Απάντηση Αποστόλου για τις εξαγωγές Τυνησιακού ελαιόλαδου

Με αφορμή ανακριβείς αναφορές όσον αφορά τη στάση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο ζήτημα της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δώσει τη δυνατότητα στην Τυνησία να αυξήσει τις εξαγωγές ελαιόλαδου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο Βαγγέλης Αποστόλου έκανε την εξής δήλωση:

«Όπως φαίνεται και στο σχετικό Δελτίο Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η απόφαση ελήφθη στις 17 Σεπτεμβρίου 2015, δηλαδή παραμονές των εκλογών, που την ευθύνη είχε υπηρεσιακός υπουργός.

Σε πολλές μου τοποθετήσεις στο Συμβούλιο Υπουργών έχω τονίσει ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κακώς παίρνει τέτοιες αποφάσεις χωρίς τη συμμετοχή των αρμόδιων Υπουργών. Έτσι λήφθηκε και η απόφαση για τη φέτα, όπως και για το ελαιόλαδο της Τυνησίας, για το οποίο αναφέρθηκα στο τελευταίο Συμβούλιο Υπουργών.

Σημειώνω πάντως ότι η απόφαση της Ε.Ε. ελήφθη από το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, στο οποίο ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης δε συμμετέχει και ελήφθη σε ανθρωπιστική βάση».

Για πληρέστερη ενημέρωση παρατίθεται στη συνέχεια απόσπασμα του Δελτίου Τύπου του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων μετά το πρόσφατο Συμβούλιο Υπουργών Γεωργίας και Αλιείας στις 16/11/2015:

«Ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Βαγγέλης Αποστόλου, στη συζήτηση σχετικά με το διεθνές εμπόριο των γεωργικών προϊόντων επικεντρώθηκε για μία ακόμη φορά στο θέμα της προστασίας της Φέτας και των ευαίσθητων προϊόντων της χώρας.

Ιδιαίτερα στο θέμα των δασμολογικών παραχωρήσεων της Ένωσης για ευαίσθητα προϊόντα μας τόνισε ότι «πρέπει να μελετώνται προσεχτικά οι επιπτώσεις τέτοιων παραχωρήσεων στους Ευρωπαίους παραγωγούς, όπως η πρόσφατη περίπτωση για επιπρόσθετη αδασμολόγητη ποσόστωση 35.000 τόνων ελαιολάδου Τυνησίας».

Η παραχώρηση αυτή, όπως υπογράμμισε «δεν μπορεί να προκαταλάβει τις σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις με την Τυνησία, ενώ θα πρέπει η διαχείριση και ο ρυθμός των εισαγωγών να γίνεται προσεκτικά».

Όπως ανέφερε, «η κατάργηση των μηνιαίων ορίων για τις εισαγωγές αυτές δεν υπήρξε συνετή ενέργεια από πλευράς Επιτροπής».

Το Δελτίο Τύπου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 17 Σεπτεμβρίου 2015