Το νέο νομοσχέδιο για τους Συνεταιρισμούς σημείο προς σημείο (upd)

Θολό, άνευρο και κατώτερο των προσδοκιών

Το νέο νομοσχέδιο για τους Συνεταιρισμούς σημείο προς σημείο

Κατατέθηκε την προηγούμενη Τετάρτη, στις 6 Απριλίου, στη Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής το νέο νομοσχέδιο για τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, το οποίο, εκτός απροόπτου, θα συζητηθεί σήμερα στην Επιτροπή. Το νομοσχέδιο αυτό επικαλείται τις επτά διεθνείς συνεταιριστικές αρχές και επιδιώκει, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, να επιχειρήσει την ανασυγκρότηση και εξυγίανση των συνεταιρισμών και την ενίσχυση κάθε πρωτοβουλίας που στηρίζεται στη βάση της κοινωνικής οικονομίας και της συλλογικότητας. Είναι όμως έτσι, ή αποτελεί άλλη μια επανάληψη προηγούμενων νόμων που τόσο πολύ (!) συνέβαλαν στην ανάπτυξη των αγροτικών συνεταιρισμών. Ας δούμε όμως ορισμένα σημεία.

Το άρθρο 1, που αναφέρεται στον ορισμό, στους σκοπούς και στη νομική μορφή των συνεταιρισμών, αποτελεί επανάληψη προηγούμενων ρυθμίσεων, ενώ λανθασμένα εξαιρεί τους Δασικούς Συνεταιρισμούς και τις Ενώσεις τους, που δυστυχώς δεν εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος νόμου. Το ίδιο λάθος είχε διατυπωθεί και προηγούμενα.

Το άρθρο 2 αναφέρεται στη σύσταση των γυναικείων συνεταιρισμών (απαιτείται ελάχιστος αριθμός τριών ιδρυτικών μελών, αν τα μέλη του γυναικείου είναι λιγότερα από δέκα, δεν απαιτείται η εκλογή διοικητικού συμβουλίου κ.α) και δεν μας λέει τίποτα για τους 40 και πλέον υφιστάμενους γυναικείους συνεταιρισμούς, που αγωνιούν να επιβιώσουν. Αργότερα, με απόφαση του Υπουργού θα εξειδικευθούν συγκεκριμένα μέτρα ανάπτυξης και εφαρμογής θετικών δράσεων για τους γυναικείους συνεταιρισμούς. Άγνωστο είναι τι εμπόδισε το Υπουργείο να είχε ήδη διατυπώσει και περιλάβει τα μέτρα αυτά τόσους μήνες που προετοίμαζε το νομοσχέδιο.

Το άρθρο 4 αναφέρεται στους όρους σύστασης των αγροτικών συνεταιρισμών (Για τη σύσταση ΑΣ απαιτείται η σύνταξη καταστατικού και η υπογραφή του από τριάντα τουλάχιστον πρόσωπα κλπ). Αυτό όμως δεν ισχύει για όσους ΑΣ λειτουργούν κατά τη έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου με λιγότερα από (τριάντα) 30 μέλη, εφόσον αυτοί έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) ευρώ. Δηλαδή εάν ένας ΑΣ που σήμερα λειτουργεί με 20 μέλη και έχει κ.ε. 400.000 ευρώ (και δεν νομίζουμε ότι έχουμε πολλούς τέτοιους) τότε είναι άγνωστο αν θα μπορέσει να συνεχίσει τη λειτουργία του. Και αν ανεβοκατεβαίνει ο κύκλος εργασιών από έτος σε έτος (πράγμα σύνηθες), τότε είναι επίσης άγνωστο τι θα γίνουν οι συνεταιρισμοί με λιγότερα από 30 μέλη.

Το άρθρο 6 αναφέρεται στα μέλη των αγροτικών συνεταιρισμών, ενώ μέλη του συνεταιρισμού μπορούν να γίνουν και “επενδυτές”, χωρίς όμως τα δικαιώματα ψήφου, εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Είναι να απορεί κανείς πόσοι θα είναι αυτοί οι πρόθυμοι επενδυτές (που ψάχνουμε σε όλη τη χώρα να τους βρούμε) οι οποίοι, με τους όρους που θέτει το άρθρο, θα τρέξουν να γίνουν μέλη των συνεταιρισμών.

Το άρθρο 8 αναφέρεται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μελών και, μεταξύ άλλων, ορίζει ότι στο καταστατικό του Αγροτικού Συνεταιρισμού το ποσοστό της παραγωγής που το κάθε μέλος υποχρεούται να παραδίδει στον Αγροτικό Συνεταιρισμό δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 80% της ετήσιας παραγωγής του μέλους. Και αν ο συνεταιρισμός αδυνατεί να απορροφήσει αυτή την παραγωγή (γεγονός πιθανότατο με την έλλειψη ρευστότητας που μαστίζει τον χώρο), τότε θα τρέχει κάθε φορά στη γενική του συνέλευση να αποφασίζει (με την αυξημένη απαρτία και πλειοψηφία) την απαλλαγή του μέλους από την υποχρέωση αυτή, επικαλούμενο αντικειμενική αδυναμία, ή άλλους σοβαρούς λόγους. Αν, μάλιστα, οι λόγοι αυτοί δεν κριθούν αποδεκτοί από τη γενική συνέλευση του συνεταιρισμού, τότε το μέλος διαγράφεται. Το πόσο η ρύθμιση αυτή (η οποία είχε διατυπωθεί και άλλοτε, αποσυρόμενη ασμένως) συμβαδίζει με την 1η συνεταιριστική αρχή της εθελοντικής και ελεύθερης συμμετοχής των μελών (η αρχή των ανοιχτών θυρών) και το τι συμβαίνει με τη ρευστότητα που διαθέτουν σήμερα οι συνεταιριστικές –και όχι μόνο– επιχειρήσεις, μόνο ο φωστήρας που διατύπωσε την παράγραφο αυτή μπορεί να καταλάβει. Το πιο πιθανό, όμως, είναι να έχει μπερδευτεί με ανάλογη ρύθμιση που προβλέπεται στο κανονιστικό καθεστώς της ΕΕ για τις Οργανώσεις Παραγωγών. Μπορεί να είναι και έτσι, αλλιώς δεν εξηγείται…

Το άρθρο 9 αναφέρεται στο συνεταιριστικό κεφάλαιο, τη συνεταιρική μερίδα και σε μία παράγραφο προβλέπεται ότι το 50% τουλάχιστον της ονομαστικής αξίας της υποχρεωτικής συνεταιρικής μερίδας καταβάλλεται με την εγγραφή του μέλους. Το υπόλοιπο ποσοστό καταβάλλεται το αργότερο μέσα σε έναν χρόνο από την εγγραφή του. Πρόκειται, όπως φαίνεται, για διευκόλυνση που δεν φαίνεται να εξυπηρετεί τις ανάγκες των συνεταιρισμών σε ίδια κεφάλαια.

Το άρθρο 12 αφορά τη γενική συνέλευση του Αγροτικού Συνεταιρισμού και στην παράγραφο 7 αναφέρεται ότι σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς με περισσότερα από 500 μέλη το καταστατικό μπορεί να προβλέπει την εκλογή αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης, τα μέλη της οποίας εκλέγονται από τη γενική συνέλευση. Πάντως, ο ελάχιστος αριθμός των μελών της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης ορίζεται στα 400 μέλη, μέγεθος που αυξάνεται κατά 30% για τα επιπλέον μέλη του Αγροτικού Συνεταιρισμού με 501 έως 3.000 μέλη. Και περίπλοκο είναι και ατέλειες έχει (άγνωστο πώς και με ποιον τρόπο θα ορίζονται τα μέλη της αντιπροσωπευτικής γενικής συνέλευσης) και δεν είναι κατανοητό το όφελος που προκύπτει.

Το άρθρο 29 αφορά τις οικονομικές ενισχύσεις, τις φορολογικές απαλλαγές και τα κίνητρα προς τους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς, τα οποία κρίνονται εξαιρετικά αδύναμα, χωρίς να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα, οπότε δεν φαίνεται ικανό να συμβάλει στην αναγκαία επιχειρηματική ενίσχυση των Αγροτικών Συνεταιρισμών. Σημειώνεται ότι ανάγκης ισχυρών κινήτρων δικαιούνται και οι Οργανώσεις Παραγωγών του ισχύοντος κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ, οι οποίοι δεν συμπεριλαμβάνονται στους δικαιούχους που ορίζονται στο άρθρο 30 του νομοσχεδίου.

Η ανάγκη αυτή επισημαίνεται για κυρίως δύο λόγους: α) Οι Οργανώσεις Παραγωγών της χώρας, Αγροτικοί Συνεταιρισμοί στην πλειονότητά τους, χαρακτηρίζονται από το μικρό μέγεθός τους, τον χαμηλό βαθμό οργάνωσής τους, κρινόμενο από την εξαιρετικά χαμηλή αναλογία της εμπορεύσιμης αξίας της παραγωγής τους, αλλά και από την αδυναμία τους να καρπωθούν μεγαλύτερο μερίδιο προστιθέμενης αξίας στην εφοδιαστική αλυσίδα του αγροδιατροφικού τομέα. β) Το αυστηρό κανονιστικό πλαίσιο, που διέπει τη σύσταση και τη λειτουργία των ΟΠ (υποχρέωση παράδοσης του συνόλου της παραγωγής, τήρηση αυστηρών προτύπων περιβαλλοντικής διαχείρισης, τήρηση αυστηρών προδιαγραφών εμπορίας, απαιτητικές συμβατικές υποχρεώσεις και δεσμεύσεις, αυξημένο κόστος παραγωγής κ.ά.), αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους της μη συμμετοχής των παραγωγών.

Με σκοπό την ενθάρρυνση της συγκρότησής τους και τη βελτίωση της λειτουργίας τους, κρίνεται αναγκαία η υιοθέτηση ισχυρού καθεστώτος κινήτρων υπέρ των παραγωγών-μελών και των ΟΠ. Ειδικότερα:

1) Προκειμένου για παραγωγούς-μέλη ΟΠ (ή ΕΟΠ), κρίνεται αναγκαία η θέσπιση χαμηλού συντελεστή φορολόγησης επί του καθαρού εισοδήματος (αφαιρουμένων των τεκμαρτών ημερομισθίων και των αποσβέσεων πάγιου και φυτικού κεφαλαίου), αλλά και χαμηλού συντελεστή ΦΠΑ εισροών. Ανάλογα κίνητρα πρέπει να εφαρμόζoνται και στο φορολογητέο εισόδημα της ίδιας της ΟΠ.

2) Απαλλαγή των παραγωγών-μελών από διάφορα επιβαλλόμενα τέλη (π.χ. τέλος επιτηδεύματος κ.ά.) για το χρονικό διάστημα υλοποίησης επιχειρησιακού προγράμματος από την ΟΠ στην οποία μετέχουν και εφόσον παραμένουν μέλη της ΟΠ μέχρι και την ολοκλήρωση του προγράμματος.

3) Τα παραγωγικά ακίνητα που χρησιμοποιούνται από τις ΟΠ για τη λειτουργία τους και για τη συγκέντρωση, τη συσκευασία, την πρωτογενή μεταποίηση, την αποθήκευση και τη διάθεση των προϊόντων των παραγωγών-μελών τους προτείνεται να απαλλάσσονται κάθε φόρου ακινήτου προς το Δημόσιο.

4) Ως αναπτυξιακό κίνητρο προς τις ΟΠ, κρίνεται αναγκαίο οι αποσβέσεις που αφορούν την αγορά πάγιου εξοπλισμού, που εξυπηρετεί τις συναλλαγές της με τους παραγωγούς-μέλη της, να διενεργούνται και να ολοκληρώνονται κατά τη διάρκεια υλοποίησης του επιχειρησιακού-επιχειρηματικού προγράμματος μέχρι τη λήξη τους.

Το άρθρο 31 αναφέρεται στη σύσταση κλαδικών Αγροτικών Συνεταιρισμών, χωρίς να είναι αναγκαία η ίδρυσή τους, μια και οι δραστηριότητές τους υποκαθιστούνται σε μεγάλο βαθμό από τις υφιστάμενες και τις νεοϊδρυόμενες Οργανώσεις Παραγωγών, γεγονός που θα προκαλέσει σύγχυση μεταξύ τους. Τονίζεται ότι το κανονιστικό πλαίσιο της νέας ΚΑΠ διευρύνει και ενισχύει τον θεσμό των Οργανώσεων Παραγωγών, με σκοπό να βοηθηθούν οι γεωργοί, προκειμένου να αντιμετωπίσουν από κοινού τις προκλήσεις της αγοράς και του συνεχώς αυξανόμενου ανταγωνισμού. Ειδικότερα, προβλέπεται να ικανοποιηθεί η διεύρυνση της αναγνώρισης και της σύστασης Οργανώσεων Παραγωγών περιλαμβάνοντας, πέραν των ήδη γνωστών (όπως οι ΟΠ οπωροκηπευτικών, ελαιοκομικών και αμπελοοινικών προϊόντων), το σύνολο των αγροτικών διατροφικών προϊόντων, μεταξύ των οποίων ορισμένα ενδιαφέρουν άμεσα την εγχώρια παραγωγή, όπως το σκληρό σιτάρι, το ρύζι, η ζάχαρη, το βόειο κρέας, το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, το αιγοπρόβειο κρέας, τα αβγά, το κρέας πουλερικών, τα προϊόντα μελισσοκομίας κ.ά.

Και αν πραγματικά ένα διοικητικό μέλος αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανό στην ανάπτυξη του συνεταιρισμού για μία εξαετία (δύο θητείες), τότε δεν κατανοείται γιατί δεν μπορεί να εκλεγεί εκ νέου

Το άρθρο 32 αναφέρεται στη μετατροπή των αναγκαστικών συνεταιρισμών και των Ενώσεών τους σε Αγροτικούς Συνεταιρισμούς. Τονίζεται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού ελέγχονται ως προς τη συνταγματικότητά τους, γιατί, όπως είναι γνωστό, το Σύνταγμα επιτρέπει τη σύσταση με νόμο αναγκαστικών συνεταιρισμών για την εκπλήρωση των σκοπών που απαριθμεί η παράγραφος 5 του άρθρου 12 και τούτο υπό τον όρο ότι «εξασφαλίζεται η ίση μεταχείριση αυτών που συμμετέχουν». Εξάλλου, εδώ και πολλά χρόνια, λειτουργούν με ικανοποιητικά αποτελέσματα αρκετοί αναγκαστικοί συνεταιρισμοί και Ενώσεις τους, η λειτουργία των οποίων θα πληγεί καίρια, εάν εφαρμοστεί η προτεινόμενη ρύθμιση.

Το άρθρο 38 αναφέρεται στη σύσταση ομάδων προστασίας και διαχείρισης ΠΟΠ, ΠΓΕ ή ΕΠΙΠ, αποτελούμενες κυρίως από παραγωγούς και μεταποιητές του προϊόντος. Έργο τους θα είναι η προστασία, η διαχείριση και η προώθηση των προϊόντων με τις ονομασίες ΠΟΠ, ΠΓΕ και ΕΠΙΠ, καθώς και η ενημέρωση των καταναλωτών για τα προϊόντα αυτά. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στις διατάξεις του άρθρου αυτού, ώστε να μην αντίκεινται προς τις δραστηριότητες των πολυάριθμων, ήδη αναγνωρισμένων φορέων που διαχειρίζονται (παράγουν και τυποποιούν) τα προϊόντα «γεωγραφικών ενδείξεων».

Το άρθρο 41 αναφέρεται στην ίδρυση νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) με τη μορφή της Ανώνυμης Εταιρείας, με την επωνυμία «Οργανισμός Διαχείρισης Ακινήτων, Γαιών και Εξοπλισμών ΑΕ» και διακριτικό τίτλο «ΟΔΙΑΓΕ». Μεταξύ των σκοπών τού υπό ίδρυση Οργανισμού περιλαμβάνεται η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της αγροτικής οικονομίας διαμέσου της καλύτερης δυνατής αξιοποίησης της δημόσιας γης που είναι κατάλληλη για αγροτική εκμετάλλευση, ενώ με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των υπουργών Οικονομικών και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ορίζεται η περιουσία, κινητή και ακίνητη, του Δημοσίου που του παραχωρείται, η διαδικασία της παραχώρησης και ρυθμίζεται κάθε θέμα σχετικό με τη λειτουργία του οργανισμού. Έλλειμμα, όπως φαίνεται, παρουσιάζουν οι διατάξεις του άρθρου αυτού, γιατί δεν περιγράφεται ποια είναι ακριβώς η προς παραχώρηση δημόσια περιουσία και με ποιους τίτλους έχει κριθεί αυτή ως δημόσια ώστε να μην προκύψουν αμφισβητήσεις. Ταυτόχρονα, δεν αναφέρεται σαφώς εάν πρόκειται για δωρεάν παραχώρηση, ούτε προσδιορίζονται στο νομοσχέδιο οι γενικοί όροι της παραχώρησης αυτής, στοιχεία που θέτουν σε αμφισβήτηση το εξουσιοδοτικό πεδίο του υπό έκδοση προεδρικού διατάγματος.

Από την πρώτη αυτή ανάγνωση του νομοσχεδίου, δεν φαίνεται να επαληθεύονται οι φιλόδοξες προθέσεις του, μια και, στο σύνολό του, δεν εισάγει κάποιες νέες ρυθμίσεις ικανές να συμβάλουν στην πολυπόθητη ανάπτυξη των συνεταιρισμών. Αντίθετα, με βάση τις προηγούμενες επισημάνσεις, προκύπτει ότι βρίθει ελλείψεων, ατελειών, κενών, αντιφάσεων και αναγκαστικών διατάξεων, που κινούνται στα όρια της συνταγματικότητας, με αποτέλεσμα περισσότερο να προκαλεί σύγχυση, παρά να προωθεί την ανασυγκρότηση και την επιχειρηματική ανάπτυξη των αγροτικών συνεταιρισμών.

Προβληματικές διατάξεις

Το άρθρο 17 αφορά τις αρχαιρεσίες για την ανάδειξη των μελών του διοικητικού και εποπτικού συμβουλίου και στην παράγραφο 3 αναφέρεται ότι ο αριθμός των σταυρών προτίμησης δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1/3 του όλου αριθμού των μελών του διοικητικού ή εποπτικού συμβουλίου, με σκοπό, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, να υιοθετηθεί ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα. Η διάταξη αυτή είναι περιοριστική, όπως υποστηρίζεται από πολλούς, και ενδέχεται να δημιουργήσει προβλήματα. Το σωστό είναι ο νόμος να προβλέπει μόνο τη θέσπιση ενιαίου ψηφοδελτίου και η εκλογή να αποφασίζεται από τα καταστατικά των συνεταιρισμών.

Το άρθρο 20 αφορά την καταχώριση των Αγροτικών Συνεταιρισμών στο μητρώο και στην παράγραφο 2 αναφέρεται ότι με την αίτηση της εγγραφής τους στο μητρώο οι Αγροτικοί Συνεταιρισμοί υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να υποβάλλουν συνοπτικό επιχειρησιακό πλάνο διάρκειας τριών ετών για τη λειτουργία τους, που περιγράφει τις δραστηριότητές τους σε συγκεκριμένους τομείς παραγωγής, τις ποσότητες που πρόκειται να διαχειριστούν, τις προγραμματισμένες δράσεις και τυχόν επενδυτικά σχέδια, που προτίθενται να αναλάβουν για την υλοποίησή του. Η διάταξη αυτή κρίνεται σκόπιμο να αποσυρθεί για τους ακόλουθους λόγους: α) Δεν υφίσταται πρόβλεψη εάν απαιτείται η υποβολή επιχειρησιακού πλάνου και για τους ήδη εγγεγραμμένους στο μητρώο ενεργούς Αγροτικούς Συνεταιρισμούς. β) Το απαιτούμενο συνοπτικό επιχειρησιακό πλάνο ενδέχεται να προκαλέσει προστριβές με το δίκαιο του ανταγωνισμού, καθώς η εμπορική εμπιστευτικότητα δεν είναι εγγυημένη. γ) Δεν προκύπτει ποιος και με τι κριτήρια θα το αξιολογεί. δ) Δεν προκύπτει κανένα πρακτικό νόημα να υπάρχει αναγκαστικού δικαίου διάταξη υποβολής επιχειρησιακού πλάνου σε μικρούς και πολύ μικρούς συνεταιρισμούς και τέτοιοι υπάρχουν πάρα πολλοί.

Η διαδικασία στη Βουλή

Την Παρασκευή(8/04), στις 11 το πρωί, στην αίθουσα «Προέδρου Αθανασίου Κων. Τσαλδάρη» (223), συνεδρίασε για πρώτη φορά για το νομοσχέδιο περί συνεταιρισμών, η Διαρκής Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου, με εισηγητές την Κατερίνα Παπανάτσιου (ΣΥΡΙΖΑ) και τον Γιώργο Βλάχο (ΝΔ). Το σχέδιο νόμου συζητήθηκε επί της Αρχής, ενώ στην επόμενη συνεδρίαση (την ερχόμενη εβδομάδα), θα καταθέσουν τις απόψεις τους εκπρόσωποι φορέων. Στην τρίτη συνεδρίαση θα υπάρξει συζήτηση επί των άρθρων και μετά το νομοσχέδιο θα εισαχθεί στην Ολομέλεια της Βουλής, όπου θα συζητηθεί, όπως θα αποφασιστεί από τη Διάσκεψη των Προέδρων, δηλαδή σε μία ή σε δύο συνεδριάσεις του Σώματος.

Κρατικισμός, παρεμβάσεις και απαγορεύσεις

Το άρθρο 16 αφορά το διοικητικό και εποπτικό συμβούλιο Αγροτικού Συνεταιρισμού και στην παράγραφο 1 αναφέρει ότι τα μέλη των δύο αυτών συμβουλίων μπορούν να εκλεγούν μόνο για δύο συνεχόμενες θητείες και ανακαλούνται ελεύθερα από τη γενική συνέλευση. Κατανοείται, ενδεχομένως, το ενδιαφέρον του νομοθέτη να περιορίσει τους καθεστωτικούς προέδρους κ.λπ., αλλά η διάταξη δεν παύει να είναι υποχρεωτική. Και αν πραγματικά ένα διοικητικό μέλος αποδείχθηκε εξαιρετικά ικανό στην ανάπτυξη του συνεταιρισμού για μία εξαετία (δύο θητείες), τότε δεν κατανοείται γιατί δεν μπορεί να εκλεγεί εκ νέου. Από την άλλη πλευρά, είναι γνωστό ότι οι αμιγώς ιδιωτικές επιχειρήσεις καυχώνται από την πολυετή και επιτυχημένη θητεία των διοικητικών μελών τους. Οι συνεταιρισμοί δεν είναι κατανοητό γιατί δεν πρέπει να έχουν αυτό το δικαίωμα.

Πιο κάτω, στην παράγραφο 11 του άρθρου 16, αναφέρεται ότι ο διορισμός γενικού διευθυντή στους Αγροτικούς Συνεταιρισμούς με κύκλο εργασιών πάνω από 1.000.000 ευρώ, είναι υποχρεωτικός. Αγνοεί, φαίνεται, ο νομοθέτης ότι ο κύκλος εργασιών μιας επιχείρησης συνήθως μεταβάλλεται και ότι όταν δεν ορίζει ο νόμος σε ποια διαχειριστική χρήση αναφέρεται είναι βέβαιο ότι θα προκληθεί σύγχυση. Σκόπιμο θα ήταν να αποφεύγονται τέτοιου είδους υποχρεωτικές διατάξεις. Ο συνεταιρισμός είναι εκείνος που αποφασίζει αν χρειάζεται γενικό διευθυντή, ή απλά διευθυντή, ή υπεύθυνο μάρκετινγκ, υπεύθυνο πωλήσεων κ.ά. στελέχη.

Τάση κρατικισμού διαπνέει εξάλλου και το επόμενο εδάφιο της ίδιας ως άνω παραγράφου του άρθρου 16, σύμφωνα με την οποία ο γενικός διευθυντής επιλέγεται από το διοικητικό συμβούλιο μετά από προκήρυξη, που δημοσιεύεται σε μία ημερήσια εφημερίδα της περιφερειακής ενότητας της έδρας του Αγροτικού Συνεταιρισμού και αν δεν εκδίδεται τέτοια σε μία περιοδική εφημερίδα της περιφερειακής ενότητας της έδρας του και σε μία ημερήσια εφημερίδα πανελλήνιας κυκλοφορίας, καθώς και στον ιστότοπο του συνεταιρισμού, αν διαθέτει. Πρόκειται για ακόμα μία ακατανόητη και, τελικά, ανούσια υποχρέωση που δεν συμβαδίζει με τον τρόπο επιλογής υποψηφίων στο σύγχρονο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Πιο κάτω, στην παράγραφο 13 του άρθρου 16, αναφέρεται ότι όλα τα μέλη των διοικητικών και εποπτικών συμβουλίων των Αγροτικών Συνεταιρισμών παρακολουθούν άπαξ, κατά τη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών της θητείας τους, τη βασική συνεταιριστική εκπαίδευση, με σεμινάρια που οργανώνονται με τη συνδρομή του «Ταμείου αγροτικής συνεταιριστικής εκπαίδευσης και κατάρτισης» που περιγράφεται στο άρθρο 39 του νομοσχεδίου, το οποίο χρηματοδοτείται μόνο από την (υποχρεωτική) διανομή μέρους των πλεονασμάτων των συνεταιρισμών. Προφανώς, δεν είναι δυνατό το κράτος να απουσιάζει από τη συμβολή του (οικονομική και λειτουργική) στην αναγκαία εκπαίδευση των συνεταιριστών. Από την άλλη πλευρά, κρίνεται απαράδεκτη η διατύπωση που ακολουθεί, σύμφωνα με την οποία τα μέλη που δεν εκπαιδεύονται εκπίπτουν και τη θέση τους καταλαμβάνουν εκλεγέντες με συνεταιριστική εκπαίδευση, διάταξη που εκτός των άλλων αποτελεί έμμεσο κώλυμα εκλογιμότητας.

“ΥΧ”