγαλύτερου βάρους. Επιπλέον, πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις προτάσεις της ειδικής ομάδας της ΕΕ, που, εκτός των άλλων, αφορούν ειδικά μέτρα αγροτικής ανάπτυξης και νέων περιβαλλοντικών πληρωμών, ειδική ενίσχυση νέων αιγοπροβατοτρόφων, στοχευμένα μέτρα λειτουργίας της αγοράς και της διαφάνειάς της, μέτρα για την ενίσχυση της θέσης του κτηνοτρόφου κατά τη διαπραγμάτευσή του με τα άλλα μέρη της αγροδιατροφικής αλυσίδας, προστασία από τις εισαγωγές χαμηλής ποιότητας, βελτίωση σήμανσης και ιχνηλασιμότητας, εισαγωγή καινοτομιών για τη βελτίωση της παραγωγικότητας του ζώου, τη γενετική βελτίωση, την ευφυή κτηνοτροφία και την αντιμετώπιση φυσικών εχθρών.

Κομβικής σημασίας είναι η πρόταση αυτής της ειδικής ευρωπαϊκής ομάδας, για την ανάγκη περαιτέρω στήριξης του τομέα από την ΚΑΠ, την καταβολή νέων ειδικών πληρωμών, την ανάδειξη της σημασίας των συνδεδεμένων ενισχύσεων, καθώς, τέλος, και της στήριξης κάθε μέτρου που στοχεύει στην αύξηση της κατανάλωσης.

  • Νίκος Λάππας

Στα χαμηλά Δυτική Μακεδονία και Κρήτη, στα 5 ευρώ η Στερεά Ελλάδα

«Κάθε πέρσι και καλύτερα». Έτσι σχολιάζουν οι κτηνοτρόφοι την εξέλιξη των τιμών αιγοπρόβειου κρέατος, στα ερωτήματα που τους θέτουν οι ανταποκριτές της «ΥΧ». Ωστόσο, εκτός από την πτωτική τάση των τιμών, ενδιαφέρον προκαλούν οι σημαντικές αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή, υποδηλώνοντας τον «ρηχό» και προβληματικό χαρακτήρα της αγοράς. Πιο συγκεκριμένα, αυτήν την περίοδο, οι χαμηλότερες τιμές παραγωγού για το αρνίσιο κρέας, καταγράφονται στη δυτική Μακεδονία και στην Κρήτη, από 3,5 έως 3,8 ευρώ, και οι υψηλότερες στη Στερεά, όπου αγγίζουν, ή και υπερβαίνουν, τα 5 ευρώ. Αντίθετα στη Δυτική Ελλάδα, Θεσσαλία, Ανατολική Μακεδονία, Θράκη και Πελοπόννησο, οι τιμές κινούνται στα 4 ευρώ. Οι τιμές για τα κατσίκια είναι μεγαλύτερες κατά 10% έως 20% από τις αντίστοιχες των αρνιών, με εξαίρεση τη Θράκη, που είναι στα ίδια επίπεδα ή και χαμηλότερες.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι το κλίμα της αγοράς και η μειωμένη ζήτηση, λίγες εβδομάδες πριν την εορταστική περίοδο, δημιουργούν μία ευρύτερα αρνητική ψυχολογία. Το κλίμα αυτό επιτείνεται από τον σποραδικό χαρακτήρα των εξαγωγών προς την Ιταλία και την Ισπανία, που φαίνονται μειωμένες από την αντίστοιχη περσινή περίοδο, τόσο για το κρέας, όσο και για τα ζώντα ζώα.

Το επιτόπιο ρεπορτάζ της «ΥΧ» στις περιφέρειες, δεν κατέδειξε σοβαρά προβλήματα πληρωμών. Οι παραγωγοί εξοφλούνται, συνήθως, με επιταγές, διάρκειας από λίγων ημερών έως ενός μήνα, ή μέσω τραπεζικού λογαριασμού. Η Κρήτη εμφανίζεται να αποτελεί εξαίρεση του κανόνα, καθώς υπάρχουν σοβαρές καταγγελίες, όπως αυτή του κτηνοτρόφου και αντιδημάρχου Ανωγείων, Β. Σμπώκου, για πολύμηνες καθυστερήσεις πληρωμών.

Ποιες είναι, όμως, εκείνες οι αιτίες που κρατούν την αιγοπροβατοτροφία καθηλωμένη και την παραγωγή κρέατος σε φθίνουσα πορεία;

Το αυξημένο κόστος παραγωγής και οι μεγάλες φορολογικές επιβαρύνσεις, τόσο έμμεσης όσο και άμεσης φορολογίας, υποστηρίζουν οι κτηνοτρόφοι της δυτικής Ελλάδας. Η αδειοδότηση σταυλικών εγκαταστάσεων, η χρήση των βοσκοτόπων, ο γερασμένος πληθυσμός, η νοοτροπία και η έλλειψη επαγγελματισμού υποστηρίζουν οι κτηνοτρόφοι της Στερεάς. Το τεράστιο πρόβλημα της εξυγίανσης των αγορών και των ελληνοποιήσεων, η ανάγκη ταυτοποίησης της παραγωγής δηλώνουν οι αγρότες της δυτικής Μακεδονίας και της Κρήτης. Το πρόβλημα της ρευστότητας, που εμποδίζει την εύρυθμη ανάπτυξη επισημαίνουν οι παραγωγοί της Θεσσαλίας.

Ωστόσο, όλοι αναδεικνύουν τον αναντικατάστατο ρόλο των συλλογικών δομών, όπου αυτές υπάρχουν, όπως για παράδειγμα στον Αμύνταιο της Φλώρινας, αλλά και όπου απουσιάζουν. «Έστω και καθυστερημένα, κάνουμε σοβαρές προσπάθειες συνεταιριστικής οργάνωσης», τονίζουν τα στελέχη του ΣΕΚ. « Όσο παλεύει ο κάθε κτηνοτρόφος μόνος του, δεν υπάρχει προοπτική», προσθέτουν οι παραγωγοί της Θράκης.

  • Αμπατζή Μαρία, Αργυρίου Γιώργος, Μωραΐτη Ράνια, Ρούστας Γιώργος, Σάρρος Γιάννης, Τζώρτζη Νικολέτα, Χρυσοχόου Αφροδίτη