ΥΠΑΑΤ: Έρχονται κορωνοενισχύσεις σε πατάτα και καρπούζι

Διαβεβαιώσεις ότι στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα θα υπάρξουν ανακοινώσεις σχετικά με την ενίσχυση των παραγωγών της ανοιξιάτικης πατάτας και του πρώιμου καρπουζιού που επλήγησαν από τον κορωνοϊό παρείχε, από το βήμα της Βουλής ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μάκης Βορίδης, απαντώντας σε σχετική επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Αχαΐας του ΚΚΕ, Νικόλαου Καραθανασόπουλου.

Ο κ. Βορίδης σημείωσε ότι το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων έχει διαπιστώσει διαταραχή στα δύο παραπάνω προϊόντα και επισήμανε ότι έχει γίνει ήδη ο σχετικός υπολογισμός για τα ποσά με τα οποία πρόκειται να ενισχυθούν οι παραγωγοί, τοποθετώντας χρονικά τις σχετικές ανακοινώσεις το αργότερο έως τις αρχές της επόμενης εβδομάδας.

Ο Υπουργός αντέκρουσε τις παρατηρήσεις του κ. Καραθανασόπουλου σχετικά με το μεγάλο, όπως ανέφερε, χρονικό διάστημα που μένει ανοιχτό το σύστημα υποβολής αιτημάτων πληρωμής των παραγωγών, τονίζοντας την αναγκαιότητα να δίνεται ο απαραίτητος χρόνος στους δικαιούχους να υποβάλουν το αίτημά τους. «Πολλές φορές μπορεί εν ονόματι της ταχύτητας να βλάψουμε συμφέροντα παραγωγών» σημείωσε ο κ. Βορίδης, αναφέροντας ως παράδειγμα την περίπτωση των παραγωγών λαϊκών αγορών όπου οι περισσότερες αιτήσεις υπεβλήθησαν τις τελευταίες 4-5 μέρες πριν το κλείσιμο του συστήματος. Αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρήθηκε και με το σύστημα υποβολής αιτημάτων πληρωμής για τους παράκτιους αλιείες, όπου χρειάστηκε να δοθεί μία εβδομάδα επιπλέον παράταση, προκειμένου να υποβάλουν αίτημα όλοι οι δικαιούχοι του κλάδου. 

Σε ό,τι αφορά το ελαιόλαδο, ο Υπουργός ανέφερε ότι αποτελεί σημείο μίας ευρύτερης συζήτησης η οποία θα ανοίξει το επόμενο χρονικό διάστημα, στο πλαίσιο μίας συνολικής στρατηγικής που καταρτίζει το Υπουργείο σε σχέση με την προώθηση του προϊόντος. Σημείωσε ωστόσο ότι τους τελευταίους μήνες διαπιστώνεται μία βελτίωση της τιμής του, γεγονός που αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργήσει η τιμή του ελαιολάδου από εδώ και πέρα.

Ο κ. Βορίδης ξεκαθάρισε ότι το Υπουργείο δεν κάνει επιδοματική πολιτική αλλά ασκεί στοχευμένη πολιτική αναπλήρωσης της απώλειας εισοδήματος των παραγωγών που έχουν υποστεί τις επιπτώσεις της πανδημίας του κορωνοϊού. Παράλληλα, κάλεσε εκείνους που κατηγορούν το Υπουργείο ότι δεν δίνει αρκετά χρήματα να υποβάλουν στοιχεία που να τεκμηριώνουν τις εκτιμήσεις τους, εφόσον ισχυρίζονται ότι κάποιος κλάδος δεν έχει ενισχυθεί ικανοποιητικά.

Ανέφερε μάλιστα ως παράδειγμα το μέτρο της απόσταξης κρίσης για το οποίο διατέθηκαν 20 εκατομμύρια ευρώ, ενώ οι αρχικές εκτιμήσεις του Υπουργείου για το ύψος της ενίσχυσης υπερέβαιναν το κλαδικό αίτημα. «Δόθηκαν 20 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η ενίσχυση που έπρεπε να δοθεί ήταν μεγαλύτερη, καθώς οδηγήθηκαν σε απόσταξη 30.000 τόνοι και αυτή ήταν και η εκτίμηση συνεταιριστικών ενώσεων και οινοπαραγωγών» ανέφερε χαρακτηριστικά. Αυτό, όπως εξήγησε, συνέβη επειδή οι οινοπαραγωγοί δεν υποχρεώθηκαν να παραδώσουν ολόκληρη την παραγωγή τους, καθώς προσδοκούν σε εξισορρόπηση της αγοράς.

Αναφερόμενος στο ζήτημα των κατώτατων εγγυημένων τιμών, επανέλαβε για μία ακόμη φορά ότι το συγκεκριμένο μέτρο είναι καταστροφικό για τους παραγωγούς σε περίπτωση που επιχειρήσει κάποιος να το εφαρμόσει σε συνθήκες ανοιχτής και δη διεθνοποιημένης οικονομίας. Σημείωσε μάλιστα ότι η Ισπανία επιχείρησε να εφαρμόσει το συγκεκριμένο μέτρο στο ελαιόλαδο με τραγικά αποτελέσματα που οδήγησαν ουσιαστικά στη μη εφαρμογή του μέτρου. 

Απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή Κιλκίς του ΚΙΝΑΛ, Γεώργιου Φραγγίδη σχετικά με τη διαταραχή που έχουν υποστεί στην τιμή διάθεσης οι παραγωγοί σύκων, ο κ. Βορίδης τους παρότρυνε να προχωρήσουν στην πλήρη διάθεση του προϊόντος, «έστω και στην χαμηλή τιμή στην οποία καταλαμβάνει το προϊόν αυτή την περίοδο» όπως ανέφερε, σημειώνοντας ότι αυτό είναι σημαντικό για τις εκτιμήσεις που κάνει το Υπουργείο και δεσμεύτηκε ότι όπως το υπουργείο παρεμβαίνει όπου παρατηρείται διαταραχή, το ίδιο θα κάνει και για το σύκο.

Τέλος, ο Υπουργός αποσαφήνισε ότι η ενίσχυση του εκάστοτε πληττόμενου κλάδου δεν συνιστά αποτέλεσμα πολιτικής απόφασης, αλλά αποτέλεσμα μίας σειράς παραγόντων, εξηγώντας τη μεθοδολογία που ακολουθείται και η οποία έχει τις δικές της τεχνικές απαιτήσεις.