Τον υπολογισμό της οφειλής τους στην πρώην ΑΤΕ μπορούν να αμφισβητήσουν πλέον οι αγρότες

Απόφαση-σταθμός του Αρείου Πάγου για τα δάνεια αγροτών της Αγροτικής Τράπεζας

Σταθμό για την ελληνική Δικαιοσύνη και τη δικαστική επίλυση των διαφορών που προκύπτουν ανάμεσα στους αγρότες-δανειολήπτες και στην τελούσα υπό καθεστώς εκκαθάρισης Αγροτική Τράπεζα αποτελεί απόφαση του Αρείου Πάγου, η οποία δίνει το δικαίωμα στους δανειολήπτες αγρότες να αμφισβητήσουν τον υπολογισμό της οφειλής τους, σύμφωνα με τον Ν.3259/2004 περί πανωτοκίων, στον οποίο προέβη μονομερώς η πρώην ΑΤΕ.

Η συγκεκριμένη απόφαση του ΑΠ (υπ’ αριθμ. 348/2020 Α1 πολιτικό τμήμα) δίνει ένα τέλος στη μέχρι σήμερα αντίθετη τάση που είχε διαμορφωθεί στη νομολογία επιλύοντας ad hoc (επί τούτω) οριστικά το επίδικο ζήτημα, καθώς αναιρεί τελεσίδικη απόφαση (την υπ’ αριθμ. 159/2016) του Μονομελούς Εφετείου Λάρισας για την περίπτωση τριών δανειοληπτών (από χωριό της Λάρισας), οι οποίοι ως νόμιμοι κληρονόμοι ζήτησαν την αναγνώριση της εσφαλμένης υπαγωγής στη ρύθμιση του άρθρου 39 Ν. 3259/2004 και τον περιορισμό της οφειλής τους από το ποσό των 302.785 ευρώ στο ορθό ποσό των 75.431 ευρώ.

Και ενώ σε πρώτο βαθμό είχαν δικαιωθεί, το Εφετείο Λάρισας ανέτρεψε την προηγούμενη απόφαση δεχόμενο αυτεπαγγέλτως μάλιστα, χωρίς να υποβληθεί σχετικός ισχυρισμός από την αντίδικο τελούσα υπό καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης Αγροτικής Τράπεζας Της Ελλάδος ΑΕ, πως όλες οι αγωγές εναντίον της Αγροτικής Τράπεζας είναι απαράδεκτες και πρέπει να απορριφθούν, καθώς αυτή τελεί υπό ειδική εκκαθάριση.

Η εκπροσώπηση των αγροτών

Τους αγρότες-προσφεύγοντες στη Δικαιοσύνη εκπροσώπησε το δικηγορικό γραφείο του πρώην υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, Βασίλη Κόκκαλη, ενώ την αίτηση Αναίρεσης κατέθεσε και παραστάθηκε στον Άρειο Πάγο ο δικηγόρος Λάρισας, Άγγελος Γιουρέλης, ο οποίος δήλωσε σχετικώς: «Η συγκεκριμένη απόφαση συγκεντρώνει πανελλήνιο νομικό ενδιαφέρον, αφού ξεκαθαρίζει πως οι δανειολήπτες αγρότες που αιτούνται τον ορθό επανυπολογισμό της οφειλής τους, σύμφωνα με το Ν.3259/2004 περί πανωτοκίων, δεν αποτελούν πιστωτές αυτής και, επομένως, δεν μπορεί να εφαρμοστεί η αναστολή των ατομικών διώξεων του άρθρου 25 του ΠτΚ.

Ουσιαστικά, τότε το Εφετείο Λάρισας θεώρησε, εσφαλμένα, ότι ο αγρότης είναι πιστωτής, δηλαδή δανειστής και δεν μπορεί να προσφύγει δικαστικώς κατά της υπό εκκαθάριση ΑΤΕ. Η νέα απόφαση του Αρείου Πάγου, όμως, ορίζει ότι ο αγρότης δεν είναι πιστωτής, αλλά παραμένει οφειλέτης και μπορεί να προσφύγει δικαστικά για να αμφισβητήσει τον προσδιορισμό των οφειλών, όπως ιδίως προέκυψαν με βάση τα πανωτόκια». Να σημειωθεί ότι ανάλογες δικαστικές αποφάσεις που απαγόρευαν στους αγρότες να προσφύγουν κατά της ΑΤΕ εκδόθηκαν και από άλλα δικαστήρια της χώρας. Έτσι, με την παραπάνω απόφαση του Αρείου Πάγου, ανοίγει ο δρόμος των αγροτών για τον ορθό επανυπολογισμό της οφειλής τους.

Οι νόμοι περί πανωτοκίων

Για την προστασία των δανειοληπτών και ειδικά των αγροτών από την υπέρμετρη και επικίνδυνη διόγκωση των υποχρεώσεών τους προς τα πιστωτικά ιδρύματα, εξαιτίας της αδυναμίας να ανταποκριθούν εμπρόθεσμα στις υποχρεώσεις τους, έχουν πράγματι τεθεί από τη νομοθεσία σημαντικοί περιορισμοί μέχρι σήμερα. Στο παρελθόν όλες σχεδόν οι κυβερνήσεις δέχθηκαν ότι υπάρχει οξύ πρόβλημα με τους ανατοκισμούς των τόκων (πανωτόκια) των δανείων που λαμβάνονται από τα πιστωτικά ιδρύματα. Μέχρι σήμερα, έχουν ψηφιστεί από το έτος 1998 μέχρι τρεις σχετικές ρυθμίσεις με τις οποίες προσπάθησαν να δώσουν λύση στο σημαντικό αυτό πρόβλημα. Ειδικότερα, ψηφίστηκαν η ρύθμιση α) του άρθρου 12 του Ν. 2601/1998 β) του άρθρου 30 του Ν. 2789/2000 και, τέλος, η κυριότερη του άρθρου 39 του Ν. 3259/2004.

Οι προαναφερόμενες διατάξεις απέκλειαν μεγάλο αριθμό δανειοληπτών από την υπαγωγή στη ρύθμιση, νομιμοποιούσαν παράνομους ανατοκισμούς με τη μη αναδρομική εφαρμογή των διατάξεων, αγνοούσαν σημαντικές ad hoc αποφάσεις της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, δεν προέβλεπαν κυρώσεις κατά των πιστωτικών ιδρυμάτων για τη μη συμμόρφωσή τους προς τις διατάξεις αυτές, δεν αντιμετώπιζαν το σοβαρότατο ζήτημα των καταχρηστικών όρων των δανειακών συμβάσεων και, κυρίως, ανέθεταν στα ίδια τα πιστωτικά ιδρύματα την υποχρέωση να αναπροσαρμόσουν το ύψος των απαιτήσεών τους χωρίς παράλληλα να υπάρχει η δυνατότητα ελέγχου από μια ανεξάρτητη και αμερόληπτη αρχή.

Σύμφωνα με τον δικηγόρο Άγγελο Γιουρέλη, «σε αρκετές περιπτώσεις, έχουν χορηγηθεί δάνεια από πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν, καθ’ υπόδειξη των πιστωτικών ιδρυμάτων, όχι για τον σκοπό που αναγράφεται στη σύμβαση, αλλά για τη λογιστική απόσβεση οφειλών από προηγούμενα δάνεια. Δηλαδή, το νέο κεφάλαιο αφορά την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών (συνεπώς και των ‘‘πανωτοκίων’’) προηγούμενων δανείων. Στην πραγματικότητα, πρόκειται, λοιπόν, για ρυθμίσεις και ως ‘‘τέτοιες’’ θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Αυτό μπορεί να έχει κατά περίπτωση μεγάλη σημασία, καθώς η ανώτατη συνολική οφειλή υπολογίζεται με βάση την αρχική χορήγηση και όχι το μεταγενέστερο δάνειο.

Σε αυτή θα υπολογιστούν, επομένως, και οι καταβολές που πραγματοποιήθηκαν για την αποπληρωμή του αρχικού δανείου. Έτσι, αναγκαστικά, ένα μεγάλο μέρος των οφειλετών προσέφυγε στη Δικαιοσύνη, προκειμένου αφενός μεν να αναγνωριστεί η εσφαλμένη εφαρμογή του Ν. 3259/2004 από τα πιστωτικά ιδρύματα και κυρίως την Αγροτική Τράπεζα Της Ελλάδος Α.Ε., αφετέρου δε να αναπροσαρμοστεί το ύψος των οφειλών τους που σε πολλές περιπτώσεις, σύμφωνα με τον υπολογισμό του Ν. 3259/2004, είχαν ήδη εξοφλήσει ολοσχερώς τις απαιτήσεις τους και μπορούσαν να στραφούν εναντίον των πιστωτικών ιδρυμάτων για επιστροφή του επιπλέον ποσού που είχαν δώσει, με ένα μεγάλο μέρος αυτών να έχει δικαιωθεί με τελεσίδικες και αμετάκλητες αποφάσεις.

Βεβαίως, η δυνατότητα αυτή, δηλαδή η έγερση αναγνωριστικής αγωγής στα πολιτικά δικαστήρια κατά των πιστωτικών ιδρυμάτων, υπάρχει και σήμερα είτε τα δάνειά τους απορροφήθηκαν από την τράπεζα Πειραιώς ΑΕ είτε παραμένουν στην ΑΤΕ υπό ειδική εκκαθάριση».

Διαβάστε επίσης:

Κερδίζει έδαφος η αποκάλυψη της «ΥΧ» για τον Άρειο Πάγο