Οι νέες τεχνολογίες στην κατάσβεση πυρκαγιών
Λύσεις για την κατάσβεση πυρκαγιών, που προτείνονται πλέον με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών, όπως είναι το διασυνοριακό πρόγραμμα “Streams 2 Suppress Fires”, που ανάπτυξε το ΤΕΙ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, σε συνεργασία με εκπαιδευτικά ιδρύματα της Τουρκίας, της Αρμενίας, της Μολδαβίας, της Ρουμανίας και της Ουκρανίας.
Τα αποτελέσματα από την πιλοτική εφαρμογή αυτού του λογισμικού προγράμματος είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, και εκτιμάται πως θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά στην καταστολή των δασικών πυρκαγιών.
Το “Streams 2 Suppress Fires” αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του Κοινού Επιχειρησιακού Προγράμματος «Λεκάνη της Μαύρης Θάλασσας 2007- 2013» – INTERREG IV , και περιλαμβάνει την πλήρη χαρτογράφηση και ανάλυση μίας δασικής περιοχής και την χαρτογραφική προβολή των sos σημείων της και της οριοθέτησης υδατοδεξαμενών.
«Είναι πλέον σαφές ότι η κλιματική αλλαγή θα έχει στο μέλλον επιπτώσεις και σε δασικές περιοχές χωρών που σήμερα δεν απειλούνται» εξηγεί στο ypaithros.gr ο επικεφαλής της ελληνικής ερευνητικής ομάδας, Γιώργος Ζαϊμης, Καθηγητής Εφαρμογών του Τμήματος Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος του ΤΕΙ Α.Μ.Θ.
Το project πραγματοποιήθηκε πιλοτικά σε έξι διαφορετικές προστατευόμενες περιοχές, μία ανά χώρα. Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε στο Μενοίκιο Όρος, που εντάσσεται στο δίκτυο “Natura 2000”. Το πρώτο βήμα ήταν να δημιουργηθεί ένας χάρτης επικινδυνότητας. «Συλλέξαμε 40 δείγματα επιφάνειας, και διαπιστώσαμε ποια είναι και πού βρίσκονται τα είδη καύσιμης ύλης στην περιοχή. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια της τηλεπισκόπησης, και χρησιμοποιώντας δορυφορικές εικόνες, δημιουργήσαμε έναν χάρτη με όλα τα είδη καύσιμης ύλης. Με βάση, λοιπόν, το μοντέλο πυρκαγιάς “flame map”, που έχει σχεδιάσει η δασική υπηρεσία των ΗΠΑ, καταλήξαμε σε ένα “fire risk map”, έναν χάρτη δηλαδή της περιοχής με τα σημεία υψηλής επικινδυνότητας» εξηγεί ο κ. Ζαϊμης.
Κατά τη δεύτερη φάση, οι ερευνητές εκτίμησαν τους διαθέσιμους υδάτινους πόρους στην περιοχή μελέτης χρησιμοποιώντας το υδρολογικό μοντέλο SWAT (Soil & Water Assessment Tool). Η βαθμονόμηση του μοντέλου στις περιβαλλοντικές συνθήκες της περιοχής μελέτης έγινε με βάση τις μετρήσεις του μετεωρολογικού σταθμού που είχαν εγκαταστήσει στην περιοχή, και με τις μετρήσεις υδατοπαροχής με τη χρήση μυλίσκου.
Εν συνεχεία, όλα τα δεδομένα αναλύθηκαν με τη βοήθεια ενός λογισμικού, που εμφάνισε τις ιδανικές θέσεις στην κάθε δασική περιοχή για την τοποθέτηση δεξαμενών νερού. Στόχος, να χρησιμοποιηθούν άμεσα σε περίπτωση πυρκαγιάς. Αυτές οι δεξαμενές, εγκατεστημένες σε καίριες θέσεις, θα βοηθούσαν στην κατάσβεση πυρκαγιάς κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν δηλαδή διακόπτεται η προσπάθεια από τα εναέρια μέσα.
«Αν αυτό το πρόγραμμα εφαρμοζόταν στην Ελλάδα, η καταπολέμηση των πυρκαγιών θα ήταν καλύτερη και αποτελεσματικότερη. Ειδικά, εάν οι δεξαμενές αυτές τοποθετούνταν στις σωστές θέσεις» τονίζει ο Καθηγητής, και συμπληρώνει: «Το ενδιαφέρον είναι ακόμα μεγαλύτερο και για τις χώρες που δεν διαθέτουν σήμερα ούτε αεροπορικό στόλο πυρόσβεσης, ούτε επάρκεια σε νερό, μιας και δεν βρέχονται από θάλασσες».
Ήδη, για την ενημέρωση των αρμόδιων υπηρεσιών και του κοινού έχουν διεξαχθεί συνέδρια και ημερίδες σχετικά με τις δυνατότητες που παρέχουν οι καινοτομίες και οι νέες τεχνολογίες για τη βέλτιστη διαχείριση του περιβάλλοντος και των υδάτων.
Οι επιστήμονες, από την πλευρά τους, ελπίζουν να υπάρξει η ανάλογη ανταπόκριση από την Πολιτεία, προκειμένου το έργο να δοκιμαστεί, σε πρώτη φάση πιλοτικά σε άλλες δασικές περιοχές της χώρας, με τη συνεργασία της Πυροσβεστικής και των δασικών υπηρεσιών.
Γεωργία Μπόχτη