Ελληνική αποστολή ελαιοπαραγωγών στο Βέλγιο

Ένα πρώτο, αλλά σημαντικό βήμα έκαναν οι συνεταιριστές

Ελληνική αποστολή ελαιοπαραγωγών στο Βέλγιο

Οι συνεταιρισμοί, αξιοποιώντας τα προγράμματα των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων (ΟΕΦ), μεταξύ άλλων δράσεων, σχεδιάζουν και εφαρμόζουν την ιχνηλασιμότητα των προϊόντων τους. Με απλά λόγια, την παρακολούθηση και καταγραφή από την πρώτη ύλη μέχρι το τελικό προϊόν, που θα διακινηθεί στην αγορά. Μία από τις δυνατότητες του προγράμματος είναι η δημόσια προβολή, και μάλιστα σε χώρες εκτός Ελλάδας, αυτής της πολύ σημαντικής δραστηριότητας.

Στο πρόγραμμα αυτό συμμετέχουν 13 Οργανώσεις Παραγωγών από όλη τη χώρα. Για τα προγράμματα των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων (ΟΕΦ), που εφαρμόζονται από το 2003, αποδεικνύεται ότι όταν μία ΟΕΦ και ο σύμβουλός της διαθέτουν τη βούληση και τη γνώση, τότε πράγματι μπορούν να αξιοποιήσουν αυτά τα χρήματα. Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, οι παραπάνω οργανώσεις και ειδικά οι ΟΕΦ Εύβοιας, Μεραμβέλλου, Μεσολογγίου- Ναυπακτίας, Μονοπάτι (Ηλείας), Πηλίου – Βορ. Σποράδων και Χανίων με τους εκπροσώπους τους, με τον σχεδιασμό και υπό τον συντονισμό της ΑΞΙΟΝ Αγροτικής ως συμβούλου τους, βρέθηκαν το διήμερο 16 και 17 Μαρτίου στο Βέλγιο. Οι Βρυξέλλες επιλέχθηκαν γιατί, όπως επιβεβαιώνει και ο σύμβουλος ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας, Παντελής Γκάσιος, το Βέλγιο αποτελεί μια κομβική αγορά που –δυστυχώς– δεν έχει ακόμη αξιοποιηθεί από τα ελληνικά ελαιοκομικά προϊόντα.

Έτσι, στην αγορά του ελαιολάδου τα μερίδια της Ελλάδας κυμαίνονται από 2,1% για το παρθένο έως 16,91% για το κουπέ/ραφινέ, ενώ ενδιαμέσως του λαμπάντε είναι 6,54% και του πυρηνελαίου 5,96%. Σε αξία το σύνολο των ελληνικών εξαγωγών κυμαίνεται περί τα 2 εκατομμύρια ευρώ.

Ανταγωνισμός

Ελληνική αποστολή ελαιοπαραγωγών στο ΒέλγιοΗ αξία των ελληνικών εξαγωγών επιτραπέζιων ελιών αγγίζει τα 10 εκατομμύρια ευρώ. Βασική κατηγορία αποτελούν οι διατηρημένες σε άλμη, με μερίδιο 23,1% και έντονο ανταγωνισμό κυρίως από Μαρόκο (43,78%), Ισπανία (13,8%) και Τουρκία (12,29%). Αντιθέτως, για τις διατηρημένες με ξίδι, το μερίδιο της Ελλάδας περιορίζεται στο απελπιστικά χαμηλό 0,05%, ενώ κυριαρχούν η Γερμανία(!) (20,51%), η Τουρκία (16,36%), το Μαρόκο (13,79%) και η Ισπανία (13,37%). Γενικότερα, οι ελιές ελληνικής προέλευσης είναι περίπου 60% πράσινες και 40% Καλαμών και μαύρες. (Τα στοιχεία προέρχονται από την έκθεση του Δεκεμβρίου 2015).

Τα ελληνικά προϊόντα διακινούνται κυρίως σε μεγάλες συσκευασίες προς την ομογένεια και τα ελληνικά εστιατόρια, ενώ στα σούπερ-μάρκετ οι μεγαλύτερες συσκευασίες ελαιολάδου είναι του ενός λίτρου. Οι τιμές για το έξτρα παρθένο σε γυάλινη φιάλη 1L κυμαίνονται συνήθως μεταξύ 7-8 ευρώ. Το ιδιωτικής ετικέτας Delhaize ελληνικής προελεύσεως είχε 5,49 ευρώ, η φιάλη των 750 ml, με ιδιαίτερα ακριβό το Carapelli στα 11,59 ευρώ. Στις επιτραπέζιες ελιές υπήρχε μεγάλη ποικιλία, χωρίς όμως μεγάλη διαφοροποίηση τιμών. Έτσι, για παράδειγμα, οι ελληνικές ελιές «Καλαμάτα» είχαν 2,39 ευρώ τα 200 γραμ., περίπου στα ίδια επίπεδα με άλλους τύπους επεξεργασίας και προέλευσης.

Βασίλης Ζαμπούνης