Αυτό το άρθρο είναι 109 μηνών

Π. Πεβερέτος: Η δαπάνη για τις ζωοτροφές αυξήθηκε κατά 11,4% περίπου σε μια πενταετία

Στα προβλήματα αλλά και στις προοπτικές ανάπτυξης του κτηνοτροφικού κλάδου αναφέρθηκε ο Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), κ. Παναγιώτης Πεβερέτος στην ομιλία του στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο που συνδιοργανώνεται από τη GAIA ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ, τον Ελληνικό Γεωργικό Οργανισμό – ΔΗΜΗΤΡΑ και τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) στην Αθήνα, στο Ζάππειο Μέγαρο (4-5 Νοεμβρίου), με θέμα: Οι αγρότες και οι οργανώσεις τους επιχειρούν και σηματοδοτούν την επανεκκίνηση της αγροτικής οικονομίας.
05/11/2015
6' διάβασμα
p-peveretos-i-dapani-gia-tis-zootrofes-afxithike-kata-114-peripou-se-mia-pentaetia-2644

Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Πεβερέτος το κόστος παραγωγής για τα ζωικά προϊόντα είναι πολύ υψηλό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειονεκτούν ανταγωνιστικά, ιδιαίτερα το κόστος των ζωοτροφών (αποτελεί το 70% περίπου του συνολικού κόστους λειτουργίας της κτηνοτροφικής εκμετάλλευσης) και της ενέργειας. «Είναι σημαντικό να αναφέρω ότι μεταξύ των επιμέρους κατηγοριών εισροών στη γεωργική παραγωγή η δαπάνη για τις ζωοτροφές αυξήθηκε κατά 11,4% περίπου σε μια πενταετία, και έφθασε το 2013 στο ύψος των 1,8 δις ευρώ. Αλλά και το κόστος της ενέργειας που αποτελεί το 24% περίπου του συνολικού κόστους αγροτικής παραγωγής, αυξήθηκε στην πενταετία 2009-2013 κατά 44,2%, υπερβαίνοντας το 2014 το επίπεδο του 1,2 δις ευρώ. Αντίθετα οι τιμές πώλησης των προϊόντων μας (τιμή παραγωγού) παρέμειναν σταθερές ή και μειώθηκαν», σημείωσε χαρακτηριστικά ο κ. Πεβερέτος.

Τόνισε ωστόσο ότι: «Ο αγροδιατροφικός τομέας στην Ελλάδα αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς κλάδους της Ελληνικής οικονομίας. Η αλυσίδα εφοδιασμού αγροτικών προϊόντων διατροφής συνδέει τρεις πολύ σημαντικούς κλάδους της εθνικής οικονομίας που καταλαμβάνουν ένα πολύ σημαντικό ποσοστό της εθνικής προστιθέμενης αξίας και της απασχόλησης και είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική και κοινωνική ευημερία.

  • Τον κλάδο της αγροτικής – κτηνοτροφικής παραγωγής
  • Τον κλάδο της μεταποίησης
  • Τον κλάδο των υπηρεσιών και διανομής

Η συμβολή του αγροτικού τομέα στην οικονομία, την περιφερειακή ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και κύρια στη διατροφή του πληθυσμού τοποθετεί τη γεωργία και την κτηνοτροφία στη βάση της πυραμίδας της ελληνικής οικονομίας».

Και πρόσθεσε: «Παρ’ όλες τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τις πιέσεις που προβάλλουν και υψώνονται μπροστά μας, η ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία καλούνται να ξεπεράσουν την πολύχρονη κρίση τους και να αποτελέσουν και πάλι μοχλό για την επανεκκίνηση της εθνικής μας οικονομίας.

Ας μην ξεχνάμε ότι ο Οδυσσέας μετά από δέκα ολόκληρα χρόνια περιπλάνησης γύρισε στην Ιθάκη και για να πληροφορηθεί που βρίσκονται τα βασικά ζητήματα του βασιλείου του συνάντησε πρώτον τον Εύμαιο, τον υπεύθυνο και πιστό του χοιροβοσκό, καταδεικνύοντας με τον τρόπο αυτό και τη μεγάλη σημασία της κτηνοτροφίας για τη γενικότερη κατάσταση της πατρίδας του.

Θα ξεκινήσω την τοποθέτησή μου παρουσιάζοντας τη σημερινή κατάσταση που υπάρχει στο χώρο της κτηνοτροφίας για να δούμε που βρισκόμαστε, να προσδιορίσουμε τα δυνατά και αδύνατα σημεία να θέσουμε τους στόχους και να συζητήσουμε τους τρόπους εκπλήρωσής τους».

Η ελληνική κτηνοτροφία σε αριθμούς

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο Πρόεδρος του ΣΕΚ:

Περίπου 500.000 άτομα απασχολούνται µε την κτηνοτροφία στη χώρα µας και χιλιάδες επιχειρήσεις κύρια μικρομεσαίες, δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση, το εμπόριο, τις μεταφορές προϊόντων ζωικής παραγωγής. Επιπλέον πολύ μεγάλο βάρος της φυτικής παραγωγής εξαρτάται από την ύπαρξη και λειτουργία των κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων. Περίπου το ένα τρίτο της φυτικής παραγωγής απορροφάται από την κτηνοτροφία.

Παράγονται
• 540.000 τόνοι πρόβειου και 127.000 τόνοι γίδινου γάλακτος, το οποίο πηγαίνει κατά κύριο λόγο για παραγωγή τυριών (το 90% του πρόβειου και το 80% του γίδινου).
• 610.000 τόνοι αγελαδινού γάλακτος
• 114.000 τόνοι γιαούρτι
• 105.000 τόνοι παραγωγή ΠΟΠ τυριών
• 500.000 περίπου τόνοι κρέατος
• 110.000 τόνοι αυγά
• 15.000 – 20.000 τόνοι μέλι

Στη χώρα μας εκτρέφεται το:
Το 11% των προβάτων της ΕΕ (Ηνωμένο Βασίλειο: 27%, Ισπανία: 18%, Ρουμανία: 11,3%).
Το 35% των αιγών, κατέχουμε την πρώτη θέση (Ισπανία: 22%, Ρουμανία 12%, Γαλλία : 10%)
Η αιγοπροβατοτροφία μας παράγει το:
• Το 30% περίπου του συνολικού παραγόμενου πρόβειου γάλακτος στην Ε.Ε. ( Ισπανία: 37% Ιταλία: 18%, Γαλλία: 13%)
• Το 10- 11% του συνολικά παραγόμενου αιγοπρόβειου κρέατος στην ΕΕ.

Είμαστε ελλειμματικοί στα κυριότερα κτηνοτροφικά προϊόντα, όπως το αγελαδινό γάλα, το βόειο και το χοίρειο κρέας, με αποτέλεσμα οι εισαγωγές σε γάλα και κρέας να βαρύνουν το εμπορικό ισοζύγιο και να φτάνουν περίπου στα 2 δις €. Εισάγουμε το 70 με 75% του χοίρειου κρέατος το 80% του βόειου καθώς και πάνω από το 50% των αναγκών μας σε γάλα και γαλακτοκομικά.

Αναφέρω χαρακτηριστικά ότι η αξία των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων ανήλθε το 2014 σε 6,4 δις ευρώ περίπου και από αυτά, το 31% ήταν δαπάνες για προϊόντα ζωικής παραγωγής (κρέας, γάλα και προϊόντα γάλακτος). Οι εισαγωγές κρεάτων και παρασκευασμάτων (1.108 εκατ. ευρώ) αποτελούν το 17,3% του συνόλου των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων, ποσοστό που παραμένει υψηλό και σχεδόν αμετάβλητο την τελευταία πενταετία.

Προβλήματα

«Παράλληλα η υπερφορολόγηση των αγροτικών- κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων έρχεται να επιδεινώσει περαιτέρω την ήδη δυσχερή κατάσταση καθιστώντας μη βιώσιμες με ορθολογικά κριτήρια τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις. Στην πενταετία 2009-2013 οι φόροι στην αγροτική παραγωγή σημείωσαν αύξηση της τάξεως του 211% και πλέον, μεταβολή που αντιστοιχεί σε επιβάρυνση ύψους 300 εκατ. ευρώ περίπου.

Ανισομέρεια στη σχέση φυτικής και ζωικής παραγωγής, ως προς την αξία η οποία είναι σήμερα 71% φυτική 29% ζωική. Αντίθετα σε άλλες χώρες της Ε.Ε. οι τομείς της φυτικής και ζωικής παραγωγής είναι εξίσου ανεπτυγμένοι, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία (47% φυτική, 49% ζωική), τη Σουηδία (46% και 48%), την Ολλανδία (48% και 42%), την Πολωνία (47% και 51%).

Απουσία εθνικής στρατηγικής για τον κλάδο και ιδιαίτερα για προϊόντα εθνικής σημασίας, όπως η Φέτα και το γιαούρτι», υπογράμμισε ο κ. Πεβερέτος.

ΓΡΑΦΤΗΚΕ ΑΠΟ: