Χ. Γιαννακάκης: «Αναγκαίο ένα οργανωτικό πλαίσιο που θα υπηρετεί τις ανάγκες του Συνεταιριστικού Κινήματος και την αγροτική οικονομία»
Για πρώτη φορά μετά από την ίδρυση της ΠΑΣΕΓΕΣ το 1935, αλλά και, ακόμη πιο πίσω, από την ψήφιση του πρώτου Νόμου για τους Συνεταιρισμούς το 1915, το ελληνικό κράτος κρατά μια τόσο επιφυλακτική, για να μην πω εχθρική, στάση απέναντι στους αγροτικούς συνεταιρισμούς. Και θα δεχθούμε να αποδώσουμε ευθύνες στις ηγεσίες του Κινήματος που αφέθηκαν στη ζεστή θανατηφόρα αγκαλιά των εκάστοτε πολιτικών ηγεσιών, αλλά αυτό δεν αρκεί για να διορθωθεί το κακό. Το αποτέλεσμα είναι ότι, ενώ το πολιτικό σύστημα, διαχειριζόμενο την κρίση του και την ανάγκη για αυτοκάθαρση και ανανέωση, συνεχίζει να πορεύεται, το τεράστιο συνεταιριστικό οικοδόμημα, που χτίστηκε με πολύ αγώνα, χρόνο και τεράστιους ηθικούς και οικονομικούς πόρους, είναι σωριασμένο σε ερείπια και αδιέξοδα.
Ο στενός σύνδεσμος με τους κρατικούς θεσμούς, που υπήρχε από τη γέννησή του μέχρι πρόσφατα, έπαψε να υπάρχει και αφέθηκε σχεδόν στην τύχη του και μάλιστα σε μια πολύ δύσκολη στιγμή που λαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις σε διεθνές επίπεδο και επηρεάζουν τις τύχες της ελληνικής γεωργίας.
Ανατρέχοντας στο μεταπολιτευτικό παρελθόν, για να διερευνήσουμε τις σχέσεις μεταξύ Συνεταιριστικού Κινήματος και Κράτους, διαπιστώνουμε ότι η σχέση αυτή διαταράχθηκε τα τελευταία εννιά χρόνια, όταν οι δυσλειτουργίες που υπήρχαν λόγω των οικονομικών του προβλημάτων, της αναποτελεσματικότητάς του, της φθοράς και απαξίωσης των λειτουργών του, σε συνδυασμό με την επιβολή του μνημονίου, επέδρασαν καθοριστικά. Η συνακόλουθη κατάρρευση της ΠΑΣΕΓΕΣ, η διάσπαση της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης των συνεταιρισμών και η χλιαρή στάση της προηγούμενης κυβέρνησης απέναντί τους επιδείνωσαν την κατάσταση. Μάλιστα, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, στον Νόμο περί Συνεταιρισμών 4384/2016, που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δεν υπήρχε καμία διάταξη που να αναφέρεται σε ανώτερο ιδεολογικό όργανο εκπροσώπησης των συνεταιρισμών.
Αντιλαμβανόμενη η κυβέρνηση το λάθος της και διαβλέποντας ότι είναι αναγκαία η ύπαρξη ενός καθοδηγητικού οργάνου σε έναν μαζικό οικονομικό χώρο με ιδιαιτερότητες, τροποποίησε τον Συνεταιριστικό Νόμο και έδωσε τη δυνατότητα δημιουργίας Ομοσπονδιών Συνεταιρισμών ανά Περιφέρεια και Συνομοσπονδίας σε εθνικό επίπεδο. Όμως, δεν φρόντισε να διασφαλίσει πόρους για την επιβίωση των υπό σύσταση οργανώσεων και την κάλυψη των λειτουργικών τους εξόδων. Θα πρέπει, δε, να αναφέρουμε ότι με όλους τους μεταπολιτευτικούς Συνεταιριστικούς Νόμους, όπως τον Ν. 921/1979, τον 1541/1985, τον 2169/1993, τον 2181/1994, τον 2810/2000 και 4015/2011, προβλεπόταν η διάθεση πόρων είτε από τον ΟΓΑ είτε από τον ΕΛΓΑ, αλλά ακόμη και από τον προϋπολογισμό του υπουργείου Γεωργίας.
Δυστυχώς, όμως, σε μια περίοδο που η κλιματική αλλαγή επισωρεύει τεράστιες ζημίες, τις οποίες πρέπει να αποζημιώσει ο ΕΛΓΑ και σε μια πολύ άσχημη οικονομική κατάσταση για τα αγροτικά νοικοκυριά, τα οποία αδυνατούν να πληρώσουν τις ασφαλιστικές τους εισφορές στον οργανισμό, το να ζητάμε να διατεθούν πόροι από τον ΕΛΓΑ για τα συνδικαλιστικά όργανα είναι σαν να ρίχνουμε αλάτι σε πληγές. Όπως, επίσης, η εκταμίευση χρηματοδοτήσεων από τον προϋπολογισμό του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης για τη λειτουργία των συνδικαλιστικών οργανώσεων των συνεταιρισμών είναι πρακτικά ανέφικτη. Επομένως, η πρόβλεψη του υφιστάμενου Νόμου 4384/16, όπως τροποποιήθηκε, για τη φιλόδοξη ανάπτυξη Ομοσπονδιών ανά Περιφέρεια και Συνομοσπονδίας κεντρικά, δεν μπορεί να υλοποιηθεί και κυρίως δεν μπορεί να δημιουργήσει μηχανισμούς αξιόπιστους, χρήσιμους και λειτουργικούς.
Απόδειξη ότι δεν έγινε απολύτως τίποτε εδώ και έναν χρόνο από τότε που ενεργοποιήθηκε νομοθετικά η δυνατότητα. Επίσης, στις διατάξεις του προβλέπει τη σύσταση των Οργάνων με τη συμμετοχή του 51% των Οργανώσεων, γεγονός που δεν συμβάλλει στην ενοποίηση του χώρου με δεδομένη την ύπαρξη των συνδικαλιστικών εκφράσεων του «ΣΑΣΟΕΕ» και της «ΝΕΑΣ ΠΑΣΕΓΕΣ».
Η πρόταση που υπάρχει για τη δημιουργία Αγροτικών Επιμελητηριακών Τμημάτων και που υποστηρίζεται από την παρούσα κυβέρνηση μπορεί να αποτελέσει μία βάση συζήτησης για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα που υπάρχουν. Έτσι, μπορεί να δημιουργηθεί ένα σοβαρό εργαλείο, το οποίο θα συσπειρώνει με την υποχρεωτική εγγραφή όλους τους συνεταιρισμούς που είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Συνεταιρισμών του ΥΠΑΑΤ και θα αποτελεί ένα εργαλείο διαλόγου, πληροφόρησης, καθοδήγησης και εκπροσώπησης σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Ένα όργανο, το οποίο εκ της νομικής του φύσεως αποτελεί Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, έχει δηλαδή το κύρος και τη θεσμική βαρύτητα που σήμερα χρειάζεται το Συνεταιριστικό Κίνημα. Ταυτόχρονα, θα συμβάλει στο να ενοποιηθούν όλες οι δυνάμεις που ενεργοποιούνται στον συνεταιριστικό χώρο, έτσι ώστε να υπάρξει ένα νέο ξεκίνημα.
Στην ίδια κατεύθυνση μπορεί να εκπροσωπηθεί και το Αγροτικό Συνδικαλιστικό Κίνημα των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών. Η ένταξή τους σε ξεχωριστό Αγροτικό Επιμελητηριακό Τμήμα θα προσδώσει μια επίσης ενιαία συνδικαλιστική έκφραση και όλη την απαραίτητη οικονομική και τεχνική υποδομή για την αποτελεσματική επαγγελματική εκπροσώπηση των αγροτών.
Η ύπαρξη βέβαια αυτής της θεσμικής δυνατότητας δεν απαγορεύει, εφόσον είναι επιθυμητό, και την παράλληλη ύπαρξη άλλων συνδικαλιστικών φορέων των συνεταιρισμών και των αγροτών που θέλουν ιδεολογικά να έχουν την δική τους έκφραση.
Πάνω, λοιπόν, σε αυτήν τη βάση πρέπει να ξεκινήσει ένας διάλογος, έτσι ώστε να διαμορφωθεί ένα οργανωτικό πλαίσιο, το οποίο, αξιοποιώντας τις υφιστάμενες υποδομές σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο των επιμελητηριακών θεσμών και τις οικονομικές τους δυνατότητες, να υπηρετήσει λειτουργικά τις ανάγκες του Αγροτικού Συνεταιριστικού και Συνδικαλιστικού Κινήματος και να δημιουργήσει ένα νέο εργαλείο που θα υπηρετήσει σε καινούργια βάση την αγροτική οικονομία.
Τα τελευταία χρόνια, μετά την κατάρρευση του αγροτικού συνεταιριστικού κινήματος στη χώρα μας και την αποδυνάμωση των δομών όπως τις είχαμε γνωρίσει τις προηγούμενες δεκαετίες, ο αγροτικός κόσμος σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή για την οικονομική του πορεία έμεινε χωρίς καθοδήγηση και επαγγελματική έκφραση.
Η πρόταση που υπάρχει για τη δημιουργία Αγροτικών Επιμελητηριακών Τμημάτων και που υποστηρίζεται από την παρούσα κυβέρνηση μπορεί να αποτελέσει μία βάση συζήτησης για να ξεπεραστούν τα αδιέξοδα που υπάρχουν