Η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την κατάσταση στην αγορά του βοδινού κρέατος ήρθε για να αναδείξει και πάλι την φθίνουσα πορεία της χώρας μας. Όταν η ΕΕ των 28 παρουσιάζει αύξηση της τάξεως του 7%, σε ό,τι αφορά την παραγωγή βόειου κρέατος, Ελλάδα και η Ρουμανία αποτελούν την εξαίρεση του κανόνα, με μείωση 3,3% και 7,4% αντίστοιχα.

Μία πρώτη εξήγηση θα αποτελούσε το επίπεδο τιμών. Όμως, οι τιμές ελληνικού μοσχαρίσιου κρέατος συνεχίζουν να παραμένουν από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, αγγίζοντας τα 4,30 ευρώ/κιλό –μέση τιμή παραγωγού– κατά την τελευταία πενταετία, όταν η αντίστοιχη ευρωπαϊκή ανέρχεται στα 3,79 ευρώ/κιλό. Αξίζει, ωστόσο, να τονιστεί ότι η απόσταση που χωρίζει τις τιμές του Έλληνα βοοτρόφου με τον Ευρωπαίο συνάδελφό του μειώνεται. Πιο συγκεκριμένα, τους τελευταίους 24 μήνες περίπου, οι τιμές στην Ελλάδα ακολουθούν ένα καθοδικό σπιράλ, ενώ στην υπόλοιπη ΕΕ αυξάνονται. Εάν η τάση αυτή συνεχιστεί, σε λιγότερο από ένα έτος, η ελληνική μέση τιμή θα βρίσκεται κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ευρώπη και Ελλάδα σε αριθμούς

Η βοοτροφία αποτελεί έναν από τους μεγαλύτερους κλάδους της κτηνοτροφίας για την ΕΕ. Ο αριθμός των βοοειδών ανήλθε σε 88 εκατομμύρια κεφαλές και η συνολική ετήσια παραγωγή έφτασε περίπου τους 7,5 εκατ. τόνους βοείου κρέατος, με την ΕΕ να παρουσιάζει σχεδόν 100% αυτάρκεια. Κύριες χώρες παραγωγής της Ένωσης αποτελούν η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς καλύπτουν περίπου το 58% της παραγωγής.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η ΕΕ διαθέτει 26,5 εκατ. μοσχάρια κάτω του ενός έτους, 18,6 εκατ. μοσχάρια έως δύο ετών και 43,3 εκατ. ηλικίας άνω των δύο ετών, παρουσιάζοντας μία αύξηση ζωικού κεφαλαίου της τάξεως του 7% κατά την τελευταία τετραετία.
 

Την ίδια στιγμή, για την Ελλάδα οι αριθμοί δεν παρουσιάζονται τόσο θετικοί, καθώς στη χώρα μας το κεφάλαιο βοοειδών αγγίζει μόλις τις 555.000 κεφαλές, παρουσιάζοντας μία μείωση περίπου 15% με βάση τα στοιχεία της τελευταίας τετραετίας. Ίδια είναι η εικόνα και για τις αγελάδες γαλακτοπαραγωγής, όπου στην ΕΕ ανέρχονται σε 23,3 εκατ. κεφαλές, με μία αύξηση 7,8% για την τελευταία τετραετία, ενώ στη χώρα μας το αντίστοιχο κεφάλαιο ανέρχεται σε 103.000 ζώα, μειωμένο κατά 23,7% σε σχέση με τα 135.000 το 2014.

Τι φταίει;

Πού οφείλεται το γεγονός ότι, ενώ η χώρα μας πιάνει μεγαλύτερη τιμή για τα προϊόντα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες-παραγωγούς της Ένωσης, παρουσιάζει ελλειμματικότητα στον κλάδο της βοοτροφίας και ξοδεύει μεγάλα ποσά για την εισαγωγή προϊόντων;

Μηνιαία εξέλιξη τιµών παραγωγού, κατά την τελευταία πενταετία
Μηνιαία εξέλιξη τιµών παραγωγού, κατά την τελευταία πενταετία (προϊόντα μοσχαρίσιου κρέατος ευρώ/100kg) πηγη: EUROSTAT

Η «ΥΧ», μιλώντας με βοοτρόφους, πρωτοπόρους του τομέα, αναζήτησε τους λόγους, καθώς και τους τρόπους βελτίωσης και ανάταξης του κλάδου.

Να καινοτομούμε και να διαφοροποιούμαστε με αρωγό το κράτος, για να είμαστε ανταγωνιστικοί

Στο ζήτημα της υψηλής φορολογίας αναφέρθηκε ο Στέργιος Κουτσιώφτης, ο «βοοτρόφος της κλασικής μουσικής», ο οποίος μαζί με τον αδερφό του εξέλιξαν την οικογενειακή επιχείρηση σε πρότυπη μονάδα εκτροφής βοοειδών και παραγωγής υψηλής ποιότητας κρέατος. Η φάρμα τους έγινε γνωστή για τον πρωτότυπο τρόπο εκτροφής πάνω από 950 νεαρών μοσχαριών υπό τους ήχους κλασικής μουσικής, με ειδικό μείγμα τροφών πλούσιο σε Ω3, κατοχυρωμένο με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, προϊόν ερευνητικού προγράμματος του Εργαστηρίου Ζωοτεχνίας του Τμήματος της Κτηνιατρικής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και για την παραγωγή εξαιρετικής ποιότητας μοσχαρίσιου κρέατος με την επωνυμία «Άρωμα».

«Η ενίσχυση που δίνεται από την ΕΕ και οι επιδοτήσεις, ώστε να υποστηριχθεί ο κλάδος και να ισορροπήσουν οι τιμές σε ένα επίπεδο, φορολογούνται. Θεωρώ, και από όσο γνωρίζω είναι κι αυτό μία ελληνική πατέντα, πως μόνο εδώ φορολογούνται οι ενισχύσεις και συν τοις άλλοις είναι μία δυσβάσταχτη φορολογία, η οποία επηρεάζει και τις ασφαλιστικές εισφορές» επισημαίνει. Παράλληλα αναφέρθηκε και στον «γραφειοκρατικό κυκεώνα», όπως τον χαρακτήρισε, σε ό,τι αφορά τη διαδικασία αδειοδοτήσεων και την παροχή κινήτρων για τους παραγωγούς.

Farma-Koutsioftis
Ο Στέργιος Κουτσιώφτης

Μεγάλης σημασίας για τον κ. Κουτσιώφτη είναι και η έλλειψη ελεγκτικού μηχανισμού, καθώς, όπως δήλωσε, «γίνεται καταστρατήγηση σε πολλούς τομείς. Η παραγωγή εδώ στη Βέροια αφορά την ελληνική εκτροφή άνω των 5 μηνών, η γέννηση μοσχαριών στην Ελλάδα είναι πολύ μικρή, οπότε αναγκαζόμαστε να παίρνουμε μικρά ζώα από το εξωτερικό που και αυτό συνεισφέρει στην ελληνική οικονομία, από την άποψη ότι παίρνουμε ένα προϊόν το οποίο κάνει 600-800 ευρώ και του δίνουμε υπεραξία, γιατί όταν πουλιέται φτάνει τα 2.000-2.500 ευρώ. Αυτό πρέπει να ξεκαθαριστεί, να γίνουν έλεγχοι και να ξέρει ο καταναλωτής τι τρώει. Ως γνωστόν, το 80% των βόειων κρεάτων που καταναλώνεται στην Ελλάδα είναι εισαγόμενο, κι από την άλλη το 80% των καταναλωτών έχει την εντύπωση ότι τρώει ντόπιο. Είναι μία στρέβλωση, είναι μία παθογένεια», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Για την ανάταξη του κλάδου, και έχοντας ο ίδιος από πλευράς του κάνει βήματα για την καινοτομία των προϊόντων του, θεωρεί πως το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα σαν χώρα είναι η ποιότητα. «Λόγω και της γεωγραφικής και της γεωπολιτικής μας θέσης, η Ελλάδα δεν μπορεί να παράξει ένα φθηνό προϊόν και δεν μπορεί να είναι ανταγωνιστική, ειδικά με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, που μπήκαν στην ΕΕ. Πρέπει να καινοτομήσουμε και να διαφοροποιηθούμε έτσι ώστε να είμαστε ανταγωνιστικοί στην ποιότητα, αλλά για να γίνει αυτό, το κράτος πρέπει να είναι αρωγός, να προβάλλεται και ταυτόχρονα να διαφυλάσσεται η κάθε καινοτομία», υπογράμμισε. «Αν δεν σκύψει κάποιος πάνω από το κεφάλι του κάθε παραγωγού, ο οποίος θέλει να διαφοροποιηθεί και να βγάλει κάτι ποιοτικό, δεν πρόκειται να έχει αποτέλεσμα αυτό».

Απαραίτητος ο καθορισμός βοσκοτόπων, ανάλογων με τη γεωμορφολογία της Ελλάδας

«Η έλλειψη βοσκοτόπων, η απουσία ή ο κακός χειρισμός των χρηματοδοτικών εργαλείων, η απουσία συλλογικών δομών και ενός κεντρικού οργάνου που θα προωθεί τα αιτήματα του κλάδου και θα συμβάλει στη βελτίωση της παραγωγής, σε συνδυασμό με την έλλειψη μίας προσαρμοσμένης φυλής βοοειδών στα ελληνικά δεδομένα» είναι, κατά τον Παντελή Καρκανιά, οι αιτίες για τις οποίες η ελληνική βοοτροφία έχει φθίνουσα πορεία.

Ο κ. Καρκανιάς είναι βοοτρόφος, ζωοτέχνης και αντιπρόεδρος του Συλλόγου Βοοτρόφων Ελευθέρας Βοσκής του Νομού Καρδίτσας. Εκτρέφει στην περιοχή Αμυγδαλή Μουζακίου Καρδίτσας. «Για την ανάταση του κλάδου, απαραίτητος κρίνεται ένας κεντρικός σχεδιασμός, από την αρμόδια διεύθυνση του ΥΠΑΑΤ, για όλη τη χώρα, λαμβάνοντας υπόψιν τις γεωλογικές ιδιομορφίες του εκάστοτε γεωγραφικού διαμερίσματος, καθώς δεν μπορούμε να πάρουμε το μοντέλο της Αυστρίας ή της Ισπανίας, όπου η γίδα και η προβατίνα βόσκει στον κάμπο, η γίδα και η προβατίνα στην Ελλάδα βόσκει στο βουνό, βόσκει το πουρνάρι. Δεν μπορεί πάνω από τα 1.700 μέτρα υψόμετρο να μη θεωρείται βοσκότοπος, αλλά να χαρακτηρίζεται “αλπικό τοπίο” από τη δασική υπηρεσία».

karkanias
«Απαραίτητος ο καθορισμός βοσκοτόπων, ανάλογων με τη γεωμορφολογία της Ελλάδας»

Απαραίτητη κρίνεται και η επαναλειτουργία των Κέντρων Γενετικής Βελτίωσης σύμφωνα με τον ίδιο, ώστε να δημιουργηθεί μία ελληνική φυλή, προσαρμοσμένη και «έτοιμη να αναπτυχθεί στο δικό μας ιδιαίτερο περιβάλλον. Κάθε περιοχή θα έπρεπε να έχει τον δικό της τύπο ζώων, δεν μπορεί οι Limouzin ή οι Charolais (γαλλικές φυλές), που είναι 600-700 κιλά αγελάδες να βόσκουν σε υψόμετρο 1.600-1.700 μέτρων στην Ελλάδα και να μην έχουμε ως χώρα μία δική μας φυλή», σημείωσε χαρακτηριστικά.

Αναφερόμενος και στον τομέα των αποζημιώσεων, επεσήμανε την καθυστέρηση του ΕΛΓΑ στην καταβολή αποζημιώσεων για την προστασία του κτηνοτροφικού κεφαλαίου από επίθεση άγριων ζώων. Ο ίδιος, έχοντας υποβάλει αίτημα αποζημίωσης από τον Μάιο του 2017 για επίθεση που δέχθηκαν τα ζώα του από αρκούδα και λύκο, δεν έχει αποζημιωθεί, με την αιτιολογία ότι οι ζημιές είναι πολλές και δεν λήφθηκαν μέτρα προστασίας. «Μου λένε να περιφράξω. Τι να περιφράξω, τον Όλυμπο, που βοσκούν τα ζώα μου; Μετά παύουν να είναι ελευθέρας βοσκής. Δεν υπάρχει λογική να πληρώνω ασφάλιστρα, αν δεν υπάρχει δυνατότητα αποζημίωσης, δεν υπάρχει λόγος για υποχρεωτική ασφάλιση», τόνισε.

Γενετική βελτίωση των ελληνικών φυλών και δημιουργία χρηματοδοτικού μηχανισμού για την υποστήριξή τους

«Στα κέρδη μου να φορολογηθώ, όχι όμως στις κοινοτικές ενισχύσεις, διότι στην αγορά, που έχουμε απέναντί μας τον Ευρωπαίο, ο οποίος δεν φορολογείται για τις ενισχύσεις, πώς θα τον χτυπήσω αυτόν;», διερωτάται ο Αλέξανδρος Ζαγορίτης, από τις πλαγιές του Χολομώντα στο Παλαιόκαστρο Χαλκιδικής, βοοτρόφος τρίτης γενιάς, δημιουργός της ελληνικής ξανθόχρωμης φυλής βοοειδών, αναφερόμενος και εκείνος στο ζήτημα της υψηλής φορολόγησης. Πρόβλημα στο οποίο έρχεται να προστεθεί η ανύπαρκτη κρατική υποστήριξη, αλλά και η έλλειψη ενός κεντρικού στόχου για την παραγωγή ελληνικού βόειου κρέατος, κατά τον ίδιο.

Γενετική βελτίωση των ελληνικών φυλών και δημιουργία χρηματοδοτικού μηχανισμού για την υποστήριξή τους
«Γενετική βελτίωση των ελληνικών φυλών και δημιουργία χρηματοδοτικού μηχανισμού για την υποστήριξή τους»

«Αυτό μεταφράζεται σε πολλά επίπεδα», επεσήμανε ο κ. Ζαγορίτης. «Ζητήσαμε έλεγχο της τροφής, διότι ταΐζουμε ζώα μεγάλων απαιτήσεων και δεν έχουμε τη δυνατότητα να ελέγξουμε αυτό που αγοράζουμε. Αυτό έχει ως συνέπεια την τρομακτική μείωση της απόδοσης των ζώων. Ακόμη, θέλουμε έλεγχο των ελληνοποιήσεων, γιατί έχουμε αυτή τη μάστιγα από πάνω μας εδώ και τουλάχιστον 40 χρόνια» δήλωσε ο κ. Ζαγορίτης, επισημαίνοντας παράλληλα τη σημασία των ελέγχων σε όλα τα στάδια της παραγωγής, αλλά και την επιτακτική ανάγκη ύπαρξης ενός χάρτη χρήσεως γης για την κτηνοτροφία.

Αναφερόμενος στο δικό του παράδειγμα και τη δημιουργία της ελληνικής ξανθόχρωμης φυλής βοοειδών, επεσήμανε το πρόβλημα της χρηματοδότησης καθώς, όπως είπε, «από το 2011 που αναγνωρίστηκε η φυλή, δεν μπορώ να κάνω καμία επένδυση, γιατί δεν υπάρχει χρηματοδοτικός μηχανισμός. Θέλουμε να κάνουμε πιστοποίηση, θέλουμε να βγούμε στο εξωτερικό, θέλουμε να παράγουμε και μπορούμε να παράγουμε. Δεν μας το επιτρέπουν. Θέλω να ξέρει η Ελληνίδα νοικοκυρά ότι αυτό το μοσχάρι έχει αυτά τα χαρακτηριστικά, έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα, έχει τραφεί στην Ελλάδα, κι ας επιλέξει να πάρει το γαλλικό, κι ας φύγουμε εμείς μετανάστες, θέλω όμως να ξέρει αυτό το πράγμα».

#13 Εκτροφή βοειδών: Ορθές πρακτικές για αποτελεσματική πάχυνση

Παράδοξο, για τον κ. Ζαγορίτη, αποτελεί το γεγονός ότι «υλοποιείται αυτήν τη στιγμή ένα πρόγραμμα γενετικών πόρων για παραδοσιακές αυτόχθονες φυλές διατηρητέες και δεν είναι μέσα οι δύο αναγνωρισμένες φυλές που μπορούν να προσφέρουν παραγωγή για τη χώρα. Το πρόγραμμα έχει έξω αυτούς που παράγουν, πως να υποστηριχθούν αυτοί;».

Σε ό,τι αφορά την ανάταξη του κλάδου, απαραίτητη κρίνεται η δημιουργία ενός ενιαίου μετώπου, καθώς και να υπάρχει η κατάλληλη επιμόρφωση και η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος για τους κτηνοτρόφους. «Έτσι, θα μπορούμε να μαζευτούμε, να έχουμε μία στοιχειώδη γλώσσα επικοινωνίας, ώστε να σταματήσουν να κερδοσκοπούν οι μεσάζοντες σε βάρος των παραγωγών. Όταν θα υπάρξει ενιαία οργάνωση στον κλάδο, πολλά από αυτά θα μπορούσαν να λυθούν», τόνισε ο κ. Ζαγορίτης.